Ανέκαθεν οι Νοσηλευτές αποτελούσαν και αποτελούν τη ραχοκοκαλιά του συστήματος υγείας. Είναι οι επαγγελματίες που βρίσκονται δίπλα στον ασθενή εικοσιτέσσερις ώρες το εικοσιτετράωρο, φροντίζοντας, υποστηρίζοντας και συχνά καλύπτοντας κενά του ευρύτερου συστήματος. Παρ’ όλα αυτά, το επάγγελμα του Νοσηλευτή στη χώρα μας –κυρίως στον δημόσιο τομέα– αντιμετωπίζει πολυδιάστατα προβλήματα που όχι μόνο υπονομεύουν την επαγγελματική ποιότητα ζωής των Νοσηλευτών, αλλά επηρεάζουν και την παρεχόμενη περίθαλψη στους πολίτες.
Οικονομική εξαθλίωση: Οι αμοιβές των Νοσηλευτών στα δημόσια νοσοκομεία παραμένει απογοητευτικά χαμηλή, ιδίως σε σύγκριση με το εύρος των ευθυνών που επωμίζονται. Οι βασικοί μισθοί κυμαίνονται σε επίπεδα που δεν επαρκούν για να καλύψουν το συνεχώς αυξανόμενο κόστος ζωής. Ειδικά οι νεοδιοριζόμενοι Νοσηλευτές πολλές φορές λαμβάνουν αμοιβές που μετά βίας αγγίζουν τα όρια αξιοπρεπούς διαβίωσης. Παράλληλα, η απουσία οικονομικών κινήτρων για κυλιόμενο ωράριο, Κυριακές και αργίες, κάνει το επάγγελμα ακόμη λιγότερο θελκτικό.
Υποστελέχωση και φόρτος εργασίας: Η παρατεταμένη έλλειψη προσωπικού στα δημόσια νοσοκομεία έχει οδηγήσει σε τεράστιο φόρτο εργασίας για τους εναπομείναντες Νοσηλευτές. Καλούνται να εξυπηρετήσουν περισσότερους ασθενείς από ό,τι είναι ανθρωπίνως δυνατόν, με αποτέλεσμα την εξουθένωση, την απογοήτευση και την αύξηση του κινδύνου λαθών. Συχνά εργάζονται διπλοβάρδιες, χωρίς άδειες, και με ελάχιστο χρόνο ξεκούρασης.
Προβλήματα συνεργασίας με τους Ιατρούς: Η επαγγελματική σχέση μεταξύ Νοσηλευτών και Ιατρών δεν είναι πάντα ισότιμη και συνεργατική. Παρά τον κρίσιμο ρόλο των Νοσηλευτών στην παρακολούθηση και φροντίδα των ασθενών, πολλές φορές παραγκωνίζονται, αντιμετωπίζονται ως «εκτελεστικά όργανα» και όχι ως επιστημονικά καταρτισμένοι επαγγελματίες υγείας. Η έλλειψη σεβασμού και σαφούς επικοινωνίας υπονομεύει την ομαδική εργασία και κατ’ επέκτασιν την ποιότητα φροντίδας των ασθενών.
Επαγγελματική υποστήριξη και επιμόρφωση: Η επιμόρφωση και η συνεχής εκπαίδευση είναι ζωτικής σημασίας για την εξέλιξη του νοσηλευτικού επαγγέλματος. Ωστόσο, τα δημόσια νοσοκομεία παρέχουν με δυσκολία τέτοιες ευκαιρίες, λόγω της υποστελέχωσης, με αποτέλεσμα οι Νοσηλευτές να επιβαρύνονται ιδιαιτέρως και να ακολουθουν «επίπονα» τις σύγχρονες πρακτικές και εξελίξεις. Επιπλέον, η επαγγελματική εξέλιξη και η αξιοκρατική ανέλιξη παραμένουν περιορισμένες, οδηγώντας πολλούς σε αδιέξοδο και επαγγελματική στασιμότητα.
Ψυχολογική επιβάρυνση και Burnout: Η ψυχολογική πίεση που δέχονται οι Νοσηλευτές είναι τεράστια. Αντιμετωπίζουν καθημερινά δύσκολες καταστάσεις, επείγοντα περιστατικά, θανάτους, αλλά και διαμαρτυρίες και κάθε είδους βίας από ασθενείς και συνοδούς. Σε συνδυασμό με την έλλειψη ψυχολογικής υποστήριξης και τις απαιτητικές συνθήκες εργασίας, πολλοί Νοσηλευτές εμφανίζουν συμπτώματα επαγγελματικής εξουθένωσης (burnout), άγχος, κατάθλιψη, καθώς και εκδήλωση αυτοάνοσων νοσημάτων.
Φυγή επαγγελματιών στο εξωτερικό: Η αδυναμία του συστήματος να προσφέρει ικανοποιητικές συνθήκες εργασίας έχει οδηγήσει πολλούς Νοσηλευτές να αναζητούν επαγγελματική στέγη και ανέλιξη στο εξωτερικό. Χώρες, όπως η Γερμανία, η Αγγλία και οι Σκανδιναβικές χώρες, προσελκύουν Έλληνες Νοσηλευτές με υψηλότερους μισθούς, καλύτερες συνθήκες εργασίας και ευκαιρίες εξέλιξης.
Το επάγγελμα του Νοσηλευτή είναι λειτούργημα. Οι άνθρωποι αυτοί βρίσκονται στην πρώτη γραμμή της υγειονομικής φροντίδας και χωρίς τη συμβολή τους το σύστημα υγείας δεν μπορεί να λειτουργήσει. Η τάση φυγής τους δεν είναι απλώς ένα επαγγελματικό φαινόμενο· είναι καμπανάκι κινδύνου για τη δημόσια υγεία. Αν το Κράτος δεν αναλάβει άμεσες πρωτοβουλίες για τη βελτίωση των μισθών, των συνθηκών εργασίας και της θεσμικής αναγνώρισης του ρόλου των Νοσηλευτών, το φαινόμενο θα επιταχυνθεί. Η επένδυση στους Νοσηλευτές δεν είναι πολυτέλεια, αλλά αναγκαιότητα για ένα βιώσιμο, ανθρώπινο και αποτελεσματικό σύστημα υγείας.