Περί Ανταγωνιστικότητας (2)

Στην επιφυλλιδα του Σαββάτου (1.10.2016), σχολιάζοντας την υποβάθμιση του επιπέδου ανταγωνιστικότητας την ελληνικής οικονομίας από το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ (ΠΟΦ), θέσαμε το εξής ερώτημα: «Σε ποιους παράγοντες οφείλεται η καταβαράθρωση της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας;». Η καταβαράθρωση της ανταγωνιστικότητας της εθνικής μας οικονομίας, είναι ένα αδιαμφισβήτητο γεγονός και τα τελευταία χρόνια έχει επισημανθεί σε αρκετές ερευνητικές μελέτες διαφόρων διεθνών οργανισμών, όπως ΟΟΣΑ (Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης), ΔΝΤ (Διεθνές Νομισματικό Ταμείο), κ.ά. Στη διεθνή ακαδημαϊκή κοινότητα, η ετήσια Έκθεση του ΠΟΦ, “The Global Competitiveness Report”, αξιολογείται ως το διεισδυτικότερο και τεχνοκρατικά εγκυρότερο κείμενο στο αντικείμενο της “ανταγωνιστικότητας”. Σύμφωνα με τον ΠΟΦ, το 2016 και σε σύνολο 138 χωρών, η Ελλάδα καταλαμβάνει την 86η θέση στον πίνακα των ανταγωνιστικότερων χωρών. Οπωσδήποτε μια υποτιμητική θέση για χώρα της Ευρωζώνης και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθότι η 86η θέση αποτελεί βασικότατο αντικίνητρο προσέλκυσης ξένων επενδυτικών κεφαλαίων στην ελληνική οικονομία.

Με κριτήριο της Έκθεση του ΠΟΦ, το κατρακύλισμα της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας οφείλεται στους ακόλουθους ουσιαστικούς παράγοντες:

1) Η Ελλάδα έχει σχεδόν τις χειρότερες μακροοικονομικές επιδόσεις από κάθε άλλη χώρα της υφηλίου. Στην ομάδα “μακροοικονομικό περιβάλλον” (macroeconomic environment), οι ερευνητές του ΠΟΦ κατατάσσουν τη χώρα μας στην 131η θέση. Αξιοπρόσεκτο είναι ότι η χώρα μας θεωρείται ότι έχει την χειρότερη δημοσιονομική κατάσταση στον κόσμο, καθότι σε καμία άλλη χώρα του κόσμου ο λόγος δημόσιο χρέος προς ΑΕΠ (Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν) δεν προσεγγίζει το 200%. Με βάση τα στοιχεία του 2015, μόνο η Ιαπωνία έχει μεγαλύτερο λόγο δημοσίου χρέους προς ΑΕΠ από την Ελλάδα. Εντούτοις, το σύνολο του ιαπωνικού κρατικού χρέους είναι εσωτερικό, σε αντίθεση με τη χώρα μας που το 80% του χρέους είναι εξωτερικό, καταδεικνύοντας την πλήρη εξάρτηση της πατρίδας από το διεθνές πολυεθνικό τραπεζικό κεφάλαιο.

2) Το τραπεζικοπιστωτικό σύστημα της Ελλάδας κατατάσσεται στην 136η θέση, δηλαδή δύο θέσεις πριν το τέλος. Αυτή η κάκιστη αξιολόγηση υποδηλώνει ότι η χώρα μας, έχει σχεδόν το χειρότερο τραπεζικό σύστημα από κάθε άλλο κράτος του κόσμου. Ενδεικτική είναι η διαπίστωση ότι μια πλειάδα αφρικανικών, ασιατικών και λατινοαμερικανικών φτωχών χωρών, θεωρούνται από το ΠΟΦ ότι έχουν πολύ καλύτερο τραπεζικοπιστωτικό σύστημα από την Ελλάδα. Σύμφωνα με το ΠΟΦ, οι σπουδαιότεροι παράγοντες που προκαλούν την αποσύνθεση του ελληνικού τραπεζικού συστήματος, είναι οι δαιδαλώδεις διαδικασίες χορήγησης δανείων σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις, το υπερμέγεθες εξωτερικό χρέος των τραπεζών, η πλήρης αδυναμία άντλησης κεφαλαίων από το Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών, κ.ά.

3) Η επιβολή πολύ υψηλών φόρων σε επιχειρήσεις και νοικοκυριά. Η υπερφορολόγηση των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων αποτελεί βασικότατο αντικίνητρο υλοποίησης επενδυτικών έργων, προκαλώντας στη συνέχεια την οπισθοδρόμηση της ελληνικής οικονομίας.

4) Η μετανάστευση ελλήνων πολιτών με εξαιρετικά προσόντα σε άλλες χώρες και η αδυναμία της χώρας μας να προσελκύσει ξένους εργαζόμενους υψηλού μορφωτικού επιπέδου. Η επίτευξη ικανοποιητικών αναπτυξιακών ρυθμών προϋποθέτει την αναβάθμιση της ποιότητας του εργατικού δυναμικού.

5) Η ανικανότητα των εκάστοτε κυβερνήσεων και των αρμόδιων ιδιωτικών φορέων, να συμβάλλουν στην αποδοτική αξιοποίηση των σημαντικότατων συγκριτικών πλεονεκτημάτων του αγροτικού μας τομέα. Ο πρωτογενής (αγροτικός) τομέας μπορεί να παίξει πρωτεύοντα ρόλο στην επιτάχυνση της αναπτυξιακής διαδικασίας και άρα στην αναβάθμιση της ανταγωνιστικότητας της εθνικής μας οικονομίας.

6) Οι ανύπαρκτες εισροές ξένων κεφαλαίων για την χρηματοδότηση επενδυτικών έργων παγίου κεφαλαίου και η ανικανότητα της χώρας να προσελκύσει προηγμένες τεχνολογικές εφαρμογές πολυεθνικών εταιρειών. Η διεθνής εμπειρία αποδεικνύει ότι ουδεμία αναπτυσσόμενη χώρα μπορεί να πετύχει ικανοποιητικές και διατηρήσιμες αναπτυξιακές επιδόσεις, αν δεν προσελκύει σημαντικά ξένα επενδυτικά κεφάλαια και ταυτόχρονα δεν αξιοποιεί καινοτόμες τεχνολογίες στην παραγωγική διαδικασία. Εκτός των ανωτέρω παραγόντων θα μπορούσαν να αναφερθούν και αρκετοί άλλοι, που αναφέρονται στην Έκθεση του ΠΟΦ και αιτιολογούν την καταβαράθρωση της ανταγωνιστικότητας της εθνικής μας οικονομίας. Το σύνολο αυτών των παραγόντων θα πρέπει να μελετηθούν σε βάθος, από το υφιστάμενο κυβερνητικό οικονομικό επιτελείο, το κουαρτέτο και από τους εκπροσώπους του ιδιωτικού τομέα (ΣΕΒ, ΣΕΤΕ, ΓΣΕΕ, Σύνδεσμος Εξαγωγικών Επιχειρήσεων, κ.ά.), που συμμετέχουν στη λήψη των αποφάσεων κατά την άσκηση της μακροοικονομικής πολιτικής.

Δείτε επίσης

Τελευταία Άρθρα

Τα πιο Δημοφιλή