Συλλογική δέσμευση για μία ισχυρή Αμυνα

Toυ ΜΠΑΜΠΗ ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΊΟΥ για την Κυριακάτικη Kontranews

Πριν λίγες εβδομάδες, με το κλείσιμο της συζήτησης του Κοινοβουλίου επί του φετινού Προϋπολογισμού, εκατόν εννέα βουλευτές απέρριψαν τις δαπάνες του υπουργείου Εθνικής Αμυνας. Ηταν μια δυσάρεστη έκπληξη. Όχι επειδή η Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΚΚ που τηρεί αυστηρά μια παράδοση, οι ρίζες της οποίας παραμένουν στην εποχή του Ψυχρού Πολέμου αν και αιτιολογείται ως αντίθεση της πάγιας μεταπολεμικής συμμετοχής της χώρας στο Ατλαντικό Σύμφωνο (ΝΑΤΟ), έκανε το «καθήκον» της. Το συνηθίσαμε, αν και κακώς. Αλλά ότι ο ΣΥΡΙΖΑ έκανε το ίδιο, όταν μάλιστα είχε επιλέξει να δηλώσει «παρών» το αμέσως προηγούμενο έτος, προκάλεσε έντονη δυσαρέσκεια όχι μόνον στην ευρύτερη κοινή γνώμη των πολιτών, αλλά και σε όσους, μεταξύ των συμμάχων κρατών, πίστευαν ότι τα ελληνικά κόμματα εξουσίας έχουν πάρει πλέον στα σοβαρά τον εξ Ανατολών κίνδυνο. Αλλωστε, μετά το 2015, έχουν όλα βρεθεί αντιμέτωπα με τις επικίνδυνες διακυμάνσεις των τουρκικών απειλών. Η ευχή που διατύπωσε ο βουλευτής Μανούσος Βολουδάκης, εισηγητής της πλειοψηφίας στον πρώτο προϋπολογισμό της νέας διακυβέρνησης, να υπερψηφίζει πάντοτε η αξιωματική αντιπολίτευση τις δαπάνες άμυνας έμεινε ανεκπλήρωτη.

Ολοι θα θέλαμε να ήταν διαφορετικά τα πράγματα, αλλά δεν γειτονεύουμε με το… Λουξεμβούργο. Οι στρατιωτικές δαπάνες της χώρας, ειδικά μάλιστα τα εξοπλιστικά προγράμματα, αποτελούν θέμα ειδικής προτεραιότητας για μία χώρα που με απόλυτη σαφήνεια υπερασπίζεται την ειρηνική συνύπαρξη λαών και κρατών στα πάντοτε ταραγμένα νερά της Ανατολικής Μεσογείου. Το πρόβλημα με τις επιλογές της ηγετικής ομάδας του πρώην πρωθυπουργού είχε ήδη φανεί σε δύο μεγάλης σημασίας ζητήματα που συζητήθηκαν το 2021 στη Βουλή: το Ελληνο-Γαλλικό Σύμφωνο και το Διεθνές Κέντρο Αεροποτικής Εκπαίδευσης στην Καλαμάτα. Η πλευρά της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης είχε εντόνως και εμφατικώς καταδικάσει τις ενέργειες και τα συμπεφωνημένα της Ελληνικής Κυβέρνησης με τις αντίστοιχες κυβερνήσεις Γαλλίας και Ισραήλ. Με είχε, μάλιστα, εντυπωσιάσει το γεγονός ότι ο κ. Τσίπρας είχε έρθει ο ίδιος να παρέμβει στη συζήτηση για το κέντρο στην Καλαμάτα, υποστηρίζοντας ότι το δικό του σχέδιο ήταν ισάξιο αλλά φθηνότερο, αν και είχε, εκείνο, πολύ μικρότερη εμβέλεια αλλά, σε κάθε περίπτωση, θέλησε να υπενθυμίσει ότι είχε συνεχίσει την τόσο αργοπορημένη ελληνική προσέγγιση με την περήφανη χώρα. Από την εποχή του Σισμίκ και του «βυθίσατε το Χόρα», την ένταξη στις προβληματικές επιχειρήσεις, δηλαδή στον κρατικό προϋπολογισμό, εμβληματικών μονάδων, όπως η ΠΥΡΚΑΛ και η ΕΑΒ αλλά και, με άλλον τρόπο, τα Ναυπηγεία Ελευσίνας και Σκαραμαγκά, η χώρα, απελευθερωμένη -εν τινί μέτρω- από τα δημοσιονομικά δεσμά δεν έχει ξεχάσει την κρίση των Ιμίων, ούτε μπορεί να ξεγράψει την ντροπή της χουντικής προδοσίας απέναντι στον Αττίλα. Η προετοιμασία για μιαν απευκταία σύγκρουση, στηρίζεται στην απαραίτητη υπεροχή της αποτροπής, η οποία, με τη σειρά της απαιτεί πολεμικές ικανότητες. Το μήνυμα πρέπει να είναι σαφές για να είναι σοφό.

Μπορεί, σωστά, να μην ανακοινώθηκε αλλά όταν ο Στόλος βγήκε στο Αιγαίο το προηγούμενο καλοκαίρι, λίγο μετά το βαρύ επεισόδιο του Εβρου, ήταν έτοιμος για τα πάντα. Αυτή την ξεκάθαρη βούληση συμβολίζει, με πολύ συγκεκριμένο και αδιαμφισβήτητο τρόπο, η πρώτη παραλαβή του σπουδαίου όπλου που είναι τα γαλλικά Rafales. Υπάρχει ένας άλλος, πρόσθετος αλλά όχι λιγότερο σημαντικός, λόγος για τον οποίο απαιτείται ομοθυμία στο ζήτημα των στρατιωτικών δαπανών. Το οικονομικό. Όχι στην πλευρά των εξόδων, που είναι, προφανώς, βαρύτατα, αλλά των προσδοκώμενων επενδυτικών εσόδων. Η Ελλάδα χρειάζεται ένα βουνό διεθνών επενδύσεων για να επιτύχει ταχεία ανάπτυξη. Οι διεθνείς επενδυτές χρειάζονται, πέραν άλλων ζητημάτων, να νοιώθουν ότι έρχονται σε ένα κράτος που ξέρει να κρατά με φρόνιμα υψηλό τη θέση του στην κατανομή του περιφερειακού συσχετισμού, ώστε να μην αποστεί από τις δεσμεύσεις που είναι έτοιμο να αναλάβει. Με δύο λόγια, κανείς δεν ενδιαφέρεται να επενδύσει σε μία χώρα που θα τελεί υπό την τρομοκρατία του γείτονα. Από την άποψη αυτή, είναι επείγον να αποκατασταθεί μια καλύτερη συνεννόηση στα ζητήματα αυτά. Το πλαίσιο συζήτησης στην αρμόδια επιτροπή της Βουλής είναι επαρκές για να επιλύονται οι όποιες διαφωνίες μπορεί να προκύπτουν. Με ζητούμενο όμως την (ρεαλιστικώς) ομόφωνη εισήγηση των κομμάτων. Δεν έχουμε την πολυτέλεια κάποιας εμμονικής διαφωνίας. Ούτε βεβαίως να διαμορφώνεται το πρωτόκολλο μίας τόσο λαμπρής εκδήλωσης στην Τανάγρα χωρίς την αυτονόητη παρουσία των αρχηγών όλων των κομμάτων που αντιλαμβάνονται αυτή την ανάγκη συντονισμού, πραγματιστικού και δεσμευτικού, για την Άμυνα.

* Δημοσιογράφος και βουλευτής (Β3 Αθηνών, ΝΔ)

Δείτε επίσης

Τελευταία Άρθρα

Τα πιο Δημοφιλή