Ουδείς μπορούσε να προβλέψει όσα ξεκίνησαν στην Αθήνα εκείνο το σαββατόβραδο της 6ης Δεκεμβρίου του 2008, μετά τη δολοφονία του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου. Επί 15 ημέρες η Αθήνα καιγόταν και αυτή η δολοφονία αποδείχθηκε μία σπίθα που όμως τίναξε στον αέρα μία μπαρουταποθήκη.
Απέχουμε περίπου 20 ημέρες από την επέτειο της συγκεκριμένης δολοφονίας. Επίσης, την προσεχή Κυριακή, σε τέσσερις ημέρες από σήμερα, η Αθήνα θα τιμήσει εκ νέου την εξέγερση του Πολυτεχνείου. Ενόψει, λοιπόν, αυτών των δύο επετείων, η κυβέρνηση έχει αποφασίσει να παίξει με τη φωτιά. Όσοι κυκλοφορούν στα Εξάρχεια συνομολογούν ότι η παρουσία των αστυνομικών δυνάμεων ισοδυναμεί με «δυνάμεις καταστολείς». ΜΑΤ μπουκάρουν σε σπίτια, πολιορκούν ανθρώπους στα καφενεία, βασανίζουν νεαρούς και δείχνουν να θέλουν να πάρουν το αίμα τους πίσω. Ταυτοχρόνως, οι καταγγελίες για αστυνομική αυθαιρεσία πληθαίνουν, χθες τα ΜΑΤ έριξαν χειρομβίδα κρότου-λάμψης… μέσα στα δικαστήρια της Ευελπίδων, ενώ άλλοι αστυνομικοί εισβάλλουν σε κέντρα διασκέδασης και κρατούν, υπό την απειλή όπλων, στα γόνατα με τα χέρια στον αυχένα 300 νέους, ως εάν να επρόκειτο για μελλοθάνατους. Πέραν αυτών, η προχθεσινή επίδειξη αυταρχισμού στην ΑΣΟΕΕ κατέστησε σαφές ότι στην προσπάθειά της να στείλει μήνυμα «μηδενικής ανοχής», η κυβέρνηση γράφει την ανάγκη για κοινωνική ειρήνη στα παλαιότερα των υποδημάτων της.
Όλα αυτά, λοιπόν, τα βλέπουν οι νέοι της κρίσης και της δεκαετίας των Μνημονίων. Οι νέοι που είτε είναι άνεργοι, είτε παίρνουν 500 ευρώ μισθό για να πληρώσουν 400 ευρώ νοίκι. Οι νέοι που ανέχονταν μέχρι προχθές τον υποκατώτατο και τώρα τον εξευτελιστικό κατώτατο μισθό. Οι νέοι που συνιστούν την πρώτη μεταπολεμική γενιά που ξέρει ότι δε θα ζήσει καλύτερα από τους γονείς τους.
Δηλαδή, νέοι που έχουν πολύ περισσότερους λόγους να είναι οργισμένοι και πολύ λιγότερα να χάσουν από τη «γενιά του Αλέξη».