Δευτέρα, 24 Νοεμβρίου 2025

Δημοψήφισμα 2015: Τσίπρας και Μέρκελ συμφωνούν στα γεγονότα

Τα βιβλία γράφουν τη σύγχρονη ιστορία της χώρας. Τόσο τα απομνημονεύματα της Άνγκελα Μέρκελ που κυκλοφόρησαν πριν από ένα έτος όσο και το βιβλίο «Ιθάκη» του Αλέξη Τσίπρα (που κυκλοφορεί από αύριο στα βιβλιοπωλεία) φωτίζουν από διαφορετικές οπτικές τι έγινε στη σύνοδο κορυφής της 26ης Ιουνίου.

Το κρίσιμο όμως και για τους πολίτες και για τους ιστορικούς είναι ότι Μέρκελ και Τσίπρας συμφωνούν στα γεγονότα, στο «τι» πραγματικά έγινε εκείνο το καλοκαίρι του 2015. Και ταυτόχρονα καταρρίπτουν το αφήγημα Μητσοτάκη για τη διαπραγμάτευση που δήθεν δεν έκανε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ. Ίσως γι’ αυτό τα φιλοκυβερνητικά ΜΜΕ «έθαψαν» τα απομνημονεύματα της Μέρκελ ακόμα και όταν η πρ. καγκελάριος της Γερμανίας ήρθε στην Ελλάδα να παρουσιάσει το βιβλίο της… Η Ιστορία είναι χρήσιμη όταν υποτάσσεται στις πολιτικές σκοπιμότητες Μητσοτάκη.

Κοινή εκτίμηση

Όμως μία σύγκριση των δύο κειμένων αρκεί για να βγουν συμπεράσματα. Η Μέρκελ παρουσιάζει το δημοψήφισμα ως αποτέλεσμα ενός αιφνιδιαστικού αλλά προμελετημένου στρατηγικού ελιγμού που τους άφησε όλους άφωνους – το «άφωνη» μάλιστα είναι μία λέξη στην οποία συμφωνούν και οι δύο. Τη χρησιμοποιούν και η Μέρκελ και ο Τσίπρας! Και ο Τσίπρας στην «Ιθάκη» επισημαίνει με νόημα: «Και μόνο η αναγγελία του δημοψηφίσματος λειτούργησε ως καταλύτης για νέες καλύτερες συνθήκες στη διαδικασία της διαπραγμάτευσης».

Η ματιά της Γερμανίδας

Σύμφωνα με την περιγραφή της Μέρκελ, στη σύνοδο της 26ης Ιουνίου ο Τουσκ έκανε την πρότασή του, αλλά ο Τσίπρας απέφυγε να μιλήσει και η Μέρκελ τον πλησίασε και του είπε: «“Αλέξη, δεν είπες τίποτα ακόμη. Σκοπεύεις να πάρεις τον λόγο;”. “Όχι, ο Ντόναλντ έχει ήδη εξηγήσει τα πάντα”. “Και τι σκοπεύεις να κάνεις τώρα;” ρώτησα έκπληκτη. “Θα πάρω αμέσως το αεροπλάνο για Αθήνα και θα συσκεφθώ με το Υπουργικό μου Συμβούλιο για το τι θα κάνουμε” απάντησε ήρεμα. Έμεινα με το στόμα ανοιχτό. Έκανα τον γύρο του τραπεζιού και πλησίασα τον Ολάντ. Ήταν και εκείνος έκπληκτος. Και οι δυο μας, όπως άλλωστε και οι υπόλοιποι, είχαμε αποκομίσει σαφώς την εντύπωση πως ο Τσίπρας είχε αποδεχθεί το αποτέλεσμα των νυχτερινών διαπραγματεύσεων. Ο Τουσκ είχε, επίσης, μιλήσει στο ίδιο μήκος κύματος.
Επέστρεψα στον Τσίπρα και τον ρώτησα: “Και τι φαντάζεσαι πως θα προκύψει από τις διαβουλεύσεις;”. “Δεν ξέρω” απάντησε. “Πότε θα ξέρεις;” επέμεινα. “Αυτό θα σου το πω σήμερα, νωρίς το βράδυ”.

Ο Ολάντ και εγώ κανονίσαμε να γίνει μια τριμερής τηλεφωνική επικοινωνία. Ο Τσίπρας είπε στον Ολάντ και σ’ εμένα ότι το Υπουργικό του Συμβούλιο αποφάσισε τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος για το συμφωνηθέν πρόγραμμα. Για ένα τόσο σημαντικό ζήτημα έπρεπε να αποφασίσει ο λαός. Θα το ανακοίνωνε στους πολίτες του σε τηλεοπτικό διάγγελμα το ίδιο βράδυ. Μέχρι εδώ όλα καλά, σκέφτηκα. Στη συνέχεια ρώτησα ποια ήταν η σύσταση της κυβέρνησής του προς τον λαό. “Όχι, φυσικά” είπε νέτα-σκέτα.

Απ’ όλα τα τηλεφωνήματα που έχω κάνει ποτέ στην πολιτική μου ζωή, αυτό εδώ μου επιφύλαξε ίσως τη μεγαλύτερη έκπληξη. Προς στιγμήν, ο Ολάντ και εγώ μείναμε άφωνοι».

Πώς φτάσαμε στο ηρωικό «Όχι»

Τα ίδια γεγονότα με τη γραφίδα του Αλ. Τσίπρα από το προδημοσιευμένο κεφάλαιο «Η Μέρκελ άφωνη»: «Η Μέρκελ είχε αρχίσει να υποψιάζεται ότι κάτι άλλο είχα στο μυαλό μου από το πρωί, όταν δεν έλαβα καν τον λόγο τη δεύτερη ημέρα της Συνόδου Κορυφής και ιδίως κατά την παρουσίαση του τελεσίγραφου των Θεσμών προς την ελληνική Κυβέρνηση από τον Τουσκ και τη συζήτηση που ακολούθησε. Είχε ιδιαίτερη συναισθηματική ευφυΐα και κατάλαβε ότι το να μην πάρω τον λόγο δεν ήταν λογικό. Σηκώθηκε από τη θέση της, έκανε τον κύκλο γύρω από το τραπέζι των συνεδριάσεων για να πλησιάσει στη θέση που καθόμουν και όταν έφτασε, έσκυψε και με ρώτησε: “Αλέξη, γιατί δε μιλάς;”. Εγώ που, για να μη δώσω κανένα στίγμα των προθέσεών μου, δεν ήθελα καθόλου να μπω στη συζήτηση αν συμφωνώ ή διαφωνώ, της απάντησα: “Αφού τα είπε όλα ο Ντόναλντ, τι να πω εγώ;”.

Η απάντησή μου απείχε πολύ από το να είναι καθησυχαστική: “Ωραία, και τι θα κάνεις τώρα; Θα δεχτείς την πρόταση;”. Και πάλι προσπάθησα διπλωματικά να ξεφύγω: “Δεν αποφασίζω μόνος μου. Έχω και Υπουργικό Συμβούλιο. Θα συνεδριάσουμε και θα σου απαντήσω”. Έφυγε ακόμα πιο ανήσυχη και κατευθύνθηκε προς το σημείο όπου καθόταν ο Ολάντ. Μετά από μια σύντομη συζήτηση των δυο τους, που απέπνεε ένα κλίμα έντονης απορίας και ανησυχίας, η Μέρκελ επέστρεψε ξανά σε εμένα:

“Και πότε θα ξέρεις να μας απαντήσεις;”.

“Απόψε, με το που θα γυρίσω στην Αθήνα, σου υπόσχομαι ότι θα συνεδριάσουμε. Αμέσως μετά θα σου απαντήσω”.

“Ωραία, να μιλήσουμε τότε σε παρακαλώ το βράδυ τηλεφωνικά. Ό,τι ώρα να είναι. Θα συνεννοηθώ να είναι και ο Φρανσουά στο τηλέφωνο”, μου απάντησε και έφυγε σιωπηλή και προβληματισμένη επιστρέφοντας στη θέση της.

Οι ανησυχίες της θα μεγάλωσαν μετά τις δηλώσεις που έκανα βγαίνοντας από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο: “Η Ε.Ε. με τις καταστατικές της αρχές υπερασπίζεται τη δημοκρατία, την αλληλεγγύη και τον αμοιβαίο σεβασμό. Αυτές οι αρχές δεν βασίστηκαν σε εκβιασμούς και τελεσίγραφα”, δήλωσα έξω από το κτίριο του Συμβουλίου, νωρίτερα το μεσημέρι.

Το βράδυ λοιπόν έφτασε. Ήταν τόσο πυκνές από γεγονότα εκείνες οι ώρες, που ήταν σαν να είχε περάσει τουλάχιστον μια βδομάδα από εκείνη τη συνεννόηση για τηλεφωνικό ραντεβού, που είχε λάβει χώρα με τη Μέρκελ μόλις λίγες ώρες πριν, στην αίθουσα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου. Στο γραφείο μου, στο τραπέζι των συσκέψεων, υπήρχε ένα τηλέφωνο για τηλεδιασκέψεις, το γνωστό ως “χταπόδι”. Με ενημέρωσε η γραμματέας μου η Ελένη ότι η κλήση ήταν σε εξέλιξη. Κάθισα στην άκρη του τραπεζιού. Είχα δίπλα μου τον Βαγγέλη Καλπαδάκη.

“Γεια σου, Άνγκελα, γεια σου, Φρανσουά! Μόλις βγήκα από το Υπουργικό Συμβούλιο”, τους ανακοίνωσα με απόλυτη ηρεμία, ενώ με άκουγαν σιωπηλοί στην άλλη άκρη της τηλεφωνικής γραμμής. Η σιωπή τους κουβαλούσε ανησυχία, ένα μετρημένο άγχος, σαν να καταλάβαιναν πως κάτι πολύ σημαντικό αλλά ανησυχητικό είχε μόλις ξεκινήσει: “Συζητήσαμε τη δυσκολία να ψηφίσει η Βουλή την πρόταση των Θεσμών και αποφασίσαμε να ζητήσουμε από το Eurogroup μια σύντομη επέκταση μερικών ημερών για να αποφασίσει πρώτα ο ελληνικός λαός στις 5 Ιουλίου. Είναι κάτι που σας είχα υπαινιχθεί στις πρόσφατες συζητήσεις μας στις Βρυξέλλες. Ο λαός είναι κυρίαρχος να αποφασίσει και η απόφασή του ίσως μας δώσει τη δυνατότητα να προχωρήσουμε μπροστά…”.

Απόλυτη σιωπή. Αφού δεν είχα ανταπόκριση, βρήκα την ευκαιρία να συνεχίσω: “Αυτή είναι η εξέλιξη των πραγμάτων. Βεβαίως είμαι υπό πίεση, αλλά αυτή είναι η ζωή, αυτή είναι η δημοκρατία και άλλος δρόμος δεν υπάρχει. Θα σεβαστούμε την απόφαση του ελληνικού λαού, είτε μας αρέσει είτε όχι”.

Η Μέρκελ μετά τον πρώτο αιφνιδιασμό δεν έχασε χρόνο. Πήγε κατευθείαν στο ψητό: “Τι θα πεις στον ελληνικό λαό, Αλέξη; Θα τους προτείνεις να ψηφίσουν ΝΑΙ;”. Δεν ήταν ώρα για υπεκφυγές. Της απάντησα καθαρά: “Δεν έχω το δικαίωμα να ζητήσω από τον ελληνικό λαό να εγκρίνει μια πρόταση που τη θεωρώ αδιέξοδη και άδικη. Όποια κι αν είναι η απόφασή του λαού, πάντως, θα τη σεβαστώ”.

Η Μέρκελ έμεινε άφωνη».

Δείτε επίσης

Τελευταία Άρθρα

Τα πιο Δημοφιλή