ΠορεΥεται λοιπόν η Ελλάδα – και όχι απλώς η Κυβέρνηση Τσίπρα ή η σημερινή πλειοψηφία: αυτό είναι χρήσιμο, ή μάλλον αναγκαίο, να μην μας φεύγει από τα μάτια, όσο κι αν φτιαχνόμαστε με τις ΕλληνοΕλληνικές έριδες και την μηντιακή τους ανατροφοδότηση – προς τα αληθινά δύσκολα, μετά και την Κορυφή ΕΕ/Τουρκίας και την διμερή συνάντηση της Σμύρνης (στο μέτρο που ολοκληρωθούν χωρίς ανατροπές, εννοείται). Αυτή ακριβώς η “πορεία στα δύσκολα” ας συνειδητοποιηθεί ότι αλλάζει, από μόνη της, το περιεχόμενο εννοιών και προσεγγίσεων όπως “συναίνεση”, “συνεργασία”, ακόμη-ακόμη “Κυβέρνηση ευρύτερης στήριξης”/”Οικουμενική” – αλλά και “πορεία προς εκλογές”.
Το λέμε/το καταγράφουμε αυτό τώρα σε κάποια απόσταση από την ταλαίπωρη την σύσκεψη των Πολιτικών Αρχηγών με όλους τους αρνητισμούς που – προβλεπτό, όμως όταν συμβαίνει πικραίνει… – έφερε στην επιφάνεια. Ίσως την σωστότερη εκδοχή αρνητισμού να εξέφρασε ο Δημήτρης Κουτσούμπας: προσήλθε (πάντοτε με την γραβάτα του, ό,τι κι αν επιλέγει το Συριζέϊκο πρωτόκολλο ριζοσπαστισμού) ώστε να μην υποτιμηθεί ο θεσμός. έμεινε σ’ ένα τμήμα της αδιέξοδης συζήτησης καθιστώντας σαφές ότι δεν θα συμφωνήσει το ΚΚΕ σε κοινά συμπεράσματα/κοινό ανακοινωθέν. και έφυγε εγκαίρως. Ο Βασίλης Λεβέντης της Ένωσης Κεντρώων παρέστη για να επαναφέρει για νιοστή φορά την πρόταση/έκκληση/απαίτηση Οικουμενικής σ’ ένα σύνολο πολιτικών ηγετών που – ο καθείς από την δική του πλευρά – υπονόμευε κάθε κοινή προσέγγιση, πόσο μάλλον συναίνεση, πόσο μάλλον οποιαδήποτε κοινή ανάληψη ευθύνης (γιατί αυτό, και όχι διαγούμισμα χαρτοφυλακίων είναι η Οικουμενική – όχι;) Άλλωστε όταν ο Αλέξης Τσίπρας – Πρωθυπουργός – πήγε να “ανοίξει” προοπτική αναζήτησης μίνιμουμ έστω συναίνεσης πέραν του Προσφυγικού, είχαν την περίεργη προσέγγιση… ψηφοφορίας. Που βγήκε πανηγυρικά αρνητική.
Από κει και πέρα, το αίτημα της Φώφης Γεννηματά – που το θεώρησε τόσο καθοριστικό ώστε να προσέλθει με “σκονάκι” προκειμένου να καταγραφεί αυτούσιο από τους πρακτικογράφους – να αναγνωρίσει η Κυβέρνηση ρητά ότι δεν μπορεί να διαχειριστεί την κατάσταση λειτούργησε ως άλλο ένα μέτρο της απόστασης από κάθε μίνιμουμ έστω συναίνεση. Ενώ και του Σταύρου Θεοδωράκη η έμφαση στην “αναγνώριση ευθυνών της Κυβέρνησης” (αν και χωρίς να πάει να το κάνει προαπαιτούμενο προκειμένου να προσέλθει στο κοινό ανακοινωθέν) δεν άφηνε και πολλά περιθώρια στις πιο λειτουργικές προσεγγίσεις του Ποταμιού, π.χ. για ειδικές δομές για τα παιδιά και μάλιστα τα ασυνόδευτα, αλλά και για ορισμό υπερυπουργού για το Προσφυγικό (ονόματα δεν κατατέθηκαν, όμως η διαρροή περί Μιχάλη Χρυσοχοΐδη είχε ένα ενδιαφέρον).
Έτσι φθάσαμε – δηλαδή έφθασαν οι Πολιτικοί Αρχηγοί, ενώ το ρολόι της ιστορίας έκανε τικ-τακ, τικ-τακ – στο άνευρο κοινό ανακοινωθέν που έλεγε όλα τα σωστά και αναμενόμενα αλλά τίποτε το λειτουργικό. και έμεινε πίσω τι; Μα… ότι τις συναινέσεις και τις συνεργασίες κρίσεως και τις Οικουμενικές τις φέρνει η ανάγκη και μόνον η ανάγκη. Η ανυποχώρητη και μη ανοιχτή σε ερμηνείες ανάγκη. Η ίδια που φέρνει, άλλωστε, και τις εκλογές σε τέτοιες συνθήκες.