ΣΕΒ: Μετά την συμφωνία της Μάλτας, «το νερό μπήκε στο αυλάκι»!

Θετική, η επικείμενη ολοκλήρωση της 2ης αξιολόγησης, για την πορεία της ελληνικής Οικονομίας, αναφέρει ο Σύνδεσμος Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών (ΣΕΒ), στο εβδομαδιαίο του δελτίο, μετά από την άτυπη συμφωνία στο Eurogroup της Μάλτας στις 7/4/2017. Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά, το νερό φαίνεται να μπαίνει στο αυλάκι, αλλά από την άλλη πλευρά κάποιες από τις ελαφρύνσεις που συμφωνήθηκαν,  θα καθυστερήσουν να εφαρμοστούν. Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά, ο ΣΕΒ,  «αρνητική η καθυστέρηση της μείωσης της υπερφορολόγησης μέχρι το 2020».

Σε μία ακτινογραφία της συμφωνίας, οι συντάκτες του δελτίο, αναφέρουν ότι «προβλέπει τη μείωση των συντάξεων κατά 1 π.μ. του ΑΕΠ το 2019 και αύξηση των φορολογικών εσόδων μέσω της μείωσης του αφορολόγητου ορίου κατά το ίδιο ποσό το 2020 (ή το 2019 εάν αξιολογηθεί το 2018 από το ΔΝΤ ότι ο στόχος των 3,5 π.μ. του ΑΕΠ πρωτογενούς πλεονάσματος δεν διασφαλίζεται)».

Τα «αρνητικά» αυτά, κατά την κυβέρνηση, μέτρα θα νομοθετηθούν πριν κλείσει η 2η αξιολόγηση, μαζί με «θετικά» κατά την κυβέρνηση μέτρα αύξησης των κοινωνικών δαπανών και μείωσης των συντελεστών του φόρου εισοδήματος και του ΕΝΦΙΑ, για εφαρμογή το 2019 και 2020, αντιστοίχως και μόνο εφόσον διασφαλίζεται ο στόχος πρωτογενούς πλεονάσματος των 3,5 π. μ. του ΑΕΠ και υπάρχει επιπλέον αυτού υπεραπόδοση των μέτρων. Τα «θετικά» μέτρα θα διαμορφωθούν σε 1 π.μ. του ΑΕΠ το 2019 (αύξηση δαπανών) και στο ίδιο ποσό το 2020 (μείωση φόρων), καθώς το 2018 θα έχει επιτευχθεί σύμφωνα με την κυβέρνηση ο στόχος του πρωτογενούς πλεονάσματος σε βιώσιμη βάση, με την προσαρμογή βασισμένη δηλαδή, σε μόνιμα και όχι σε εφάπαξ μέτρα.

Ανοίγει έτσι ο δρόμος για την επιστροφή των τεχνικών κλιμακίων στην Ελλάδα προς επίτευξη τελικής συμφωνίας σε σύντομο, ελπίζεται, χρονικό διάστημα. Και αυτό διότι θα ακολουθήσουν διαπραγματεύσεις, ώστε να ικανοποιηθεί το Διοικητικό Συμβούλιο του ΔΝΤ όσον αφορά στην αποκατάσταση της βιωσιμότητας του χρέους, δηλαδή να συμφωνηθεί για πόσα χρόνια θα διατηρηθεί ο στόχος πρωτογενούς πλεονάσματος 3,5 π.μ. του ΑΕΠ μετά το 2018, καθώς και για να δοθούν διαβεβαιώσεις για την ελάφρυνση του χρέους μεσοπρόθεσμα. Μόνο έτσι θα εξασφαλιστεί η συμμετοχή του ΔΝΤ στο πρόγραμμα, χωρίς την οποία ένα νέο πρόγραμμα θα πρέπει να συμφωνηθεί.

Η συμφωνία της 2ης αξιολόγησης που εξυφαίνεται, ελέγχεται ως προς τέσσερα σημεία:

Νέες αβεβαιότητες στην οικονομία

Πρώτον, αναφέρει ο ΣΕΒ, η συμφωνία για την περίοδο μετά το τέλος του προγράμματος (Αύγουστος 2018) εισάγει νέες αβεβαιότητες στην οικονομία και, για άλλη μια φορά, υποβιβάζει τις προοπτικές ανάπτυξης. Εντούτοις, η νομοθέτηση από σήμερα της μείωσης των συντάξεων και του αφορολόγητου το 2019 και το 2020 εγγυάται την όσο το δυνατόν πιο απρόσκοπτη πρόσβαση του δημοσίου στις αγορές το 2018, καθώς διασφαλίζεται η δημοσιονομική πειθαρχία τα επόμενα χρόνια, με την ελληνική οικονομία ωστόσο διασωληνωμένη για αρκετά ακόμη χρόνια.

Το δεύτερο σημείο που ελέγχεται είναι, το αν μας ενδιαφέρει πραγματικά η ανάπτυξη του ιδιωτικού τομέα και η προσέλκυση επενδύσεων, τότε κυβέρνηση και θεσμοί θα έπρεπε να δρομολογήσουν άμεσα από το 2018 τη μείωση του αφορολόγητου και των φορολογικών συντελεστών αντί να τις μεταθέτουν για το 2020, με τις όποιες αβεβαιότητες αυτό συνεπάγεται για την αναπτυξιακή πορεία της χώρας. Η αγορά και η εγχώρια παραγωγή στενάζει από την υπερφορολόγηση της νόμιμης οικονομικής δραστηριότητας και είχε ελπίσει σε κάποια αλλαγή του μείγματος πολιτικής, ώστε να ενισχυθεί η αναπτυξιακή διαδικασία. Με τη διάψευση των προσδοκιών αυτών που φέρνει η επικείμενη συμφωνία, είναι αμφίβολο κατά πόσον διασφαλίζεται η επίτευξη των υψηλότερων ρυθμών ανάπτυξης και της μείωσης της ανεργίας που εμπεριέχονται στο πρόγραμμα, καθώς και της ανάκαμψης των εσόδων των ασφαλιστικών ταμείων, και, σε τελική ανάλυση, αυτή η ίδια η βιωσιμότητα του χρέους.

Τρίτον, ο Σύνδεσμος εστιάζει στο πρόβλημα του ασφαλιστικού συστήματος το οποίο «παραμένει επί της ουσίας άλυτο, καθώς έχουμε υλοποιήσει άλλη μια ημιτελή ασφαλιστική μεταρρύθμιση που περικόπτει τις συντάξεις με οριζόντιο (και αυθαίρετο) τρόπο, διατηρεί απαγορευτικά υψηλές ασφαλιστικές εισφορές χωρίς ανταποδοτικές παροχές και δεν επιτρέπει την ανάπτυξη του 2ου και 3ου ασφαλιστικού πυλώνα όπως γίνεται σε όλες τις αναπτυγμένες οικονομίες. Και ενώ οι περικοπές των συντάξεων και του αφορολόγητου είναι βέβαιες και θα γίνουν το 2019 και το 2020 αντιστοίχως, η χρηματοδότηση των κοινωνικών προγραμμάτων και η μείωση των φορολογικών συντελεστών είναι αβέβαιες, καθώς εξαρτώνται από την υπερκάλυψη, και το βαθμό υπερκάλυψης του στόχου για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5 π.μ. του ΑΕΠ. Και σε περίπτωση υστέρησης από τον στόχο, η μείωση του αφορολόγητου θα έρθει ένα χρόνο πιο μπροστά, και θα γίνει μαζί με τις περικοπές συντάξεων το 2019».

Τέλος, αναφέρεται στο δελτίο, ότι τα «θετικά» μέτρα που αντισταθμίζουν δημοσιονομικά τα «αρνητικά» μέτρα, δηλαδή τη μείωση των συντάξεων και του αφορολόγητου, θα ήταν πιο οικονομικά αποτελεσματικό αν κατευθύνονταν στη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών και σε εν γένει μέτρα στήριξης της σκληρά εργαζόμενης ελληνικής οικογένειας. Η διαγενεακή μεταφορά πόρων υπέρ των νεότερων γενιών συνιστά πράγματι μείζονα πρόκληση για την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας. Για να πιάσει τόπο ωστόσο θα πρέπει να γίνει σωστή ιεράρχηση των μέτρων πολιτικής που θα ανακόψουν το brain drain, θα δώσουν κίνητρα στους επιχειρηματίες να δημιουργήσουν νέες θέσεις απασχόλησης και θα διευκολύνουν τους εργαζόμενους γονείς στη φύλαξη και ανατροφή των παιδιών τους.

Μπορούσαν να υλοποιηθούν νωρίτερα τα αντισταθμιστικά

Στο κομμάτι των αντισταθμιστικών μέτρων, ο Σύνδεσμος επισημαίνει ότι δηλαδή την αύξηση δαπανών για μείωση της παιδικής φτώχειας, την αντιμετώπιση ζητημάτων στέγασης, την απασχόληση νέων, τη μείωση της συμβολής των συνταξιούχων στη φαρμακευτική δαπάνη και ένα πακέτο εκπαιδευτικών κινήτρων, καθώς και τη μείωση του ΕΝΦΙΑ και του φόρου εισοδήματος, τα οποία είναι προφανές ότι δεν χρειάζεται να νομοθετηθούν σήμερα. Τα μέτρα αυτά, ούτως ή άλλως, θα μπορούσαν άνετα να νομοθετηθούν το 2019 και το 2020, εφόσον δεν θα υπάρχει, κατά την κυβέρνηση, πρόβλημα υστέρησης έναντι του απαιτούμενου στόχου του πρωτογενούς πλεονάσματος. Συνεπώς, η πρόωρη νομοθέτησή τους γίνεται για καθαρά επικοινωνιακούς λόγους.

Η άρση της αβεβαιότητας θα «φτιάξει» το οικονομικό κλίμα

Σε κάθε περίπτωση, η ήδη σημειωθείσα καθυστέρηση της αξιολόγησης για πολλούς μήνες έχει επηρεάσει αρνητικά τις οικονομικές εξελίξεις και τις εκτιμήσεις για ανάπτυξη της οικονομίας το 2017 λόγω της παρατεταμένης αβεβαιότητας, με την καταναλωτική εμπιστοσύνη να έχει υποχωρήσει σε χαμηλό 3,5 ετών. Η άρση της αβεβαιότητας αναμένεται να συμβάλλει θετικά στη βελτίωση του οικονομικού κλίματος, αν και η συγκυρία θα εξακολουθεί να υφίσταται τις αρνητικές επιπτώσεις της εφαρμογής του προγράμματος στην εγχώρια ζήτηση.

Δείτε επίσης

Τελευταία Άρθρα

Τα πιο Δημοφιλή