Ακόμα και ο Σόιμπλε, βλέπει επιστροφή της Ελλάδας στις αγορές
Σημαντική βελτίωση για τους ελληνικούς τίτλους, έφεραν τα καλά νέα από την Μάλτα. Ανακτάται το χαμένο έδαφος, των προηγούμενων μηνών, στις διεθνείς αγορές, μετά την ανακοίνωση της συμφωνίας κυβέρνησης και θεσμών. Ιδιαίτερα θετική, κρίνεται και η παρέμβαση του Γερμανού υπουργού Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, ο οποίος επεσήμανε ότι συχνά οι εκτιμήσεις του ΔΝΤ είναι «πιο απαισιόδοξες» από την πραγματικότητα, προβλέποντας στη συνέχεια, ότι η Ελλάδα δεν θα χρειαστεί τέταρτο πρόγραμμα διάσωσης και ότι το 2018, θα είναι σε θέση να βγει στις αγορές.
Συγκεκριμένα, σημαντική βελτίωση κατεγράφη στην απόδοση των βραχυπρόθεσμων ελληνικών τίτλων, που λήγουν τον Απρίλιο του 2019. Το επιτόκιο, μειώθηκε κατά 23 μονάδες βάσης στο 7,70%. Αναλυτικά, μετά τα καλά νέα από την Μάλτα, οι αποδόσεις στα 2ετή ελληνικά ομόλογα υποχωρούν στο 7,836% και κατά 1,64%. Οι αποδόσεις στα 10ετή υποχωρούν στο 7,061% με πτώση 1,36%, μετά από πέντε ημέρες που καταγραφοταν άνοδος.
Σύμφωνα με το πρακτορείο Reuters, η δήλωση του Προέδρου του Eurogroup Γερούν Ντάισελμπλουμ ότι Ελλάδα και δανειστές συμφώνησαν στις μεταρρυθμίσεις, ήταν πηγή εφορίας για τις αγορές.
Όπως τονίζουν και διεθνείς αναλυτές, έχει ιδιαίτερη σημασία, ότι οι αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων για πρώτη φορά μετά τις 29 Μαρτίου. Μετά τις πιέσεις που έφερε η καθυστέρηση στην ολοκλήρωση της β’ αξιολόγησης, η σημερινή απόφαση του Eurogroup ανοίγει τον δρόμο για την επιστροφή των θεσμών και δημιουργεί αισιοδοξία ότι εκταμίευση της επόμενης δόσης του ελληνικού προγράμματος θα πραγματοποιηθεί πριν από τις πληρωμές του Ιουλίου προς τους δανειστές.
Η καθυστέρηση στην επίτευξη, συμφωνίας, είχε αρνητικές συνέπειες την ελληνική Οικονομία και οι ανησυχίες των επενδυτών είχαν ενταθεί σημαντικά με μνήμες από το 2015. Η συμφωνία, απομακρύνει αυτό το ενδεχόμενο, ενώ παράλληλα αναμένεται να διορθώσει την υποχώρηση στους Οικονομικούς δείκτες και τις πιέσεις στις ελληνικές τράπεζες. Το νέο μεγάλο στοίχημα είναι η τελική συμφωνία να επιτευχθεί με ταχείς ρυθμούς, ώστε να μην μπουν σε κίνδυνο οι στόχους του προγράμματος και ειδικά αυτοί της ανάπτυξης του 2017.