Ανησυχία, προκαλεί η νέα έκθεση της Deloitte, που εκτιμά ότι μέχρι το τέλος του χρόνου, τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια του ελληνικού τραπεζικού συστήματος, θα αυξηθούν στο 45% του συνόλου των δανείων. Η εταιρία που είναι μέλος της Deloitte Touche Tohmatsu Limited της μεγαλύτερης εταιρείας παροχής συμβουλευτικών υπηρεσιών σε όλο τον κόσμο, στην έκθεσή της «Deleveraging Europe 2015 – 2016» η οποία εξετάζει την πορεία της ευρωπαϊκής αγοράς πωλήσεων δανείων κατά την διάρκεια του 2015, καταγράφει δυσμενείς εξελίξεις στην ελληνική αγορά.
Συγκεκριμένα, όπως αναφέρεται, μετά από την ανάλυση των τραπεζικών δεδομένων της προηγούμενης χρονιάς, φαίνεται ότι οι τέσσερις συστημικές τράπεζες που αποτελούν σχεδόν το 95% του ελληνικού τραπεζικού συστήματος, είχαν στο χαρτοφυλάκιό τους περί τα 112 δισ. ευρώ δάνεια που είτε ήταν «κόκκινα», είτε «κοκκίνιζαν», τα λεγόμενα υπο-εξυπηρετούμενα. Αυτά τα δάνεια ήταν το 42% του συνόλου των δανείων τους. Αυτό μαζί με τις εξελίξεις που έχουν φέρει νέες πιέσεις στην ελληνική Οικονομία, συνθέτουν μία εικόνα αύξησης των μη εξυπηρετούμενων δανείων.
Μετά τα τελευταία τεστ αντοχής (stress test) της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), οι κεφαλαιακές ανάγκες των ελληνικών συστημικών τραπεζών διαμορφώθηκαν λίγο πάνω από 14 δισ. ευρώ. Η ολοκλήρωση της ανακεφαλαιοποίησης έδωσε μία «ανάσα», βάζοντας τις βάσεις για «αυξημένη δραστηριότητα διάθεσης μη εξυπηρετούμενων δανείων σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα στην Ελλάδα».
Σύμφωνα με την εταιρία μέχρι το τέλος του έτους, τα «κόκκινα» δάνεια στην Ελλάδα αναμένεται να αυξηθούν κατά 11% στο 45% του συνόλου των δανείων. Αυτό μαζί με τις αυξανόμενες πιέσεις από τους δανειστές, αναμένεται να συντελέσει στην πώληση των δανείων αυτών στην νέα αγορά που δημιουργείτε.
Στην έκθεση τονίζεται ότι, η χώρα μας εξακολουθεί να υποφέρει από υψηλό χρέος και οικονομική αστάθεια, με αποτέλεσμα αύξηση της αβεβαιότητας και μικρότερη διάθεση για επενδύσεις.
Την ίδια στιγμή στην Ευρώπη, οι πωλήσεις των μη εξυπηρετούμενων δανείων και των μη στρατηγικών περιουσιακών στοιχείων των τραπεζών έφτασαν τα 104,3 δισ. ευρώ το 2015, ενώ συνολικά οι συναλλαγές απέφεραν περισσότερα από 300 δισ. ευρώ.
Για τις τράπεζες, η αγορά των μη εξυπηρετούμενων δανείων ενισχύει τα διαθέσιμα κεφάλαιά τους γεγονός που υποβοηθάει τη διάθεση νέου δανεισμού στην πραγματική οικονομία. Πιο συγκεκριμένα, μια δραστήρια αγορά πωλήσεων χαρτοφυλακίων μη εξυπηρετούμενων δανείων:
- Μειώνει τους επιβαρυντικούς παράγοντες για τις τράπεζες,
- Αποδεσμεύει ανθρώπινους πόρους και κεφάλαια προς όφελος νέων χρηματοδοτήσεων.
- Βελτιώνει τη διαχείριση τραπεζικού κινδύνου και προσελκύει το ενδιαφέρον επενδυτικών ιδρυμάτων.