Την ενοχή του πρώην υπουργού ζήτησε ο εισαγγελέας
Κινδυνεύει να παραπεμφθεί για ξέπλυμα, σε βαθμό κακουργήματος, γιατί από το 1,3 εκ. ευρώ μπόρεσε να δικαιολογήσει μόνο 700.000 !
ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΟΣ με νέα δίωξη αυτή τη φορά σε βαθμό κακουργήματος για ξέπλυμα μαύρου χρήματος, αναμένεται να βρεθεί ο Γιάννος Παπαντωνίου, όταν ολοκληρωθεί η δίκη για το ανακριβές πόθεν έσχες.
Ήταν καταπέλτης στην αγόρευσή του ο εισαγγελέας εφετών Παναγιώτης Πούλιος, ο οποίος ζήτησε την ενοχή τόσο του Γιάννου Παπαντωνίου όσο και της συζύγου του Σταυρούλας Κουράκου, οι οποίοι πρωτόδικα είχαν καταδικαστεί σε τέσσερα χρόνια φυλάκισης. Το ζήτημα όμως εστιάζεται και στη νέα δίωξη που αναμένεται να ασκηθεί για το αδίκημα του ξεπλύματος βρόμικου χρήματος, αφού η κατάθεση του προϊσταμένου του ΣΔΟΕ έκαψε στην κυριολεξία τον πρώην υπουργό των κυβερνήσεων Σημίτη.
Γιατί όπως υποστήριξε ο ελεγκτής του ΣΔΟΕ, Στυλιανός Παπαδάκης τα εξακόσιες χιλιάδες ευρώ από τα 1.300.000 ευρώ που εμφανίζονται στο λογαριασμό που είχε το ζεύγος Παπαντωνίου, σε ελβετική τράπεζα, δεν δικαιολογούνται. Αυτό σημαίνει ότι το επίμαχο ποσό προέρχεται όχι από φοροδιαφυγή αλλά από άλλες ύποπτες δραστηριότητες και γι’ αυτό αναμένεται να ασκηθεί νέα κακουργηματική δίωξη αφού το αδίκημα του ξεπλύματος βρόμικου χρήματος δεν υπόκειται σε παραγραφή. Πρέπει να σημειωθεί ότι στη διάρκεια της θητείας του Γιάννου Παπαντωνίου στο υπουργείο Εθνικής Αμύνης, ο βαρόνος των εξοπλιστικών και της μίζας Θωμάς Λιακουνάκος αλώνιζε στην κυριολεξία εξασφαλίζοντας προμήθειες δισεκατομμυρίων ευρώ.
Ήρθε η ώρα και για άλλον υπουργό. Μύδρους εξαπέλυσε κατά του ζεύγους Γιάννου Παπαντωνίου και Σταυρούλας Κουράκου, ο εισαγγελέας Εφετών Παν. Πούλιος ο οποίος ζήτησε να κηρυχθούν ένοχοι για ανακριβή δήλωση πόθεν έσχες το οικονομικό έτος 2009 στη δίκη τους στο Τριμελές Εφετείο Πλημμελημάτων. Η δίκη διεξάγεται απόντων των δυο κατηγορουμένων που εκπροσωπούνται από συνηγόρους, και ο κ. Πούλιος αναφερόμενος στο ποσό των 1,3 εκατ. ευρώ, που φέρεται να μην είχε δηλώσει το ζεύγος Παπαντωνίου, το χαρακτήρισε “ιδιαίτερα μεγάλο και δεν δικαιολογείται από οικονομική κατάσταση κατηγορουμένων”.
Τα χρήματα φέρονται να διακινήθηκαν από το 2000 μέχρι το 2010, οπότε επαναπατρίστηκαν, και ο εισαγγελέας επισήμανε ότι το 1999 οι δύο κατηγορούμενοι διέθεταν καταθέσεις ύψους 105.000 ευρώ, ενώ το 1998 αγόρασαν οικόπεδο ακίνητο έναντι 40 εκατ. δρχ. Επεσήμαινε δε, ότι η σύζυγος του κ. Παπαντωνίου ήταν η πραγματική και κύρια δικαιούχος του επίμαχου ποσού καθ΄ όλη τη διάρκεια ύπαρξης του λογαριασμού της HSBC Ελβετίας, ο οποίος αποκαλύφθηκε μέσω της λίστας Λαγκάρντ.
Γνώριζε
Κατά τον εισαγγελέα ο πρώην υπουργός Οικονομικών και Άμυνας γνώριζε την ύπαρξη του επίμαχου λογαριασμού στην HSBC, κι αυτό αποδεικνύεται κυρίως από το γεγονός ότι το χρηματικό ποσό εξήχθη στην Ελβετία από τον κουμπάρο και στενό συνεργάτη του, Γ. Κανδαλέπα: “Είναι δυνατόν να έγινε ανάληψη τόσο μεγάλου ποσού και να το κράτησε κρυφό από τον πρώτο κατηγορούμενο ο Γ. Κανδαλέπας;” αναρωτήθηκε ο εισαγγελέας προσθέτοντας: “Τα ποσά ήταν ιδιαίτερα μεγάλα και ένα μέρος προερχόταν από κοινούς λογαριασμούς. Είναι δυνατόν να το αγνοούσε ο πρώτος κατηγορούμενος; Και οι δύο κατηγορούμενοι είχαν υποχρέωση δήλωσης του ποσού διότι γνώριζαν την ύπαρξή του… Από την όλη διαδικασία προκύπτει γνώση και προσπάθεια να αποκρύβουν ποσά. Υπήρξε μακρά και συντονισμένη προσπάθεια απόκρυψης του ποσού. Δεν υπάρχει αμφιβολία πως στοιχειοθετείται η αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του αδικήματος και θα πρέπει να κηρυχθούν ένοχοι”.
Ο ελεγκτής
Ο πρώην ελεγκτής του ΣΔΟΕ, Στυλιανός Παπαδάκης, που συνέταξε τη σχετική έκθεση, κατέθεσε στο δικαστήριο, εξηγώντας ότι από το 2008 έως το 2010, το επίμαχο ποσό βρισκόταν σε trust. Συγκεκριμένα, είπε πως Απρίλιο και Αύγουστο του 2000 έγιναν τρεις καταθέσεις στον τραπεζικό λογαριασμό της Σταυρούλας Κουράκου στην τράπεζα HSBC της Ελβετίας, ενώ το 2008 τα χρήματα μπήκαν σε καταπίστευμα με τη συμμετοχή και υπεράκτιας εταιρείας και το 2010 επαναπατρίζονται. “Στη δίκη άκουσα πως το καταπίστευμα δημιουργήθηκε για να αποδοθούν τα χρήματα στα ανήλικα παιδιά της κυρίας Κουράκου από τον προηγούμενο γάμο της.
Ο λογαριασμός αυτός λειτουργούσε ως “ομπρέλα” και από κάτω μπορούσες να βρεις ο,τιδήποτε, offshore, trust κ.ά” τόνισε ο μάρτυρας. Ο Στ. Παπαδάκης υπογράμμισε τέλος, ότι σύμφωνα με τον έλεγχο του ΣΔΟΕ, το υπό διερεύνηση χρηματικό ποσό του ζεύγους Παπαντωνίου δεν δικαιολογούνταν περίπου 600.000 ευρώ. Η υπεράσπιση πάντως στην έναρξη της διαδικασίας ζήτησε να μην εξεταστεί ο μάρτυρας ελεγκτής, με το σκεπτικό πως έχει εκδοθεί απόφαση του διοικητικού εφετείου που ακυρώνει την έκθεση του ΣΔΟΕ.
Το δικαστήριο απέρριψε την ένσταση με το σκεπτικό πως ακόμα και αμετάκλητη απόφαση διοικητικού δικαστηρίου δεν αποτελεί δεδικασμένο για το ποινικό δικαστήριο. Επίσης, το δικαστήριο απέρριψε το αίτημα της υπεράσπισης που ζήτησε την αποβολή της πολιτικής αγωγής που έχει δηλώσει το ελληνικό δημόσιο στη δίκη. Πρωτόδικα το δικαστήριο καταδίκασε σε ποινή φυλάκισης τεσσάρων ετών ο καθένας τόσο τον πρώην υπουργό όσο και τη σύζυγό του και επιδίκασε επίσης χρηματική ποινή 100.000 έκαστος και αποζημίωση υπέρ του Δημοσίου 50.000 ευρώ έκαστος λόγω ηθικής βλάβης. Η δίκη συνεχίζεται στις 30 Οκτωβρίου.