Ορατή βελτίωση στην αγορά, δείχνουν τα στοιχεία Απριλίου για τον Δείκτη Οικονομικού Κλίματος, που έδωσε στη δημοσιότητα το ΙΟΒΕ. Ο Δείκτης, επέστρεψε σε ανοδική τροχιά, ακολουθώντας τη θετική τάση των προηγούμενων μηνών, φτάνοντας τις 103,6 μονάδες από 99,8 τον Μάρτιο.
Σύμφωνα με το δελτίο του Ιδρύματος Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών, πρόκειται για εξέλιξη που έρχεται ως αποτέλεσμα της ανόδου όλων των επιμέρους δεικτών στους επιχειρηματικούς τομείς της οικονομίας, εκτός από τις κατασκευές. Πρόκειται για μια τάση που διαμορφώνεται για πολλούς μήνες, με το ρυθμό ανάπτυξης που διαγράφεται στην οικονομία, η οποία ανακάμπτει σταδιακά ακολουθώντας και την ισχυρή ανάπτυξη στο διεθνές περιβάλλον.
Οι αναλυτές του ΙΟΒΕ, εκτιμούν ότι η βελτίωση του Απριλίου, πρέπει να αποδοθεί και σε εποχικούς παράγοντες και την εκκίνηση της τουριστικής περιόδου, όπου διαφαίνεται ισχυρή άνοδος της ζήτησης από το εξωτερικό, με θετικές επενέργειες στην απασχόληση και την ευρύτερη οικονομική δραστηριότητα.
Παράλληλα, η αναμενόμενη ολοκλήρωση της τελευταίας αξιολόγησης και του προγράμματος, παρά τις σημαντικές αβεβαιότητες που παραμένουν, δημιουργεί την προσδοκία ότι η οικονομία θα κινηθεί ανοδικά σε σύγκριση με το πρόσφατο παρελθόν. Η εξέλιξη, όμως, των προσδοκιών τους επόμενους μήνες θα εξαρτηθεί κατά κρίσιμο τρόπο από τις συνθήκες που θα διαμορφωθούν για την πορεία της ίδιας της οικονομίας εκτός του προγράμματος. Εάν, δηλαδή, θα μπορεί να δημιουργηθεί μια ισχυρή αναπτυξιακή δυναμική ή εάν η οικονομία θα κινηθεί αδύναμα μέσα σε κινδύνους.
Βιομηχανία: Το ισοζύγιο των εκτιμήσεων για τις παραγγελίες και τη ζήτηση παραμένει αμετάβλητο, ενώ το ισοζύγιο στις εκτιμήσεις για τα αποθέματα αποκλιμακώνεται, με τις προβλέψεις για την παραγωγή τους προσεχείς μήνες να χάνουν έδαφος, αλλά ήπια
Κατασκευές: Οι προβλέψεις για το πρόγραμμα εργασιών των επιχειρήσεων κινούνται θετικά, αλλά εκείνες για την απασχόληση επιδεινώνονται
Λιανικό Εμπόριο: Οι εκτιμήσεις για τις τρέχουσες πωλήσεις βελτιώνονται σημαντικά, ενώ οι θετικές προβλέψεις για τη βραχυπρόθεσμη εξέλιξή τους ενισχύονται περαιτέρω, με τον δείκτη εκτιμήσεων για το ύψος των αποθεμάτων να αποκλιμακώνεται
Υπηρεσίες: Οι θετικές εκτιμήσεις για την τρέχουσα κατάσταση των επιχειρήσεων, όπως και εκείνες για την τρέχουσα ζήτηση χάνουν έδαφος, με τις προβλέψεις για τη βραχυπρόθεσμη εξέλιξή της να βελτιώνονται οριακά
Καταναλωτική Εμπιστοσύνη: Οι προβλέψεις για την οικονομική κατάσταση των νοικοκυριών, οι αντίστοιχες για την οικονομική κατάσταση της χώρας και η πρόθεση για αποταμίευση βελτιώνονται αισθητά, ενώ στις προβλέψεις για την πορεία της ανεργίας καταγράφεται οριακή βελτίωση
Παράλληλα, ο δείκτης οικονομικού κλίματος παραμένει στα ίδια επίπεδα στην Ευρωζώνη, στις 112,7 μονάδες, ενώ σχεδόν αμετάβλητος διατηρείται και στην ΕΕ, κερδίζοντας 0,3 μονάδες (στις 112,5 μον.)1. Οι δείκτες γενικά σταθεροποιούνται μετά από ένα τρίμηνο πτωτικής πορείας, παραμένοντας σε υψηλά επίπεδα.
Συγκεκριμένα, στην Ευρωζώνη, η σταθεροποίηση των προσδοκιών είναι το αποτέλεσμα αφενός της μείωσης των δεικτών στις Κατασκευές (-0,7), το Λιανικό εμπόριο (-1,3) και τις Υπηρεσίες (-1,0), αφετέρου της οριακής ανόδου της καταναλωτικής εμπιστοσύνης (+0,3), με το δείκτη της Βιομηχανίας (+0,1) να σημειώνει σταθερότητα. Σε επίπεδο των μεγαλύτερων χωρών, ο δείκτης επιδεινώνεται στην Ολλανδία (-2,3) και την Ιταλία (-0,4), ενώ βελτιώνεται στην Ισπανία (+1,6), την Γερμανία (+0,0) και την Γαλλία (+1,1).
Όπως επισημαίνει το ΙΟΒΕ, επτά στους δέκα Έλληνες καταναλωτές δηλώνουν ότι «μόλις τα βγάζουν πέρα», με το εν λόγω ποσοστό μάλιστα να σημειώνει αύξηση σε σχέση με τον προηγούμενο μήνα (από το 67% στο 70%).
Άνοδος της αποταμίευσης και της αισιοδοξίας
Ανάμεικτα είναι τα δείγματα της νέας έρευνας Οικονομικής Συγκυρίας του ΙΟΒΕ, με τις προβλέψεις των καταναλωτών για την οικονομική κατάσταση του νοικοκυριού τους προσεχείς 12 μήνες βελτιώνονται τον Απρίλιο, με το σχετικό δείκτη να διαμορφώνεται στις -45,8 (από -50,7) μονάδες.
Παράλληλα, μειώθηκε και το ποσοστό των νοικοκυριών που αναμένει ελαφρά ή αισθητή επιδείνωση της οικονομικής του κατάστασης, το 57% (από το 61%, ενώ το 5% (+1%) προβλέπει νέα μικρή βελτίωση.
Βελτίωση υπάρχει και στον δείκτη των προβλέψεων για την οικονομική κατάσταση της χώρας το προσεχές 12μηνο, στις -44,4 (από -51,5) μονάδες. Το 59% (από 63%) των καταναλωτών προβλέπει ελαφρά ή αισθητή επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης της χώρας, έναντι του 10% (από 7%) το οποίο αναμένει ελαφρά βελτίωση. Οι αντίστοιχοι δείκτες σε ΕΕ και Ευρωζώνη διαμορφώθηκαν στις -4 και +1,6 μονάδες.
Αισιόδοξο μήνυμα για την επιστροφή στην κανονικότητα είναι η αύξηση του δείκτη σχετικά με την πρόθεση των νοικοκυριών για αποταμίευση τους προσεχείς 12 μήνες, που ανέρχεται τον Απρίλιο στις -72,8 (από -76,3) μονάδες. Το 72% (από 73%) των νοικοκυριών δεν θεωρεί καθόλου πιθανή την αποταμίευση στο επόμενο 12μηνο, ενώ το 11% (από 10%) τη θεωρεί πιθανή ή πολύ πιθανή. Οι σχετικοί δείκτες σε ΕΕ και Ευρωζώνη διαμορφώθηκαν στις +1,1 και -2,2 μονάδες αντίστοιχα. Μείωση καταγράφηκε και στον δείκτη πρόβλεψης για την εξέλιξη της ανεργίας τους προσεχείς 12 μήνες τον στις +32,1 μονάδες τον Απρίλιο (από +32,8).
Μετά από οχτώ χρονιά μνημόνιο, οι Έλληνες καταναλωτές παραμένουν για άλλον ένα μήνα οι πιο απαισιόδοξοι στην ΕΕ, δεύτεροι είναι οι Βούλγαροι με -22,9 (από -22,2), οι Ρουμάνοι (-23,2 από -24,5), οι Κροάτες (-11 από -12,3) και το Ηνωμένο Βασίλειο (-8,3 από -7,9). Ο μέσος δείκτης στην ΕΕ διαμορφώθηκε στις -0,8 (από -0,3) μονάδες και στην Ευρωζώνη στις +0,4 (από +0,1) μονάδες. Ανοδική τάση σημειώνεται τον Μάρτιο σε 13 (από 10 τον Μάρτιο) χώρες, ενώ θετικό πρόσημο διατηρούν 15 χώρες: οι σκανδιναβικές (Δανία, Σουηδία, Φινλανδία), το Λουξεμβούργο, η Τσεχία, η Γερμανία, η Μάλτα, η Ολλανδία, η Αυστρία, η Πορτογαλία, η Κύπρος, η Πολωνία, η Ιρλανδία, η Σλοβενία και το Βέλγιο.
Τέλος, σύμφωνα με την Έρευνα, Οικονομικής Συγκυρίας του Ιδρύματος Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ), σταθερό στο 10-11%, διατηρείται το ποσοστό όσων αναφέρουν ότι αντλούν από τις αποταμιεύσεις τους, ενώ οριακή αύξηση υπάρχει στους καταναλωτές που δηλώνουν ότι αποταμιεύουν λίγο ή πολύ αυξάνονται στο 10% (από 7%) του συνόλου, ενώ όσοι δηλώνουν ότι «έχουν χρεωθεί» μειώνονται στο 9% (από 15%).