Σ’ εμάς, καίγεται ο κόσμος. Με το Προσφυγικό, σίγουρα. Με τον λαβύρινθο της αξιολόγησης/review και της συνολικής πορείας του Μνημονίου-3. Με την σύγκληση του Συμβουλίου των Πολιτικών Αρχηγών, που γίνεται μέσα σε – όπως και να το πούμε – προεκλογικό κλίμα. Οπότε, λογικό και αναμενόμενο, “τα έξω” να τα προσεγγίζουμε αποσπασματικά, ακόμη και επιδερμικά.
Δεν θάπρεπε. Πολύ συχνά μας αφορούν βαθύτερα, πάντως κινδυνεύουμε να τα βρούμε μπροστά μας στην επόμενη ή στην μεθεπόμενη στροφή των πραγμάτων. Οπότε, η ουσιαστική από μέρους μας συνειδητοποίηση του τι τρέχει “εκεί έξω”, και τι σημαίνει, και πού οδηγείται, έχει μεγάλη σημασία. Πάρτε την Σούπερ-Τρίτη των Αμερικανικών προεδρικών εκλογών, που εν πολλοίς προσδιόρισε το πεδίο στην πορεία και των Δημοκρατικών και των Ρεπουμπλικάνων για το χρίσμα: το δίπολο Χίλλαρυ Κλίντον/Ντόναλντ Τραμπ επιβεβαιώθηκε, ως φαίνεται, ότι θα μονομαχήσουν για τον τίτλο (και τον ρόλο, κυρίως τον ρόλο…) του Πλανητάρχη. Ακούγεται κάπως απόμακρο, αυτό. Όμως… ο Πρόεδρος των ΗΠΑ, θυμίζουμε, είναι εκείνος που μια φορά στα τόσα καλούσε τους Ευρωπαίους “εταίρους” της Ελλάδας (δηλαδή: το Βερολίνο), προκειμένου το Grexit να πάει λίγο παραπέρα. Ο Πρόεδρος των ΗΠΑ και ο υπουργός Οικονομικών του, όπως επιλέγεται από τις ισορροπίες στην Ουάσιγκτων. Α, ναι, κι εκείνος ο Αμερικανός Διοικητής Μεσογείου του ΝΑΤΟ – τώρα που τα γκρίζα καράβια κάνουν περαντζάδες στο Αιγαίο… – παίζει έναν ρόλο που σαφώς και δεν είναι μόνον τεχνικός, κουβαλάει μιαν ολόκληρη πολιτική.
Υπάρχει όμως και το άλλο: από τις στάσεις που αποτυπώνει η Προεδρική εκλογή στις ΗΠΑ, αναδεικνύονται βαθύτερες τοποθετήσεις, προτεραιότητες, αντανακλαστικά πολιτικής: σκεφθείτε μόνο την στάση του διεθνούς συστήματος – το οποίο συνεχίζει, αρέσει/δεν αρέσει, να οδηγείται από την Αμερική και τους αυτοματισμούς της – απέναντι στο Προσφυγικό και τις μεταναστευτικές ροές, συνολικά. Αλλά και απέναντι στην περιέλευση της Εγγύς και της Μέσης Ανατολής (μετά το Ιράκ, Συρία. μετά την Συρία, Κουρδιστάν;) στο κεντρικό στόχαστρο της διεθνούς κοινής γνώμης.
Οπότε; Οπότε, στους Δημοκρατικούς των ΗΠΑ, μπορεί να είναι συγκινητικό που όλοι οι Ευρωπαίοι – και σίγουρα εμείς οι Ελληνες – ανακάλυψαν την ιδιαίτερη φιγούρα του Μπέρνι Σάντερς, του κατά παραδοχήν του δημοκρατικού σοσιαλιστή (η δεύτερη λεξούλα αποτελεί ανάθεμα για τον μέσο Αμερικανό, και ο μέσος Αμερικανός κι όχι οποιαδήποτε πεφωτισμένη ελίτ είναι που οδηγεί τα πράγματα) σε μια ακραία φιλελεύθερη χώρα και οικονομία. Όμως, ουδέποτε είχε πιθανότητα: στο πεδίο των Δημοκρατικών: η Χίλλαρυ Κλιντον ήταν εξαρχής φιναλιστ.
Στους Ρεπουμπλικάνους, πάλι, ο οδοστρωτήρας Τραμπ – με τις ακραίες θέσεις αλλά και τις ακόμη πιο ακραίες εκφράσεις του: προσέξτε ιδιαίτερα την έως και ρατσιστική προσέλευσή του στα θέματα μετανάστευσης – αποδεικνύεται ότι δεν σταματάει με τίποτε (unstoppable). Αλλά και υποψήφιοι όπως ο Μάρκο Ρούμπιο (γερουσιαστής απο την Φλώριδα) ή ο Τέντ Κρουζ (από το Τέξας, ακόμη πιο συντηρητικός) οδηγούν την πολιτική ισορροπία εκεί που στην Ευρώπη θα λέγαμε “απόλυτα δεξιά”. Κυρίως, όμως, ο Τράμπ είναι ο άνθρωπος που μιλάει και εκφράζεται και συμπεριφέρεται με απόλυτη – και επιδεικτική – περιφρόνηση προς εκείνο που λέγεται “πολιτική ορθότητα”. Και, στις προτεραιότητές του έχει τον μέσο Αμερικανό (ιδίως τον χαμηλότερου μορφωτικού/κοινωνικού επιπέδου λευκό Αμερικανό, ο οποίος αισθάνεται ότι “χάνει σ’ όλα τα μέτωπα”: οικονομικά απο τις ελίτ, απο την ανισότητα. κοινωνικά από τους μαύρους χθες, απο τους λατίνους τώρα πια. διεθνοπολιτικά από τους “ξένους”. στην ασφάλεια απο τους τρομοκράτες) και μόνον αυτόν.
Είναι ο Τραμπ τόσο ακραίος, ώστε η Χίλλαρυ να έχει ασφαλή την νίκη; Τίποτε στις ΗΠΑ δεν είναι “ασφαλές”! Είναι η Χίλλαρυ – άλλοτε ΥΠΕΞ, έμπειρη, εξωστρεφής – πιο κοντά σ’ εμάς (σκιώδης πρωταγωνίστρια στο Ιδρυμα Κλίντον, μέσω του οποιου η Γιάννα πήγε να μπολιάσει τον ΣΥΡΙΖΑ με εξωστρέφεια;) Ισως. Αλλά και πάλι, μια νέα προεδρία Κλίντον θα χρειάζεται, χειρισμό.