Σχέσεις οργής

Στην καινούργια πραγματικότητα της μεταπολιτευτικής-μεταχουντικής δημοκρατίας, με τη ντε φάκτο κατάργηση όλων των μετεμφυλιακών ψυχώσεων και τη ντε γιούρε νομιμοποίηση του ΚΚΕ, ο δρόμος προς τη συνεργασία των ευρύτερων δημοκρατικών-προοδευτικών δυνάμεων και τη συγκρότηση ενός πλατιού προοδευτικού μετώπου ήταν ανοιχτός.

  Η πραγματικότητα όμως αποδεικνύεται πιο περίπλοκη και παλινδρομική απ` όσο νομίζουμε. Η εξάλειψη των αντικειμενικών, πολιτικοκοινωνικών  και νομικών εμποδίων, ανέδειξε την πολύ πιο διαβρωτική δύναμη των υποκειμενικών αναχωμάτων. Εν προκειμένω, η μάχη για την πρωτοκαθεδρία και οι μωροφιλοδοξίες αρχομανών ηγετίσκων, που «έβλεπαν το μπόι τους στον ίσκιο» αποδείχθηκε πολύ πιο ισχυρό ανάχωμα, από το «νομικό πλάσμα» του εμφυλίου και τους παρακρατικούς μηχανισμούς.

 Ετσι, ενώ η ανασυγκροτημένη συντηρητική παράταξη, υπό τη σιδερένια ηγεσία του Κωνσταντίνου Καραμανλή, κατάφερε, έστω και μέσα από παλινδρομήσεις να κυριαρχήσει στο χώρο της, ενσωματώνοντας σταδιακά και τα λεγόμενα-κατά την ορολογία της εποχής- «βασιλοχουντικά» υπολείμματα, στην «απέναντι όχθη» αναβίωναν οι εφιαλτικές εικόνες της δεκαετίας του `50, με τον κατακερματισμό και την πολυδιάσπαση του ευρύτερου προοδευτικού χώρου.

 Μόνο που αυτή τη φορά το «μικρόβιο» είχε «χτυπήσει» και το χώρο της παραδοσιακής αριστεράς. «Μεθυσμένοι» από την απροσδόκητη ελευθερία αλλά και την εξ αρχής διαφαινόμενη υπεροχή στο πεδίο των ιδεών και της ευρύτερης ακτινοβολίας, έχοντας και το τραύμα της διάσπασης του `68, οι δυνάμεις του χώρου εμφανίστηκαν και πάλι, όπως στη δεκαετία του `40, ανίκανες να ανταποκριθούν στις προκλήσεις της συγκυρίας. Κάπως έτσι οι «σχέσεις στοργής», που επιχειρήθηκε να παρουσιαστούν στις πρώτες μεταδικτατορικές βουλευτικές εκλογές της 17ης Νοεμβρίου 1974, με τη συγκρότηση της «Ενωμένης Αριστεράς», πολύ γρήγορα μεταβλήθηκαν σε «σχέσεις οργής».

 Το σχήμα άλλωστε ήταν εξ αρχής θνησιγενές, αφού στηρίχθηκε στην αναγκαστική σύμπραξη προσώπων, που δεν ήθελαν «να μυρίσουν ο ένας τον άλλο». Είναι αρκούντως περιγραφικά όσα, με τη γνωστή αμεσότητα του, έχει περιγράψει ο Μίκης Θεοδωράκης, για το πως όλοι αυτοί οι αλληλοϋποβλεπόμενοι ηγέτες και ηγετίσκοι, με το ζόρι δέχτηκαν να ανέβουν στο κοινό προεκλογικό μπαλκόνι και να χαιρετήσουν ο ένας τον άλλο.

 Φυσικό επόμενο ήταν, αυτό το σχήμα να διαλυθεί εις τα εξ ων συνετέθη, σχεδόν από την επομένη των εκλογών. Το ΚΚΕ, έχοντας συνειδητοποιήσει ότι λόγω και του δυνατού «brand name», αποτελούσε τον πιο ισχυρό πόλο και έχοντας, εξ αυτού, εξασφαλίσει τη «μερίδα του λέοντος» στην κοινοβουλευτική εκπροσώπηση, «έσυρε το χορό» της διάλυσης, για να παραμείνει μέχρι και σήμερα, ένας από τους πιο σταθερούς πόλους του πολιτικού μας συστήματος. Από κει και πέρα το ΚΚΕ εσωτερικού διέγραψε μια πορεία «χαμηλών πτήσεων», ενώ η ΕΔΑ εξαϋλώθηκε.

Δείτε επίσης

Τελευταία Άρθρα

Τα πιο Δημοφιλή