Ζητείται επειγόντως βαλκανική πολιτική 

Κάτι οι προεκλογικές κορώνες του Κυριάκου Μητσοτάκη για το Μακεδονικό, κάτι η αμηχανία των πρώτων εβδομάδων στη διακυβέρνηση της χώρας, κάτι η αποκλίνουσες απόψεις που έχουν εκτυλιχθεί στο παρασκήνιο μεταξύ του Μεγάρου Μαξίμου και του υπουργείου Εξωτερικών, το αποτέλεσμα είναι ότι από τον περασμένο Ιούλιο ως τώρα, η Ελλάδα σε επίπεδο εξωτερικής πολιτικής πάσχει από «αφωνία». 

Και, αν αυτό φάνηκε μία φορά στην «χλιαρή» στήριξη της Κύπρου από την Ελλάδα ή στην, εκ του αποτελέσματος αποτυχημένη επίσκεψη του Μάικ Πομπέο στην Αθήνα, τότε στην πρόσφατη Σύνοδο Κορυφής αυτή η αφωνία φάνηκε στο δεκαπλάσιο. 

Η Ελλάδα, παρότι η νεοεκλεγείσα κυβέρνησή της διαβεβαίωνε –με περισσή, πάντως, αμηχανία- ότι «δεσμεύεται από τη Συμφωνία των Πρεσπών», στο παρασκήνιο είτε κοιτούσε απαθώς το «ξήλωμά» της, είτε την υπονόμευε κιόλας. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη άλλαξε την γραμμή της κυβέρνησης Τσίπρα περί ξεχωριστής εξέτασης των «φακέλων» της Αλβανίας και της Βόρειας Μακεδονίας και κάπως έτσι, τα Σκόπια «πλήρωσαν» τις ανεπάρκειες και τα ελλείμματα των Τιράνων. Ταυτοχρόνως, ενόσω ήταν σαφές ότι στον δρόμο προς τη Σύνοδο Κορυφής των Βρυξελλών ο πρόεδρος Μακρόν ετοίμαζε το «βέτο» κατά των χωρών των Δυτικών Βαλκανίων, ο Κυριάκος Μητσοτάκης ούτε πρωτοβουλία πήρε, ούτε συνάντηση με τον γάλλο πρόεδρο ζήτησε, ούτε τελοσπάντως έδειξε να θέλει να αποτρέψει το προαναγγελθέν ναυάγιο. Με άλλα λόγια, παρότι η Ελλάδα είναι η κατεξοχήν ευρωπαϊκή χώρα που επηρεάζεται από τυχόν ντόμινο αστάθειας στα Βαλκάνια,  ο έλληνας πρωθυπουργός πήγε στις Βρυξέλλες για τη Σύνοδο Κορυφής ως παρατηρητής των εξελίξεων. 

Η ίδια αφωνία συνεχίστηκε –έστω και με διαφοροποιήσεις- και μετά το ναυάγιο της Συνόδου: είναι χαρακτηριστικό ότι στην Ευρωβουλή ήταν ο Δημήτρης Παπαδημούλης που πήρε την πρωτοβουλία για έκδοση ψηφίσματος υπέρ της ενταξιακής πορείας της Βόρειας Μακεδονίας και της Αλβανίας, με τους «γαλάζιους» ευρωβουλευτές να απέχουν. Όπως είναι επίσης ενδεικτικό ότι η Ιταλία είναι εκείνη που παίρνει πρωτοβουλία να «σωθεί η παρτίδα» της ενταξιακής προοπτικής των χωρών των δυτικών Βαλκανίων. 
Η αθέτηση των δεσμεύσεων που είχε αναλάβει η Ε.Ε. έναντι των Βαλκανίων κάνει τα αστέρια στη σημαία της Ευρώπης να ξεθωριάζουν –ακριβώς όπως το έθεσε χθες ο βορειομακεδόνας πρωθυπουργός, Ζόραν Ζάεφ. Ο οποίος, εξάλλου, με τη συνέντευξή του στο Euronews, είπε ακριβώς όσα προβλέπει η Συμφωνία των Πρεσπών: ότι, δηλαδή, η υλοποίηση δεσμεύσεων που αφορούν στην εφαρμογή του «erga omnes» στο εσωτερικό της Βόρειας Μακεδονίας συνδέεται άρρηκτα με την πορεία της γειτονικής χώρας προς την Ε.Ε. Δεν είναι «πρόκληση», όπως έχουν σπεύσει πολλοί «μακεδονομάχοι» σε διάφορα ΜΜΕ να αναφέρουν. Είναι η απλή πραγματικότητα –όποιος, άλλωστε, ξέρει διακρατική συμφωνία για επίλυση διαφορών που δεν έχει στάδια, ορόσημα και χρονικά «σκαλοπάτια», να μας το  πει. 

Όπως και να έχει, ο Ζάεφ έχει τον Απρίλιο εκλογές, στις οποίες προσέφυγε ως «αδειασμένος» από την Ε.Ε. Οι δηλώσεις του, λοιπόν, δεν αποτελούν έκπληξη. Αυτό που θα αποτελέσει έκπληξη θα είναι η τήρηση της ίδιας στάσης από την κυβέρνηση: αν η Αθήνα θέλει να κρατηθεί στην εξουσία ο πλέον ειλικρινής συνομιλητής της στη Βόρεια Μακεδονία και να αποφύγει αστάθεια στα Δυτικά Βαλκάνια, έχει κάθε συμφέρον να δείξει ότι αναλαμβάνει πρωτοβουλίες εκτόνωσης της κρίσης. Εκτός από τους «λεονταρισμούς» και τις «απειλές» περί «μη συμμόρφωσης», ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα πρέπει να πείσει τους βόρειους γείτονές μας ότι η Ελλάδα θέλει πραγματικά να γίνουν μέλη της ευρωπαϊκής οικογένειας. Και, για να το κάνει αυτό, θα πρέπει να αναλάβει πρωτοβουλίες –αν δεν ξέρει πώς γίνεται, μπορεί να ρωτήσει την Ντόρα Μπακογιάννη που, αν μη τι άλλο, γνωρίζει από εξωτερική πολιτική. Αρκεί, όμως, να έχει πρώτα αποφασίσει ότι θα χαράσσει εξωτερική πολιτική με βάση τα συμφέροντα της χώρας και όχι με γνώμονα την εσωκομματική ησυχία στη ΝΔ, τις ανησυχίες των «σαμαρικών» ή τα αποτελέσματα των κυλιόμενων δημοσκοπήσεων για τη «ζημιά» που υφίσταται το κυβερνών κόμμα στην κατηγορία των «μακεδονομάχων» ψηφοφόρων.

Δείτε επίσης

Τελευταία Άρθρα

Τα πιο Δημοφιλή