Αν υποτεθεί ότι τον ερχόμενο Δεκέμβριο, η συνολική αξία των εντόκων γραμματίων του ελληνικού δημοσίου, που κατέχουν τα διάφορα τραπεζικοπιστωτικά ιδρύματα, διαμορφωθεί σε 547 δις ευρώ (€), δηλαδή όσο ήταν η αξία τους τον παρελθόντα Αύγουστο, τότε το συνολικό χρέος της κεντρικής κυβέρνησης τον Δεκέμβριο του 2015 θα φτάσει τα 943 δις € έναντι 525 δις € τον Δεκέμβριο του 2014. Η ανοδική τάση του πραγματικού δημοσίου χρέους είναι φοβερή και η διάρθρωσή του εξαιρετικά πολύπλοκη. Προσωπικά έχω πολλές ενδείξεις, που με οδηγούν στο συμπέρασμα ότι το υφιστάμενο κυβερνητικό οικονομικό επιτελείο, δεν ερμηνεύει ορθά το δημοσιονομικό πρόβλημα της χώρας. Κατά κύριο λόγο, από τα 943 δις € τα 547 είναι βραχυπρόθεσμο χρέος και τα υπόλοιπα 396 δις € είναι μεσομακροπρόθεσμο χρέος που αποτυπώνεται σε ομόλογα του ελληνικού δημοσίου και swaps (συμφωνίες ανταλλαγής) πολυετούς διάρκειας.
Κατά την περίοδο 2004-2013, η συνολική αξία των εντόκων γραμματίων τρίμηνης έως δεκαοκτάμηνης διάρκειας κυμαινόταν μεταξύ 15 έως 60 δις €. Τα έντοκα θεωρούνται βραχυπρόθεσμο δημόσιο χρέος και αξιοσημείωτο είναι ότι το Υπουργείο Οικονομικών δεν τα συνυπολογίζει στο συνολικό χρέος της κεντρικής κυβέρνησης. Ο βασικός λόγος του μη συνυπολογισμού των εντόκων στο επίσημο δημόσιο χρέος της Ελλάδας, οφείλεται στο γεγονός ότι το απόθεμα των εντόκων ανακυκλώνεται εντός του τραπεζικού συστήματος με εκδόσεις νέων σειρών εντόκων. Ωστόσο, την περίοδο Δεκέμβριος 2013-Αύγουστος 2015 συντελείται μια άνευ ιστορικού προηγουμένου αύξηση των εντόκων γραμματίων ιδίως τρίμηνης διάρκειας, εξακοντίζοντας το απόθεμα των εντόκων από 45 σε 547 δις €. Το Υπουργείο Οικονομικών δεν διευκρινίζει τους λόγους της τρομακτικής αύξησης της συνολικής αξίας των εντόκων και ιδίως δεν εξηγεί λεπτομερώς ποιες κατηγορίες δημοσιονομικών δαπανών χρηματοδοτούνται με τα πιστωτικά έσοδα των εντόκων.
Πολλά τα αναπάντητα ερωτήματα από την πλευρά του Υπουργείου Οικονομικών. Για παράδειγμα, το Υπουργείο Οικονομικών δεν μας αναφέρει το ποσό των τόκων, που το ελληνικό δημόσιο καταβάλλει στους κατόχους των εντόκων. Θεωρώντας ένα μέσο επιτόκιο της τάξης του 4% και λαμβάνοντας υπόψη το απόθεμα των 547 δις €, συνάγεται ότι οι δαπάνες σε τόκους εντός του 2015 εκτιμάται τουλάχιστον σε 20 δις €. Αξιομνημόνευτο είναι ότι η δαπάνη των 20 δις σε τόκους για την εξυπηρέτηση των εντόκων, δεν εγγράφεται στις επίσημες δαπάνες του Γενικού Κρατικού Προϋπολογισμού (ΓΚΠ). Ο ουσιαστικός λόγος της μη καταγραφής του συγκεκριμένου ποσού, έγκειται στο ότι οι τόκοι εξυπηρέτησης του βραχυπρόθεσμου χρέους των εντόκων, χρηματοδοτούνται από την πλευρά του Υπουργείου Οικονομικών με την έκδοση νέων σειρών εντόκων γραμματίων, με αποτέλεσμα το απόθεμα τους να αυξάνει από μήνα σε μήνα με ταχύτατους ρυθμούς.
Μια άλλη πτυχή του υπό εξέταση προβλήματος, σχετίζεται με τις δαπάνες του ΓΚΠ που χρηματοδοτούνται με πόρους από εκδόσεις εντόκων γραμματίων. Με την πρακτική αυτή, το Υπουργείο Οικονομικών καλύπτει τρέχουσες κρατικές δαπάνες με εκδόσεις εντόκων, δαπάνες όμως που δεν καταγράφονται στον ΓΚΠ, υποεκτιμώντας έτσι τόσο το σύνολο των δημοσιονομικών δαπανών όσο και το επίπεδο του ελλείμματος του ΓΚΠ. Η χρηματοδότηση των συγκεκριμένων δαπανών συντελεί στην αύξηση του βραχυπρόθεσμου δανεισμού των εντόκων, δανεισμός που ως γνωστόν δεν συμψηφίζεται στο επίσημο δημόσιο της Ελλάδας. Οι ανωτέρω αδιαμφισβήτητες διαπιστώσεις είναι άκρως ανησυχητικές και σχηματίζουν αλυσίδα αναπάντητων ερωτημάτων από την πλευρά του Υπουργείου Οικονομικών. Όσοι αδαείς ή κουτοπόνηροι πιστεύουν ότι με ένα απλό κουρεματάκι ή μια επιμηκυνσούλα του δημοσίου χρέους, η Ελλάδα θα γλυτώσει τον πνιγμό από τη θηλιά του γιγαντιαίου δημοσίου χρέους, πλανώνται οικτρά. Οι πιστωτές μας έχουν δέσει χειροπόδαρα.