Το Υπουργείο Παιδείας, Έρευνας και Τεχνολογίας στις 22.9.2016 έδωσε στη δημοσιότητα το Σχέδιο Νόμου για τα Μεταπτυχιακά Προγράμματα Σπουδών (ΜΠΣ), το οποίο θα τεθεί σε διαδικασία δημόσιας διαβούλευσης έως τις 10 Οκτωβρίου 2016. Η πρώτη ουσιαστική παρατήρηση, είναι ότι το συγκεκριμένο Νομοσχέδιο κινείται προς την ορθή κατεύθυνση, έχοντας ως πρωταρχική επιδίωξη τη διασφάλιση υψηλής ποιότητας μεταπτυχιακών και διδακτορικών σπουδών στα κρατικά ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα. Στις κύριες προτεραιότητες του Νομοσχεδίου είναι η διαφάνεια στη διαχείριση των οικονομικών πόρων, που κατά πολλά εκατομμύρια ευρώ διακινούνται κάθε χρόνο στο κύκλωμα των μεταπτυχιακών προγραμμάτων. Η δεύτερη κεφαλαιώδης παρατήρηση αποτυπώνεται στην ακόλουθη φράση, που περιλαμβάνεται στην επιστολή της Αναπληρώτριας Υπουργού καθηγήτριας Σίας Αναγνωστοπούλου: «Με τις προτεινόμενες ρυθμίσεις λαμβάνεται επίσης πρόνοια για την κατοχύρωση του δικαιώματος πρόσβασης στο κοινωνικό αγαθό της παιδείας για όλους τους πολίτες και ειδικότερα η δυνατότητα πρόσβασης στις μεταπτυχιακές σπουδές φοιτητών περιορισμένης εισοδηματικής ικανότητας, καθώς καταγράφηκε έντονα το φαινόμενο επιβολής υψηλών διδάκτρων, δημιουργώντας έτσι συνθήκες μιας μη συνταγματικά ανεκτής εμπορευματοποίησης στο χώρο της ανώτατης εκπαίδευσης».
Το συγκεκριμένο κυβερνητικό σκεπτικό, διατυπωμένο πολύ εύστοχα από την καθηγήτρια Σία Αναγνωστοπούλου, βρίσκει σύμφωνους όλους τους δημοκράτες πανεπιστημιακούς δασκάλους και ιδίως τους φοιτητές μας. Δεν είναι ηθικό και κοινωνικά δίκαιο, σε ορισμένα μεταπτυχιακά προγράμματα, να επιβάλλονται δίδακτρα αρκετών χιλιάδων ευρώ στα παιδιά μιας κοινωνίας, που πλήττεται από μια πρωτοφανή και παρατεταμένη οικονομική κρίση, προκαλώντας έτσι “συνθήκες μιας μη συνταγματικά ανεκτής εμπορευματοποίησης στο χώρο της ανώτατης εκπαίδευσης ”. Μια τρίτη καίριας σημασίας διαπίστωση, που συνάγεται από το υπό δημόσια διαβούλευση Σχέδιο Νόμου, καθρεφτίζεται στο κάτωθι απόσπασμα της Αιτιολογικής Έκθεσης: «Η διαδικασία έγκρισης των προγραμμάτων μεταπτυχιακών σπουδών μετέρχεται πλέον στάδια τα οποία απαιτούν ενισχυμένες πλειοψηφίες από τα αρμόδια όργανα διοίκησης των Τμημάτων και των Ιδρυμάτων, προστίθενται δε αυστηροί όροι διαφάνειας ως προς τη διαχείριση των οικονομικών, με υποχρέωση ανάρτησης των αναλυτικών στοιχείων των οικονομικών απολογισμών».
Το απόσπασμα αυτό καταδεικνύει ότι η κυβέρνηση αξιολογεί ως καθοριστικής σημασίας την ύπαρξη “αυστηρών όρων διαφάνειας” στα ελληνικά κρατικά πανεπιστήμια, ως “προς τη διαχείριση των οικονομικών” τους πόρων. Χρηματικών πόρων που αντλούν και διαχειρίζονται στα πλαίσια των μεταπτυχιακών, των ερευνητικών και των κάθε λογής προγραμμάτων. Για παράδειγμα, σε μια δημοκρατική κοινωνία, που οι πάντες συμπεριφέρονται και πράττουν με ήθος και διαφάνεια, τα μέλη ΔΕΠ (Διδακτικό Ερευνητικό Προσωπικό) θα πρέπει αναφέρονται με το ονοματεπώνυμό τους, πόσα χρήματα εισπράττουν από τους Ειδικούς Λογαριασμούς (ΕΛΚΕ) των πανεπιστημίων, σε αμοιβές από τη διδασκαλία μεταπτυχιακών μαθημάτων, αμοιβές από την επίβλεψη διπλωματικών εργασιών, αμοιβές από τα interviews για την επιλογή των μεταπτυχιακών φοιτητών, χρηματικά οφέλη από ταξίδια στο εξωτερικό και λοιπά κόστη (παραμονή σε ξενοδοχεία, μεταφορικά έξοδα, ημερήσιες αποζημιώσεις, κ.ά.) αντλώντας τα ανάλογα ποσά από τα έσοδα των μεταπτυχιακών προγραμμάτων, αμοιβές από τη συμμετοχή σε ερευνητικά έργα που υποτίθεται ότι χρηματοδοτούνται από τα έσοδα των μεταπτυχιακών και άλλους πόρους των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων, κ.λπ. Οι φήμες λένε ότι υπάρχουν καθηγητές, που σε χρήμα, είδος και υπηρεσίες, επωφελούνται ποσά από τις προαναφερθείσες αμοιβές, που ξεπερνούν ετησίως τις 100.000 ευρώ. Χαρακτηριστικό είναι ότι οι φήμες αυτές αναφέρουν πως υπάρχουν καθηγητές, που ήταν ή είναι “πλαφοναρισμένοι” με εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ και με νομιμοφανείς μεθόδους προσπάθησαν ή προσπαθούν να εισπράξουν τον πακτωλό. Πολλά τα λεφτά για τους λίγους της αριστείας. Αντιλαμβάνεστε ότι στο κύκλωμα των μεταπτυχιακών και των ερευνητικών προγραμμάτων διακινούνται κάθε χρόνο εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ. Όταν υπάρχουν πανεπιστημιακά ιδρύματα, όπου κάθε χρόνο στους ΕΛΚΕ γίνονται τζίροι 20, 30, 40 ή και περισσότερα εκατομμύρια ευρώ, καθίσταται πασιφανές ότι η πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας έχει να επιτελέσει εξαιρετικής σημασίας νομοθετικό έργο, ως προς την διαφανή και ηθική διαχείριση αυτών των τεράστιων χρηματικών πόρων. Οι επιτήδειοι που καρπούνται αυτά τα εκατομμύρια ευρώ, κρύβονται πίσω από το αυτοδιοίκητο των πανεπιστημίων για να εισπράττουν άνευ κρατικού ελέγχου. Τόσο η πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας, όσο και αρκετοί πολίτες σαν τον υποφαινόμενο, έχουμε ηθικό χρέος προς τα νέα παιδιά και το κοινωνικό σύνολο, να αγωνιζόμαστε για τη διαφάνεια και την προάσπιση του δημοσίου συμφέροντος. Με το υπό διαβούλευση Σχέδιο Νόμου θα συνεχίσουμε σε επόμενο άρθρο μας, όπου και θα αναφερθούμε στην αναγκαιότητα θέσπισης της “αρχής της ομοφωνίας” σε κομβικής σημασίας άρθρα του Νομοσχεδίου, ώστε οι μαχόμενες με ήθος και ανιδιοτέλεια μειοψηφίες, να τυγχάνουν του ανάλογου σεβασμού από τα κυκλώματα διαχείρισης των χρηματικών πόρων του ελληνικού λαού.