“Ήθελα να βγαίνω στο γυαλί και να με βλέπει χαρούμενη. Έπρεπε να παίζω θέατρο. Ο μόνος χρόνος που είχα να παθαίνω συντριβή ήταν στον θάλαμο αναμονής της χημειοθεραπείας. Έχουν περάσει 12 χρόνια από όταν έφυγε από τη ζωή. Τους ανθρώπους όμως που αγαπάς βαθιά τους έχεις κάθε μέρα μέσα σου. Ο πόνος γλυκαίνει αλλά δεν εξαφανίζεται ποτέ”.
Πρόλαβες να του πεις όσα ήθελες;
Είχα μεγάλη αδυναμία στον πατέρα μου. Ήμασταν η κλασική ελληνική οικογένεια, όχι σαν αυτές που βλέπουμε σε διαφήμιση αμερικανικού βουτύρου, που τώρα μαθαίνει να απενοχοποιεί την αγκαλιά και το χάδι. Οι ελληνικές οικογένειες είναι πολύ δεμένες αλλά δεν είναι τόσο τρυφερές. Ένιωθα ενοχή να λέω “σ’ αγαπώ” στην οικογένεια μου. Τα παλαιότερα χρόνια πίστευαν ότι το “σ’ αγαπώ” είχε μόνο ερωτική διάθεση. Χαίρομαι, γιατί πρόλαβα και είπα στον μπαμπά μου “σ’ αγαπώ”.
Του το έδειξα και το κατάλαβε. Ήταν ένας άνθρωπος χορτασμένος από τη ζωή. Τον ρώτησα αν θα άλλαζε κάτι και μου είχε πει ότι θα έκανε ακριβώς τα ίδια πράγματα. Για μένα αυτοί είναι ευτυχισμένοι άνθρωποι, που έχουν βρει το νόημα στη ζωή τους. Εγώ ακόμα ψάχνομαι. Αυτό βέβαια με κρατά σε εγρήγορση. Η υποκριτική που ήρθε στη ζωή μου συμπεριλαμβάνεται στο κομμάτι της δικής μου αναζήτησης.