Έπρεπε, άραγε, να παρέμβει, με το διακριτικό τρόπο που επιβάλλει ο πολιτειακός του ρόλος, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, ώστε να αντιληφθούν όλοι, σε κυβέρνηση και αντιπολίτευση, ότι είναι αδύνατη η παρεμβολή δημοψηφίσματος, στη διαδικασία Συνταγματικής Αναθεώρησης, υπό την παρούσα μορφή του Καταστατικού μας Χάρτη; Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, έτσι κι αλλιώς, είναι συνεπής με όσα-και ως καθηγητής του Δικαίου-είχε διατυπώσει, στο πρόσφατο παρελθόν. Αναρωτιόμαστε, όμως: Τόσοι διακεκριμένοι νομομαθείς-και συνταγματολόγοι-σε κυβέρνηση και κόμματα-δε γνώριζαν τις αυστηρές διατάξεις του Συντάγματος, που εφαρμόζονται στην προκείμενη περίπτωση; Δεν αναφερόμαστε, μόνο, στις αυστηρές, όσο και λεπτομερείς διατάξεις του άρθρου 110, του Συντάγματος, που δεν αφήνουν κανένα περιθώριο, έστω και διασταλτικής ερμηνείας. Είναι και το, εξίσου αυστηρό και λεπτομερειακό, άρθρο 44, που προβλέπει, περιοριστικά, τα ενδεχόμενα διεξαγωγής δημοψηφίσματος, μόνο για σοβαρά εθνικά θέματα ή ψηφισμένα νομοσχέδια, εξαιρουμένων των δημοσιονομικών ζητημάτων. Είναι προφανές, ότι, σε καμία περίπτωση, δε μπορεί η Συνταγματική Αναθεώρηση, να υπαχθεί σε καμιά από τις ανωτέρω περιπτώσεις. Άλλη διαδικασία διεξαγωγής δημοψηφίσματος, δεν προβλέπεται, οπότε κάθε άλλη συζήτηση περιττεύει. Αλλωστε, αν είχαν κάνει κάποιοι τον κόπο, να διαβάσουν προσεκτικά το Σύνταγμα, εν προκειμένω το άρθρο 110, θα είχαν αντιληφθεί ότι ο συνταγματικός νομοθέτης, έχει προβλέψει την, έμμεση έστω, συμμετοχή του λαϊκού παράγοντα, μέσω της, υποχρεωτικής, παρεμβολής των βουλευτικών εκλογών, μεταξύ της πρώτης και δεύτερης φάσης, της αναθεωρητικής διαδικασίας. Είναι άλλων ευθύνη, δηλαδή των πολιτικών δυνάμεων, αν, σε προηγούμενα Αναθεωρητικά εγχειρήματα, δεν προωθήθηκαν άλλες μορφές και τρόποι προσφυγής στο εκλογικό σώμα, επί παραδείγματι, με τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος ύστερα από λαϊκή πρωτοβουλία, κάτω, βέβαια, από συγκεκριμένες προϋποθέσεις (μίνιμουμ υπογραφών) και ανοιχτή θεματολογία, όπως ισχύει σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες. Αν ανατρέξουμε, πάντως, στις σχετικές συζητήσεις, θα διαπιστώσουμε και σοβαρές επιφυλάξεις, για τον κίνδυνο εκφυλισμού της δημοψηφισματικής διαδικασίας, σε εργαλείο χειραγώγησης της κοινής γνώμης. Ειδικά, σε μια χώρα σαν τη δική μας, με ανύπαρκτη σχετική κουλτούρας, η, αναπόφευκτη ή και επιμελημένη πολλές φορές, ασάφεια ή αμφισημία του ερωτήματος, μπορεί να μετατρέψει ένα μέσο άμεσης έκφρασης της λαϊκής κυριαρχία, σε μέθοδο έντεχνης επιβολής προαποφασισμένων επιλογών, με δημοκρατικοφανή μανδύα. Καλό θα είναι, επομένως, στη σχετική συζήτηση, να συνεκτιμηθούν και αυτοί οι προβληματισμοί, που διατυπώνονται άλλωστε και στα άλλα ευρωπαϊκά κράτη.