Λίγες μόνο μέρες αφότου εσωτερικό έγγραφο του Γερμανικού ΥΠΟΙΚ/του FinanzMinisterium του Σκοτεινού Ιππότη Βόλφγκανγκ Σώϋμπλε διέρρεε στον Γερμανικό Τύπο (Handelsblatt και Die Welt), με την εκτίμηση ότι η μακροπροθεσμοποίηση και το πάγωμα των επιτοκίων του Ελληνικού χρέους θα μπορούσε να ισοδυναμεί μέχρι και με ελάφρυνση του χρέους (με αποκήρυξη, βέβαια, της λέξεως “κούρεμα”, αλλά οι Γερμανοί την έχουν την τάση να βλέπουν την ουσία αντί να κρύβονται πίσω από τις λέξεις και τις εκφράσεις) σε τάξη μεγέθους 120 δις ευρώ, επίσης στην κατεστημένη/παραδοσιακά έκφραση του FinanzMinisterium Handelsblatt φιλοξενούνταν απόψεις διεθνών οικονομολόγων που θεωρούσαν ότι η μνήμη του haircut του Γερμανικού χρέους (του 1953 με πίεση των νικητών του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου Αμερικανών) “επέτρεψε” στην τραγικά υπερδανεισμένη Γερμανία να σταθεί στα πόδια της. Ενώ η λαϊκίστικη, πλην θηριώδους κυκλοφορίας Bild κάνει την σύγκριση της Ελλάδας (που δεν κατάφερε να βρει αναπτυξιακούς ρυθμούς λογω της ανυποχώρητης λιτότητας) με την “βασίλισσα του χρέους” της Γερμανίας Β. Ρηνανία-Βεστφαλία (που έχει σε δυο μήνες κρίσιμες εκλογές, και όπου επίσης η απουσία ανάπτυξης δημιούργησε το αδιέξοδο – α, ναι, και όπου κυριαρχούν οι Σοσιαλδημοκράτες).
Πάμε τώρα να προσγειωθούμε στα δικά μας. Στην επίσης κατεστημένη Ναυτεμπορική διατυπώνεται – και επεξηγείται διεξοδικά – ένα παράδοξο: τα τελευταία δυο χρόνια (θα προσθέταμε: τα τελευταία πολλά χρόνια, όμως τα πλέον πρόσφατα δυο χρόνια αυτό γίνεται πιο ιδεολογημένα) το σύνολο των φορολογικών ιδίως ρυθμίσεων “φόρτωνε” αφενός τον επιχειρηματικό κόσμο, αφετέρου αυτό που έχει απομείνει – μετά το 2010, ας πούμε – ως μεσαία τάξη. Τώρα, τώρα που το νέο πλέγμα μέτρων στις συντάξεις και το αφορολόγητο έχει γίνει αντικείμενο διαπραγμάτευσης από μια κυβέρνηση αριστεράς/ριζοσπαστικής στράτευσης (ό,τι κι αν πει κανείς πώς είναι ακριβώς) , τώρα που στην Βουλή των Ελλήνων ο ΥΠΟΙΚ Ευκλείδης Τσακαλωτος με την ευθύτητα που τον διακρίνει (και την οποία… πληρώνει) ανεγνώρισε ακριβώς ότι αποτελούσε συνειδητή πολιτική επιλογή αυτή η επιβάρυνση, τώρα δείχνει ότι “το μάρμαρο” καλούνται να πληρώσουν περισσότερο οι χαμηλόμισθοι/ χαμηλοσυνταξιούχοι.
Ενώ μέχρι και ελαφρύνσεις νάρχονται για τις επιχειρήσεις (και, καλά, αυτό έχει μιαν λογική: ποιος άλλος θα δημιουργήσει ή έστω θα συγκρατήσει την απασχόληση;) ή και για τα σχετικά υψηλά εισοδήματα – όσα πάντως έχουν απομείνει.
Τα βλέπουμε, λοιπόν, και στα έξω και στα δικά μας. Ότι τα γεγονότα επιδέχονται πολλαπλές στρώσεις αναγνώσεων. Μας βολεύει/δεν μας βολεύει…