Του Δημήτρη Κοιλάκου από την Κυριακάτικη Kontranews
Το άνοιγμα των σχολείων, μετά από δύο μήνες αναστολής της λειτουργίας των Δημοτικών και των Νηπιαγωγείων και εγκλεισμού των παιδιών, επιβεβαίωσε ότι καμία από τις συγκεκριμένες διεκδικήσεις που έχουν διατυπωθεί από τους εκπαιδευτικούς, τους γονείς και τους μαθητές δεν ικανοποιήθηκε.
Η πραγματικότητα φέρνει άμεσα στο προσκήνιο τις τεράστιες ευθύνες της κυβέρνησης και των προκατόχων της για τα 25άρια και 27άρια τμήματα, που λειτουργούν σε κοντέινερ, καθώς και για τα μεγάλα κενά σε εκπαιδευτικούς, ακόμα και σε μαθήματα κατεύθυνσης για τους μαθητές που προετοιμάζονται για τις πανελλαδικές. Ακόμα πιο ουσιαστικό, όμως, είναι ότι εν έτει 2021 ο λαός μας καλείται να συμβιβαστεί με αριθμό μαθητών, ανά τμήμα, πολύ πιο πάνω από τον εκπαιδευτικά δόκιμο, με μειωμένο αριθμό εκπαιδευτικών που δεν αρκεί για να αναβαθμιστεί ουσιαστικά το περιεχόμενο της εκπαίδευσης (κι ενώ υπάρχει επάρκεια αποφοίτων από τις αντίστοιχες σχολές), αλλά και με σχολικές υποδομές και εξοπλισμό που αντιστοιχεί στις απαιτήσεις του προηγούμενο αιώνα.
Πρόκειται μήπως για αδιαφορία των κυβερνώντων; Αν ήταν έτσι, τότε δε θα βλέπαμε τόσο μεγάλη σπουδή να νομοθετούνται διαρκώς σοβαρές αλλαγές στην εκπαίδευση. Λίγο πριν τις γιορτές, η κυβέρνηση έσπευσε να νομοθετήσει -καθ’ υπόδειξη του ΣΕΒ- αλλαγές στην τεχνικο-επαγγελματική εκπαίδευση και ρυθμίσεις για την ισοτίμηση των κολεγίων με τα πανεπιστήμια, ενώ προ ημερών παρουσίασε νομοσχέδιο που περιλαμβάνει αλλαγές στο σύστημα πρόσβασης στα πανεπιστήμια. Είναι αξιοσημείωτο ότι πρόκειται ακριβώς για τους ίδιους τομείς στους οποίους εστίασε το νομοθετικό της έργο και η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ.
Συνδυαστικά, τα παραπάνω αποσκοπούν στην εξώθηση μεγάλου ποσοστού παιδιών της λαϊκής οικογένειας απ’ το να ολοκληρώσουν το Γενικό Λύκειο, με προφανή αρνητικό αντίκτυπο στη μόρφωσή τους. Κι όλα αυτά τη στιγμή που ακούμε από την κυβέρνηση και τα άλλα αστικά κόμματα πομπώδη φληναφήματα περί «4ης βιομηχανικής επανάστασης» κ.λπ., που -αν μη τι άλλο- υποδεικνύει ως ανάγκη την ολόπλευρη μόρφωση.
Δεν είναι τυχαίο ότι με το νομοσχέδιο, όπου περιλαμβάνονται τα μέτρα που δυσχεράνουν την εισαγωγή στα πανεπιστήμια, επιχειρείται να επανέλθουν τα χρονικά όρια φοίτησης και να νομιμοποιηθεί η περαιτέρω κατηγοριοποίηση των τμημάτων. Η στόχευση είναι διπλή: Αφενός, η ενίσχυση της κατηγοριοποίησης μεταξύ αποφοίτων διάφορων μορφών και βαθμίδων εκπαίδευσης, ώστε να συμπιεστούν προς τα κάτω τα δικαιώματα και οι προοπτικές τους στη «ζούγκλα» της αγοράς εργασίας. Αφετέρου, η αύξηση του τζίρου μιας παράλληλης αγοράς εκπαιδευτικών προϊόντων και υπηρεσιών, ενός εμπορίου πιστοποιήσεων κατάρτισης και προσόντων, για να εξασφαλίζεται και η διαθεσιμότητα εργατικού δυναμικού προσαρμοσμένου στις πρόσκαιρες απαιτήσεις των διαφόρων μεγαλοεπιχειρηματιών. Αυτή είναι και η περίφημη σύνδεση της εκπαίδευσης με την αγορά.
Την ώρα που παραμένουν οι τεράστιες ελλείψεις σε καθηγητές, εργαστηριακό εξοπλισμό και φοιτητική μέριμνα, η κυβέρνηση βρίσκει στο άψε – σβήσε 30 εκατ. ευρώ για μηχανισμούς καταστολής στα πανεπιστήμια, αλλά προχωρά σε 8% μείωση του τακτικού προϋπολογισμού των πανεπιστημίων για το 2021.
Με χιλιάδες πανεπιστημιακούς, φοιτητές και νέους επιστήμονες, εκατοντάδες μαθητικά συμβούλια, Συλλόγους και Ενώσεις Γονέων, Συλλόγους Φοιτητών και μελών ΔΕΠ, να εκφράζουν την αντίθεσή τους στις προθέσεις της κυβέρνησης να προωθήσει περαιτέρω την ατζέντα που παρέλαβε από τους προκατόχους της, είναι γελασμένοι όσοι νομίζουν ότι μπορούν να νομοθετήσουν ανεμπόδιστοι, ειδικά εν μέσω της φετινής σχολικής χρονιάς, αλλαγές στο τρόπο πρόσβασης στα ΑΕΙ και εγκαθίδρυση αστυνομικού σώματος στα πανεπιστημιακά. Το ΚΚΕ, με όλες του τις δυνάμεις, μπαίνει μπροστά για τη αγωνιστική διεκδίκηση των σύγχρονων αναγκών της νεολαίας σε μόρφωση, δουλειά και ζωή.
* Μέλος του Τμήματος Παιδείας και Έρευνας της ΚΕ του ΚΚΕ