Αν ο χρόνος διενέργειας των εθνικών βουλευτικών εκλογών, παραμένει ακόμη ένα ζητούμενο, αφήνοντας περιθώρια για εικασίες, η εκ των προτέρων γνώση, για το χρόνο διεξαγωγής των αυτοδιοικητικών εκλογών (όπως και των ευρωεκλογών), προσφέρει µια σταθερά, για την ανάπτυξη, από τώρα, των σχετικών διεργασιών.
Βοηθάει προς τούτο ότι έχουν έγκαιρα προσδιοριστεί και οι «τεχνικοί» όροι διεξαγωγής, της προσεχούς εκλογικής αναμέτρησης, µε το νόμο, που πρόσφατα ψηφίστηκε από τη Βουλή. Ειδικότερα, η καθιέρωση της απλής αναλογικής, στην κατανομή των εδρών, στα Δημοτικά και Περιφερειακά Συμβούλια, διαμορφώνει αφ’ εαυτής μια καινούργια πραγματικότητα, που υποχρεώνει, τόσο τις πολιτικές δυνάμεις, όσο και τους δυνάμει υποψηφίους, να σκεφτούν µε νέους όρους, κυρίως στο πεδίο των συμμαχιών και των «επί του πεδίου» συνεργασιών. Εδώ που τα λέμε -κι αυτό άλλωστε είναι το βασικό επιχείρημα των υπέρμαχων του νέου εκλογικού συστήματος- οι έννοιες αυτές, των προεκλογικών συμμαχιών και των μετεκλογικών συνεργασιών, κάθε άλλο παρά άγνωστες σ’ αυτούς που ασχολούνται µε την Αυτοδιοίκηση ή έχουν ασχοληθεί στο παρελθόν. Ακόμη και στα δύσκολα μετεμφυλιακά χρόνια, µε τα πολιτικά πάθη και προκαταλήψεις να δημιουργούν αδιαπέραστα τείχη, οι συμμαχίες αποτελούσαν οργανικό στοιχείο της αυτοδιοικητικής μάχης, υπερβαίνοντας το διαιρετικό και συγκρουσιακό κλίμα της κεντρικής πολιτικής σκηνής. Αυτό, τουλάχιστον, ίσχυσε ανάμεσα στις δυνάμεις του Φιλελεύθερου Κέντρου και της υπό διωγμό της Αριστεράς, επιτρέποντας ιδιαίτερα στην τελευταία, να ξεφύγει από την απομόνωση. Έτσι προέκυψαν οι μεγάλες προσωπικότητες, στο χώρο, µε Αριστερή ή, ευρύτερα, Κεντροαριστερή προέλευση, που, υπερβαίνοντας τα στενά κομματικά πλαίσια, κατάφερναν, µε το έργο και το κύρος τους, να εξασφαλίζουν ευρύτατη αποδοχή. Αναφερόμαστε σε περιπτώσεις δημάρχων -κυρίως στο Λεκανοπέδιο- όπως ο Δημήτρης Μπέης, ο Σάββας Σταματιάδης, ο Νίκος Παπαδιονυσίου, ο Γιάννης Γρύλλης, ο Δημήτρης Φωλόπουλος, ο Νίκος Παξιμαδάς, που συνέχισαν, μετά την επτάχρονη υποχρεωτική «αγρανάπαυση» λόγω της δικτατορίας, μετά τη Μεταπολίτευση, ως και τη δεκαετία του ’90, σε ορισμένες περιπτώσεις.
Έτσι κι αλλιώς, βέβαια, στο νέο, πολύ διαφορετικό και φωτεινό πολιτικό σκηνικό, οι δυνατότητες συμμαχιών ήταν πολύ πιο διευρυμένες, κυρίως δε, πιο απενοχοποιημένες. Τούτο δε φάνηκε «µε το καλημέρα», στις πρώτες δημοτικές εκλογές που, κατ’ εξαίρεση, έγιναν την άνοιξη του 1975. Είχε προηγηθεί -έτσι για την ιστορία- μια μεταβατική περίοδος, μετά την πτώση της χούντας, όπου η «Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας», υπό τον Κωνσταντίνο Καραµανλή, τοποθέτησε, στη θέση των διορισμένων από τη χούντα, πρόσωπα ευρύτερης αποδοχής. Φάνηκε δε, από τις πρώτες ελεύθερες εκλογές, στο πεδίο της Αυτοδιοίκησης, ότι αυτές αποτελούσαν προνομιακό πεδίο, για τις προοδευτικές δυνάμεις, καθώς το εκλογικό σύστημα επέτρεπε, ιδιαίτερα στο δεύτερο γύρο, να αναπτυχθούν συνεργασίες, που αναδείκνυαν την πλειοψηφική δυναμική των προοδευτικών δυνάμεων. Δεν είναι τυχαίο ότι, σ’ αυτές τις πρώτες δημοτικές εκλογές, παρά τη συντριπτική κυριαρχία της ΝΔ, που είχε λάβει 54% των ψήφων και 220 έδρες, στις εκλογές του Νοεμβρίου 1974 -λίγους μήνες πριν- οι δυνάμεις της δημοκρατικής-προοδευτικής αντιπολίτευσης, κατάφεραν, μεταξύ άλλων, να εκλέξουν δημάρχους και στους τρεις μεγάλους δήμους της χώρας, που αποτελούν αντιπροσωπευτικό δείγμα γραφής για το σύνολο της επικράτειας. Τον Γιάννη Παπαθεοδώρου στην Αθήνα, τον Τάσο Βουλόδηµο στον Πειραιά και τον Μιχάλη Παπαδόπουλο στη Θεσσαλονίκη. Έτσι, τέθηκαν από τότε οι βάσεις για μια μακρόχρονη κυριαρχία, που ανακόπηκε το 1986.