Και η δυστυχΙα να αποκτούν ή να έχουν ή να μεταβιβάζουν στα παιδιά τους και τα εγγόνια τους οι Έλληνες μικρή ή μεγάλη ακίνητη περιουσία συνεχίζεται, διότι, παρά την αναδρομική μείωση των αντικειμενικών αξιών δεν αλλάζει ο ΕΝΦΙΑ του 2015, ενώ του 2016 θα υπολογιστεί με βάση τις νέες αντικειμενικές αξίες, οι οποίες όμως ότι θα συνοδεύονται από αύξηση των συντελεστών υπολογισμού του φόρου για να εισπραχθούν ξανά έσοδα 2,65 δις ευρώ, δηλαδή δεν θα επιφέρουν μειώσεις αλλά αυξήσεις για πολλούς ιδιοκτήτες ακινήτων.
Επίσης, η δυστυχία αυτή θα γίνει μεγαλύτερη καθώς το φορολογικό «τσουνάμ» δεν θα περιορισθεί στον ΕΝΦΙΑ, αλλά και σε πολλούς άλλους παράπλευρους φόρους που συνεχώς και ακαταπαύστως επιβαρύνουν την πρώην «ατμομηχανή» της ανάπτυξης της οικονομίας, δηλαδή την οικοδομή, όπως φόρος για τις μεταβιβάσεις, για όλες τις κληρονομιές, γονικές παροχές, αγοραπωλησίες, τεκμήρια, ενοίκια, Τέλος Ακίνητης Περιουσίας που εισπράττουν οι Δήμοι κλπ.
Κι όλο αυτό το «τσουνάμι» φόρων συνεχώς φουντώνει, μολονότι από στοιχεία διεθνών οργανισμών προκύπτει ότι έχει εξελιχθεί σε οικονομικό «άχθος» η χρήση κατοικίας τόσο για τους ενοικιαστές όσο και για τους ιδιοκτήτες στην Ελλάδα. Σύμφωνα με στοιχεία έρευνας της Housing Europe, της Ευρωπαϊκής Ομοσπονδίας για τη Δημόσια, Συνεταιριστική και Κοινωνική Στέγη, η οποία κυκλοφόρησε τον Μάϊο του 2015, η Ελλάδα διαθέτει τα μεγαλύτερα έξοδα κατοικίας ως ποσοστό του διαθέσιμου εισοδήματος των πολιτών της, συγκριτικά με τις υπόλοιπες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ειδικότερα, τα έξοδα κατοικίας διαμορφώνονται στο 37%, ποσοστό που εκτοξεύεται σχεδόν στο 65% για τα νοικοκυριά που βρίσκονται κοντά στο όριο της φτώχειας. Το αντίστοιχο ποσοστό στην Ε.Ε. διαμορφώνεται σε 22,2% και 41% αντίστοιχα. Ως έξοδα υπολογίζονται το ενοίκιο για τους ενοικιαστές ή η δόση του στεγαστικού δανείου για τους ιδιοκτήτες, όπως επίσης και οι δαπάνες θέρμανσης, ύδρευσης, ηλεκτρικής ενέργειας, τηλεφωνίας και κοινοχρήστων. Η συνεχής υποχώρηση των εσόδων των νοικοκυριών (π.χ. μειώσεις μισθών και συντάξεων), σε συνδυασμό με τη σταθερή άνοδο των υπολοίπων δαπανών, (όπως ρεύμα, πετρέλαιο θέρμανσης), έχει φέρει όλο και περισσότερους σε εξαιρετικά δυσμενή οικονομική θέση.
Αυτό το εφιαλτικό οικονομικό βάρος συσσωρεύτηκε σιγά-σιγά με μέτρα και αποφάσεις που ελήφθησαν κυρίως τα τελευταία τριάντα χρόνια και που κατέληξαν στη δημιουργία ενός μακροσκελούς καταλόγου με περίπου τριάντα περιπτώσεις σωρευτικών επιβαρύνσεων των ακινήτων. Όλες αυτές οι επιβαρύνσεις έδωσαν τη χαριστική βολή στην «εθνική» επένδυση, την απόκτηση κατοικίας. Πρόκειται για μιαν απίστευτη μανία δίωξης των μικρών ή μεγάλων ιδιοκτητών ακινήτων, μολονότι από παλιά έλεγαν όλοι σχεδόν ότι «όταν πάει καλά η οικοδομή πάει καλά και η οικονομία». Όμως στη συνέχεια, αυτό έγινε «όταν πάει καλά η οικοδομή πάει καλά το κράτος με τα έσοδα που εισπράττει», σκοτώνοντας τη «χρυσοτόκο όρνιθα». Και ιδού τα αποτελέσματα, όπως αποτυπώνονται στα στατιστικά στοιχεία, που καταδεικνύουν συνεχή κατάρρευση της οικοδομικής δραστηριότητας.