Είχαμε ευθύς εξ αρχής επισημάνει ότι καθόλου τυχαία και αθώα δεν ήταν η «προτροπή» των Ευρωπαίων εταίρων μας, για τη διοργάνωση «κοινών περιπολιών», με την Τουρκία, στο Αιγαίο, ως μόνης λύσης, για την αντιμετώπιση των προσφυγικών-μεταναστευτικών κυμάτων.
Το ότι την προώθηση της «φαεινής» ιδέας ανέλαβε ο «φίλος» μας κ. Γιούνκερ, που επανήλθε «δριμύτερος», δείχνει δύο πράγματα: Πρώτον, ότι δεν πρόκειται για «πυροτέχνημα», ούτε καν για έμμονη ιδέα κάποιων «ακραίων κύκλων», όπως θέλουν να την εμφανίσουν κάποιοι στην Ελλάδα. Δεύτερον, η επιστράτευση του «φιλέλληνα» προέδρου της Κομισιόν, προσδιορίζει το βαθμό και την ένταση της πίεσης, που θα ασκηθεί και το επόμενο διάστημα, στη χώρα μας. Το τι θα σημαίνει η τυχόν αποδοχή μιας τέτοιας πρότασης, μπορούμε να το καταλάβουμε, αν αναλογιστούμε πως η αμφισβήτηση του υφιστάμενου καθεστώτος και η αξίωσή της για συνεκμετάλλευση στο Αιγαίο, από την πλευρά της Αγκυρας, ξεκίνησε από την άρνηση παροχής υπηρεσιών διάσωσης σε τουρκικά πλοία, από τις ελληνικές αρχές, στις θαλάσσιες εκείνες περιοχές, που η Τουρκία έχει προσδιορίσει ως αμφισβητούμενες ή «γκρίζες ζώνες» . Από μια τέτοια άρνηση ξεκίνησε η μεγαλύτερη κρίση στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, εκείνη των Ιμίων, την περίοδο Δεκεμβρίου 1995-Ιανουαρίου 1996, με τη (μάλλον σκόπιμη) προσάραξη ενός τουρκικού εμπορικού πλοίου. Δυστυχώς, η τότε κυβέρνηση Σημίτη, έσπευσε να αποδεχθεί το βάσιμο, αν μη τι άλλο, των τουρκικών απαιτήσεων, τόσο με τον τρόπο, με τον οποίο εξελίχθηκε και διευθετήθηκε εκείνη η κρίση όσο και, κυρίως, με την εν συνεχεία αποδοχή της λογικής των «γκρίζων ζωνών», με το Σύμφωνο της Μαδρίτης (1997).
Αδυνατούμε να πιστέψουμε ότι οι ευρωπαϊκοί μηχανισμοί ή κράτη όπως η Γερμανία, αγνοούν την προϊστορία και τις ειδικές συνθήκες στο Αιγαίο, ώστε να μην αντιλαμβάνονται τι σημαίνει η «αθώα» πρότασή τους και ότι τα ελληνοτουρκικά σύνορα δεν είναι σαν τα σύνορα Γερμανίας-Αυστρίας, επί παραδείγματι. Η επιμονή τους επομένως, διανθισμένη μάλιστα και με υπαινικτικές απειλές, όπως αυτή της Γερμανίδας καγκελαρίου, για το ενδεχόμενο συρράξεων, μεταξύ βαλκανικών κρατών, εξαιτίας των προσφυγικών ροών, στην καλύτερη εκδοχή, δείχνει ότι δε διστάζουν να πριμοδοτούν τις αναθεωρητικές βλέψεις της Τουρκίας στο Αιγαίο (και όχι μόνο), προκειμένου να αποποιηθούν τις δικές τους ευθύνες. Σε κάθε περίπτωση, θα πρέπει να αντιληφθούν ότι ξεπερνούν κάθε όριο, καθώς δε μιλάμε για κάποιες «λωρίδες» θαλάσσιου χώρου, αλλά για την εθνική μας κυριαρχία, που δε μπαίνει σε καμιά «μοιρασιά».