«Το τρίτο μνημόνιο πρέπει να πετύχει» και «δεν υπάρχει άλλος δρόμος για να επιστρέψουμε στην ανάπτυξη», τονίζει σε έκθεση του δεύτερου τριμήνου του 2016 το Γραφείο Προϋπολογισμού Βουλής, στην οποία επισημαίνονται τα αρνητικά και τα θετικά στοιχεία του τρίτου μνημονίου.
Μάλιστα, σχετικά με την επιστροφή της ανάπτυξης, η έκθεση επισημαίνει μεταξύ των αρνητικών τη μείωση των εξαγωγών, η οποία το πρώτο τρίμηνο έφθασε στο 11,7%.
Το παράδοξο είναι ότι στα θετικά στοιχεία του τρίτου μνημονίου η έκθεση εντάσσει το γεγονός ότι με αυτό εξασφαλίζονται τα απαραίτητα κεφάλαια για την εξυπηρέτηση του Δημοσίου και αποτρέπεται, έτσι, η στάση πληρωμών. Επίσης, ότι τμήμα των επόμενων δόσεων θα κατευθυνθεί για την εξόφληση των ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων του Δημοσίου προς την αγορά. Ακόμη, ότι περιλαμβάνει σειρά μεταρρυθμίσεων και θεσμικών αλλαγών στο κράτος και την οικονομία, που θα ευνοήσουν την ανάπτυξη, αλλά, στη συνέχεια, αναφέρει και τις αιώνιες «στρεβλώσεις του ανταγωνισμού, λόγω κρατικών ρυθμιστικών παρεμβάσεων που προστατεύουν συγκεκριμένες ομάδες ή λόγω ανοχής μονοπωλιακών πρακτικών( καρτέλ)», οι οποίες έμειναν στο απυρόβλητο επί δεκαετίες, όπως και επί του πρώτου και δεύτερου μνημονίου και, μάλλον σίγουρα, και επί τρίτου μνημονίου.
Χαρακτηρίζουμε την επισήμανση αυτή της έκθεσης του γραφείου της Βουλής ως παράδοξη, διότι και το τρίτο Μνημόνιο, όπως και τα δύο προηγούμενα, δεν έχουν κανένα θετικό στοιχείο που να ενισχύει την αισιοδοξία για σύντομη επιστροφή στην ανάκαμψη, στην ανάπτυξη. Διότι μπορεί να εξασφαλίζει κεφάλαια για το σπάταλο Δημόσιο, αλλά, από την άλλη μεριά συνεχίζεται αγριότερα μάλιστα η λεηλασία της οικονομίας, των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων, με αποτέλεσμα να ρουφιέται και η τελευταία ρανίδα πόρων, που είναι το «αίμα» για την ανάπτυξη. Και δεν είναι μόνον οι εξαγωγές, αλλά και άλλοι παράγοντες , όπως, για παράδειγμα, οι επενδύσεις, που, ενώ συμβάλλουν σε σημαντικό ποσοστό στη διαμόρφωση του ΑΕΠ, συνεχώς συντρίβονται. Και όπως υπενθύμισε με πρόσφατη έκθεσή του ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ), για την εξασφάλιση ύφεσης μικρής κλίμακας ή ανάπτυξης στην Ελλάδα χρειάζεται, μεταξύ άλλων, ενίσχυση των επενδύσεων κατά 8,6%. Αλλά, όπως ήδη έχουμε επισημάνει, μετά το 2008, όταν άρχισε η ύφεση να κατατρώει την Eλληνική οικονομία και την κοινωνία στην αρχή δειλά και στη συνέχεια άγρια, και οι δύο αυτοί σημαντικοί παράγοντες, δηλαδή οι εξαγωγές και οι επενδύσεις, εμφανίζονται συντετριμμένοι από την οικονομική πολιτική που εφαρμόζεται σε όλη αυτή την περίοδο των Μνημονίων. Ιδιαίτερα κατά την περίοδο μετά το 2007, οι επενδύσεις εμφανίζουν σημαντική μείωση, η οποία το 2012 ξεπέρασε το 23%.