Και άλλη μαζική εικόνα με το «υψηλό» πρωτογενές «πλεόνασμα» που ανακοίνωσε το υπουργείο Οικονομικών.
Μολονότι τα έσοδα του κρατικού προϋπολογισμού κατά το οκτάμηνο Ιανουαρίου – Αυγούστου 2016 ήταν κατά 584 εκατ. χαμηλότερα του στόχου (έφθασαν στα 31.950 εκατ. ευρώ ), το πρωτογενές «πλεόνασμα» διαμορφώθηκε στα 3.756 εκατ. ευρώ, έναντι πρωτογενούς πλεονάσματος 3.798 εκατ. ευρώ για την ίδια περίοδο το 2015 και στόχου για πρωτογενές πλεόνασμα 980 εκατ. ευρώ. Αυτή η μαγική εικόνα προέκυψε, διότι, ενώ τα δημόσια έσοδα ήταν χαμηλότερα, όπως αναφέρθηκε, οι δαπάνες του κρατικού προϋπολογισμού για την ίδια περίοδο Ιανουαρίου ανήλθαν στα 32.985 εκατ. ευρώ και παρουσιάζονται κι αυτές μειωμένες κατά …3.429 εκατ. ευρώ έναντι του στόχου (36.414 εκατ. ευρώ)! Και παρουσιάζονται μειωμένες όχι διότι «νοικοκυρεύτηκε», επιτέλους, το ελληνικό κράτος, αλλά διότι δεν πληρώνει, στην προσπάθειά του να παρουσιάσει αυξημένο πρωτογενές «πλεόνασμα» για το «θεαθήναι τοις θεσμοίς», δηλαδή για να το βλέπει η τρόικα και να παίρνουμε τις δόσεις!
Έχουμε κι άλλη φορά επισημάνει ότι το πρωτογενές πλεόνασμα σε μιαν οικονομία, όπως και στους οικογενειακούς προϋπολογισμούς, είναι τεκμήριο νοικοκυροσύνης, δηλαδή πιστής εφαρμογής των οικονομικών νόμων. Αυτοί οικονομικοί νόμοι επιτάσσουν πρώτα να αυξάνουμε τα έσοδα ή από τα έσοδα που εξασφαλίζονται να πληρώνονται όλοι οι σχετικοί λογαριασμοί, οι δανειστές, οι πιστωτές και ό,τι μείνει αυτό λέγεται πράγματι πρωτογενές πλεόνασμα. Αυτή η προσπάθεια με την εμμονή να εμφανίζονται πρωτογενή «πλεονάσματα» που δεν υπάρχουν στην πραγματικότητα, καταντά ανέκδοτο, όπως εκείνο που θυμήθηκα για τις προσπάθειες μείωσης του πληθωρισμού το 1999 και το 2000 για να επιτευχθεί ο στόχος 3% του για την ένταξη της χώρας μας στην Οικονομική και Νομισματική Ένωση.
Υπενθυμίζεται ότι τόσο το 1999 όσο και το 2000 καταβλήθηκε προσπάθεια να βελτιωθεί τουλάχιστον ο στόχος για πληθωρισμό τουλάχιστον 3%, αφού είχε προηγηθεί το εθνικό όνειδος της απόφασης να μην ενταχθεί η χώρα μας στη ζώνη του ευρώ με την πρώτη ομάδα χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Σημειώνεται ότι τότε εντάχθηκαν στη ζώνη του ευρώ όλες οι χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης (αριθμούσε 12), πλην της Ελλάδος! Η ένταξη επιτεύχθηκε με τη δεύτερη προσπάθεια και με την υποβολή στις 20 Μαρτίου σχετικής αίτησης, η οποία, τελικά, εγκρίθηκε στις 19 Ιουνίου 2000 και η χώρα μας από την 1η Ιανουαρίου 2001 βρίσκεται στην ευρωζώνη. Αυτό όμως έγινε με διάφορους τρόπους.
Αλλά, επειδή οι οικονομικές ιστορίες στη χώρα μας είναι πάντα συναρπαστικές, αφού επαναλαμβάνονται ως … ιλαροτραγωδία, θα συνεχίσουμε την «αφήγηση» στο αυριανό σημείωμά μας.