ΣΤΙΣ ΚΑΛΠΕΣ ΟΙ ΙΤΑΛΟΙ ΓΙΑ ΤΟ ΚΡΙΣΙΜΟ ΔΗΜΟΨΗΦΙΣΜΑ
Για το μέλλον της Ιταλίας και της Ευρώπης ολόκληρης αποφασίζουν οι Ιταλοίο που σπεύδουν στις κάλπες για το κρίσιμο δημοψήφισμα για τη συνταγματική αναθεώρηση, που ενδέχεται να επιφέρει κατάρρευση της κυβέρνησης Ρέντσι σε περίπτωση που αναδειχθεί πλειοψηφία το “όχι”.
«Αν χάσω το συνταγματικό δημοψήφισμα, θα εγκαταλείψω την πολιτική», είχε δηλώσει πριν από έναν χρόνο ο 41 ετών Ρέντσι, ο οποίος έφθασε στην εξουσία τον Φεβρουάριο του 2014 με τη βούληση να αλλάξει τα πάντα στην Ιταλία. Στη συνέχεια εξήγησε πως ήταν λάθος το γεγονός ότι προσωποποίησε υπερβολικά την ψηφοφορία αυτή.
Έκτοτε προσπάθησε με συνεντεύξεις, συγκεντρώσεις ή παρεμβάσεις στους ιστότοπους κοινωνικής δικτύωσης, να πείσει για το βάσιμο της μεταρρύθμισής «του», που υποτίθεται ότι θα απλουστεύσει την πολιτική ζωή σε μια χώρα η οποία έχει δει 60 κυβενήσεις να παρελαύνουν από το 1948.
Η συνταγματική αναθεώρηση προβλέπει δραστική μείωση των εξουσιών της Γερουσίας, η οποία δεν θα ψηφίζει πλέον για την παροχή ψήφου εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση ούτε και για να επικυρώνει τους περισσότερους από τους νόμους, έναν περιορισμό των εξουσιών των περιφερειών και την κατάρτηση των επαρχιών.
Οι Ιταλοί κρατούν την κατάσταση στα χέρια τους. “Ναι” ή “Όχι”;
Οι τελευταίες δημοσκοπήσεις, που δημοσιοποιήθηκαν πριν από δύο εβδομάδες, καθώς απαγορεύεται η δημοσιοποίησή τους τις 15 ημέρες που προηγούνται της ψηφοφορίας, έδιναν προβάδισμα 5 έως 8 μονάδων στο όχι.
Ο Ρέντσι πίεσε τους οπαδούς του να καταρρίψουν τις επιφυλάξεις των αναποφάσιστων, ώστε να ψηφίσουν υπέρ του δημοψηφίσματος.
«Είναι τόσο πολλοί, οφείλουμε να πάμε να τους βρούμε, έναν προς έναν, επειδή όλα παίζονται αυτές τις 48 ώρες», υπογράμμισε.
Η ψηφοφορία έχει ολοκληρωθεί από το βράδυ της Πέμπτης για τα τέσσερα εκατομμύρια των Ιταλών που ζουν στο εξωτερικό και, σύμφωνα με τα ιταλικά μέσα ενημέρωσης, η συμμετοχή υπήρξε υψηλή.
Τι αναφέρει ο ιταλικός Τύπος
Όπως ήταν αναμενόμενο, εκτεταμένη αναφορά, με σχόλια και αναλύσεις, κάνει σήμερα ο ιταλικός Τύπος στο αυριανό συνταγματικό δημοψήφισμα. “Φτάσαμε στη στιγμή της αλήθειας μετά από μια απ΄τις κουραστικότερες εκστρατείες της ιστορίας της αβασίλευτης Δημοκρατίας”, γράφει η εφημερίδα του Μιλάνου Κοριέρε Ντέλα Σέρα.
Σύμφωνα με τον διευθυντή της εφημερίδας, Λουτσιάνο Φοντάνα, “διχάστηκαν οικογένειες, έγινε ουσιαστική κατάληψη και μονοπωλήθηκε από την πολιτική ο τηλεοπτικός χρόνος, μέρος των ξένων εφημερίδων έγραψε ότι είμαστε στον τρίτο σταθμό της παρακμής της Δύσης, μετά το Brexit και τη νίκη του Tραμπ”.
Ο Φοντάνα υπογραμμίζει ότι η εφημερίδα του αμφιβάλλει σοβαρά πως “οι μεταρρυθμίσεις αυτές άξιζαν όλα αυτά”. “Θεωρούμε ότι ήταν σαφώς πιο σημαντικές, κάποιες μεταρρυθμίσεις σχετικά με το φορολογικό σύστημα, την ανταγωνιστικότητα, τη γραφειοκρατία, την παιδεία και την έρευνα, οι οποίες θα έδιναν, επιτέλους, νέα ώθηση σε μια χώρα η οποία δεν αναπτύσσεται αρκετά”, προσθέτει η Κοριέρε.
“Τώρα δεν μπορούμε παρά να περιμένουμε το ελεύθερο και δημοκρατικό αποτέλεσμα που αύριο θα προκύψει από τη βούληση των πολιτών”, σημειώνει η εφημερίδα του Μιλάνου.
Παράλληλα, καθιστά σαφές ότι “από τη Δευτέρα, όποιο και αν είναι το αποτέλεσμα, πρέπει να αποκατασταθεί το πολιτικό κλίμα, να βρεθεί και πάλι ο ορθολογισμός και να εντοπισθούν οι αναγκαίες προτεραιότητες”.
Ο διευθυντής της εφημερίδας Λα Ρεπούμπλικα, Μάριο Καλαμπρέζι, σε σχόλιό του με τίτλο “πώς να επανενωθεί μια δηλητηριασμένη χώρα”, γράφει ότι “οι σημερινοί τόνοι και το όλο κλίμα, αλλά και η λεκτική βία, φέρνουν στον νου, κυρίως, τους διχασμούς της περιόδου που ακολούθησε τον Πρώτο και τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο”. Ο Καλαμπρέζι υπενθυμίζει ότι “από την πρώτη περίπτωση, πριν από σχεδόν έναν αιώνα, προέκυψε ένα αυταρχικό καθεστώς, ενώ από τη δεύτερη, η ανοικοδόμηση της χώρας στέφθηκε με επιτυχία”.
“Σήμερα ζούμε σε μια εποχή που θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί μια τρίτη μεταπολεμική περίοδος: η σύγκρουση έγινε θεσμική, με το τέλος των κομματικών δομών, αλλά και οικονομική, με μια κρίση η οποία κατέστρεψε τη μέση αστική τάξη, τις προσδοκίες, και διέλυσε το κοινωνικό σύμφωνο, το οποίο βασιζόταν στην πεποίθηση ότι τα παιδιά θα είχαν μια καλύτερη ζωή από εκείνη των γονιών τους”, τονίζει ο διευθυντής της εφημερίδας της Ρώμης.
Ο Μάριο Καλαμπρέζι πιστεύει, επίσης, ότι “ο Ρέντσι εργάσθηκε για τον εκσυγχρονισμό της χώρας, η κυβέρνηση αυτή ενδιαφέρθηκε, όντως, για τα κοινωνικά δικαιώματα και την υποδοχή των προσφύγων, αλλά απουσιάζουν υπερβολικά, από την ατζέντα, τα προβλήματα των νέων και υπάρχει, επίσης, μια δυσκολία στο να κατανοηθεί και να μειωθεί η δυσαρέσκεια”.
Ζητά από όλες τις πολιτικές δυνάμεις να αποδεχθούν το αποτέλεσμα που θα προκύψει από τις κάλπες, χωρίς διαμαρτυρίες και εκδικητικές τάσεις, “σε μια προσπάθεια να καταφέρουν να οικοδομήσουν κάτι, αντί να νομίζουν ότι υπάρχει ακόμη οτιδήποτε που πρέπει να καταστραφεί”.
Η εφημερίδα Ιλ Φάτο Κουοτιντιάνο, σε “εξώφυλλο” πριν το καθιερωμένο πρωτοσέλιδο, παρουσιάζει γνωστά πρόσωπα της τέχνης και του πολιτισμού, τα οποία δηλώνουν “περήφανα για το ότι ψηφίζουν όχι”. Ανάμεσά τους, οι φωτογραφίες του συγγραφέα Αντρέα Καμιλέρι, του συνταγματολόγου Στέφανο Ροντοτά, του πρώην διευθυντή της εφημερίδας Κοριέρε Ντέλα Σέρα, Φερούτσιο Ντε Μπόρτολι και του μουσικού της ραπ J-Αx.
Ο Αντρέα Καμιλέρι δηλώνει ότι “πρόκειται για μια συγκεχυμένη μεταρρύθμιση, η οποία δεν επιτρέπει στους Ιταλούς να επιλέγουν τους πολιτικούς που πρέπει να τους εκπροσωπούν”. Ο συνταγματολόγος Στέφανο Ροντοτά τονίζει ότι “εντυπωσιάζει η γλωσσική φτώχεια αλλά και εκείνη του περιεχομένου”, στην προτεινόμενη αλλαγή του Συντάγματος, ενώ η επικεφαλής του κεντροαριστερού συνδικάτου Cgil, Σουζάνα Καμούσο, θεωρεί ότι “είναι μια χαμένη ευκαιρία, ενώ θα μπορούσαν να γίνουν οι αλλαγές εκείνες που μπορούν να απλοποιήσουν, αλλά και να ενισχύσουν τους θεσμούς”.
O Φαμπρίτσιο Ροντολίνο, τέλος, σχολιαστής της εφημερίδας “Λ’ Ουνιτά”, η οποία πρόσκειται στο Δημοκρατικό Κόμμα του Ρέντσι, εκτιμά ότι “υπάρχει ένας ψυχολογικός διπολισμός” αφού “το ναι είναι αισιόδοξο και το όχι απαισιόδοξο”.
Σύμφωνα με την ανάλυσή του “με τη θετική ψήφο δηλώνεις ότι είσαι έτοιμος για τα νέα πράγματα που θα ακολουθήσουν. Με την αρνητική επιλογή, αναδιπλώνεσαι στα όσα ήδη υπάρχουν”. Ο Ροντολίνο, δηλαδή, πιστεύει ότι “στην πραγματικότητα είναι σαν να έχουν γράψει, πάνω στα ψηφοδέλτια: είσαι αισιόδοξος;”.