Πού (δεν) οδηγεί η αντιπαραθετικότητα

Τα βαθιά αντιπραθετικά αντανακλαστικά που βρίσκονται και παραμένουν ριζωμένα στο πολιτικό μας σύστημα – και τα οποία, για μιαν ακόμη φορά επιχειρείται με ζήλο (εν πολλοίς μηντιακό…) να μετατραπούν σε ευθέως διχαστικά – δεν δηλητηριάζουν μόνο το κλίμα της διαπραγμάτευσης της Ελλάδας/της Ελληνικής Δημοκρατίας/της Ελληνικής οικονομίας με τους “εταίρους”. Ξηλώνουν και την όποια διαδικασία συνειδητοποίησης προχωράει – επώδυνα, βασανιστικά, πλην όμως αναγκαία – στην ωραία μας χώρα τα τελευταία χρόνια.

Πάμε πρώτα στην διαπραγμάτευση-που-μόνον-διαπραγμάτευση-δεν-είναι για την δεύτερη αξιολόγηση του Μνημονίου-3. Η οποία, με την απαίτηση των “εταίρων” για προνομοθέτηση δημοσιονομικών μέτρων για το 2019-20 (δηλαδή για μετά την τυπική λήξη του Μνημονίου-3) αλλά και με ενισχυμένο πλέον ρόλο του ΔΝΤ στην αξιολόγηση της πορείας των συμφωνημένων (ώστε να “πεισθεί” να παραμείνει στο Πρόγραμμα) θέτει την Ελλάδα μπροστά στο φάσμα ενός Προγράμματος με δεσμεύσεις αλλά χωρίς χρηματοδότηση ΚΑΙ με ενισχυμένη επιτροπεία. Εδώ υπάρχει – υπάρχει! – η διαπίστωση ότι από το χρηματοδοτικό πακέτο του τωρινού Προγράμματος θα προκύψει στο τέλος διαθέσιμο υπόλοιπο (και δεν εννοούμε μόνον τα σχεδόν 20 δις ευρώ που “υπερπροϋπολογίσθηκαν” για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών). Οπότε, με νομικό βέβαια αγκάθι, η χρηματοδότηση του 2018-21 θα μπορούσε να συνεχιστεί χωρίς οποιαδήποτε αναφορά σε νέα δανειακή συμφωνία – ακόμη και αν δεν επιτευχτεί έγκαιρα η διαβόητη δοκιμαστική έξοδος στις αγορές στο γύρισμα 2017-18. Ενώ το φάσμα της ενισχυμένης επιτροπείας του ΔΝΤ μπορούσε να πολεμηθεί, με δεδομένες τις μέτριες επιδόσεις του Ταμείου σε προβλέψεις και προβολές: η ίδια η Eurostat το κακοβλέπει. Έτσι όμως όπως στην Ελλάδα όλη η προσοχή θα είναι στραμμένη, της μεν Κυβέρνησης στο να γιορτάζει διαπραγματευτικές επιτυχίες που δεν είχε και κόκκινες γραμμές που δεν τήρησε, της δε Αντιπολίτευσης στο να καταγγέλλει “τέταρτο Μνημόνιο χωρίς καν χρηματοδότηση”, πώς να στηθεί οποιαδήποτε άμυνα λογικής απέναντι στους εταίρους;

Πάμε όμως, στις συνειδητοποιήσεις σε επίπεδο ουσίας. Πάμε δηλαδή στον πυρήνα. Άμα παρακολουθήσει κανείς πώς διεξάγεται μηντιακά η συζήτηση για τα μέτρα σφαγιασμού (ενός ακόμη…) των συντάξεων, θα νομίσει ότι εκείνο που κρίνεται είναι η pochette του Κατρούγκαλου ή τα διαπραγματευτικά τσακίσματα της μέσης Αχτσιόγλου-Πετρόπουλου. Ενώ η πικρή, η βάρβαρη πραγματικότητα δεν είναι άλλη από το ότι πόροι για τα Ταμεία δεν υπάρχουν . Δημοσιονομικά ασφαλώς όχι (στον Προϋπολογισμό “λεφτά δεν υπάρχουν” – και δεν θα υπάρξουν – για συντάξεις, πέρα από τα τωρινά επίπεδα, επί χρόνια και χρόνια), εισφορών επίσης όχι με την κατάρρευση της απασχόλησης και την αποθαρρυντική λειτουργία των “εισφορών Κατρούγκαλου”. Άθλια η διαπραγμάτευση, τρισάθλια η νομοθέτηση, αθλιέστερη πάντων η επικοινώνηση – αλλά οι συντάξεις θα κόβονταν ούτως ή άλλως, γιατί “λεφτά δεν υπάρχουν”.

Ή δείτε το άλλο: ψηφίζεται στα πλαίσια ευρύτερου νομοσχεδίου ρύθμιση για ηλεκτρονικές δημοπρασίες όσον αφορά τις παραχωρήσεις αιγιαλού. Ένα τρομερό ταμπού καταπίπτει, με Κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ που κουβαλάει μαζί Οικολόγους και από την Αντιπολίτευση – που το 2013-14 είχε πασχίσει να προχωρήσει “κάτι” στο θέμα αυτό – τι έχουμε; Καταγγελίες και απόρριψη. Οριακό το παράδειγμα, αλλά μήπως θα μπορούσαμε σε ό,τι συμφωνούμε επί της ουσίας αν όχι να συμφωνούμε τουλάχιστον να μην πασχίζουμε να το ξεπατώσουμε;

Δείτε επίσης

Τελευταία Άρθρα

Τα πιο Δημοφιλή