Το κουαρτέτο εισηγήθηκε στην κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ την περαιτέρω ελάττωση των κρατικών δαπανών, προτείνοντας να μπει κόφτης δαπανών βάσει του οποίου θα προσδιορίζεται το ετήσιο ποσοστό μείωσης του δημοσίου χρέους της χώρας. Είτε μπει, είτε δεν μπει κόφτης των κρατικών δαπανών, η καίρια διαπίστωση είναι ότι η μείωση του δημοσίου χρέους της Ελλάδας, εξαρτάται από τρεις βασικούς παράγοντες και πιο συγκεκριμένα, από τις αναπτυξιακές επιδόσεις της ελληνικής οικονομίας, τη συρρίκνωση των κρατικών δαπανών και το ρυθμό αύξησης των δημοσίων εσόδων. Ωστόσο, στην περίπτωση της χώρας μας, υπάρχει το ακανθώδες πρόβλημα της παρατεταμένης κρίσης που μετά το 2007 διέρχεται η εθνική οικονομία, με συνέπεια τα κρατικά έσοδα να ελαττώνονται αντί να αυξάνονται, οι δημοσιονομικές δαπάνες να διατηρούνται σχετικά σε υψηλά επίπεδα και τα διογκούμενα ελλείμματα να τροφοδοτούν τη λερναία Ύδρα του δημοσίου χρέους. Σε συνθήκες εντεινόμενης οικονομικής-δημοσιονομικής κρίσης, το βάρος της ασκούμενης μακροοικονομικής πολιτικής πρέπει να πέσει στο σκέλος των δαπανών και στη μεγαλύτερη επιβάρυνση των εχόντων και κατεχόντων της ντόπιας νομενκλατούρας.

Τα στατιστικά στοιχεία του πίνακα είναι λίαν αποκαλυπτικά και πιστοποιούν το δημοσιονομικό αδιέξοδο της χώρας. Το 2009 το σύνολο των κρατικών δαπανών συμπεριλαμβανομένων των τοκοχρεολυσίων για την εξυπηρέτηση του δημοσίου χρέους ανήλθε στο εξωφρενικό ποσό των 154,4 δις ευρώ (€) και τα δημόσια έσοδα στα 88,6 δις €. Κάτω υπό αυτές τις συγκλονιστικές δημοσιονομικές συνθήκες ήταν δυνατόν η χώρα μας να μην χρεοκοπούσε; Ήταν δυνατόν μια χώρα που τα δημόσια έσοδα κάλυπταν μόλις το 57,4% των συνολικών κρατικών δαπανών να μην θεωρείτο χρεοκοπημένη; Οι ευθύνες των κυβερνήσεων ΠΑΣΟΚ-ΝΔ που διαχειρίστηκαν τα Δημόσια Οικονομικά της χώρας ήταν μειοδοτικές. Η πορεία προς την πτώχευση της πατρίδας ήταν νομοτελειακή. Πώς ήταν δυνατόν η Ελλάδα να μην χρεοκοπούσε το 2009, όταν κατά την διάρκεια της περιόδου 1980-2009, η μέση ετήσια ποσοστιαία αύξηση των κρατικών δαπανών ήταν ταχύτερη εκείνης των δημοσίων εσόδων, με αποτέλεσμα τη συνεχή διόγκωση των κρατικών ελλειμμάτων και την ανεξέλεγκτη ανοδική πορεία του δημοσίου χρέους;
Την περίοδο 2009-2015 ο ρυθμός μείωσης των πρωτογενών κρατικών δαπανών δεν ήταν ο αναμενόμενος. Μετά από εξαετή περίοδο αδυσώπητης δημοσιονομικής προσαρμογής και παρατεταμένης οικονομικής κρίσης, οι πρωτογενείς δαπάνες την περίοδο 2009-2015 από 112,7 θα έπρεπε να είχαν πέσει κάτω από 80 δις €. Το κομματικό κράτος φρενάρει κάθε προσπάθεια εξυγίανσης του κρατικού μηχανισμού και δραστικής μείωσης των δημοσιονομικών δαπανών. Με κριτήριο τα στοιχεία του 2015, σε σύνολο πρωτογενών δαπανών της γενικής κυβέρνησης 90,7 δις €, οι δαπάνες για μισθούς και συντάξεις ήταν 45 δις €. Γιατί η κυβέρνηση με την τρόικα δεν ψαλιδίζουν μέρος από τις εναπομείνασες δαπάνες των 45,7 δις και εμμένουν στο πετσόκομμα μισθών και ιδίων των συντάξεων; Δεν θα πρέπει να μας διαφεύγει ότι στο ευρύτερο δημόσιο τομέα απασχολούνται τουλάχιστον 1.200.000 άτομα, οι περισσότεροι των οποίων έχουν επιλεγεί με κομματικά κριτήρια.
Το ελληνικό κράτος άνετα θα μπορούσε να λειτουργήσει με 500.000 άτομα. Αναμφίβολα, το κομματικό κράτος με τα κομματόσκυλα και τους επαγγελματίες καρεκλοκένταυρους της κρατικής-τραπεζικής εξουσίας, αποτελούν τροχοπέδη στην προσπάθεια μείωσης των δημοσίων δαπανών και ανασχετικό παράγοντα στην αναβάθμιση της ανταγωνιστικότητας της εθνικής μας οικονομίας.