Στη φαρέτρα των «έξυπνων μέτρων» της κυβέρνησης αναμένεται να ριχτούν τα self-test και μένει να αποδειχθεί αν πρόκειται για άλλο ένα επικοινωνιακό πυροτέχνημα ή αν θα βοηθήσουν ουσιαστικά στην καλύτερη ιχνηλάτηση της νόσο.
Σε πρώτη φάση αυτό που γνωρίζουμε είναι πως πρόκειται για μια μέθοδο που είναι αμφίβολης αποτελεσματικότητας και δεν είναι εγκεκριμένη από τους αρμόδιους ευρωπαϊκούς φορείς.
Η απόφαση που ανακοινώθηκε την Παρασκευή χωρίς να δοθούν πολλές λεπτομέρειες και η προσπάθεια του Μαξίμου να κερδίσει χρόνο ανακοινώνοντας πως από την ερχόμενη εβδομάδα θα είναι σε θέση να δώσει περαιτέρω εξηγήσεις για το σχέδιο με τα self-test τα οποία ξεκινούν από τον Απρίλιο έχει ανοίξει μια μεγάλη κουβέντα με τη συμμετοχή και επιστημόνων που τολμούν να κάνουν μια πρώτη εκτίμηση.
Ο καθηγητής Πολιτικής της Υγείας στη Σχολή Οικονομικών Επιστημών του LSE, Ηλίας Μόσιαλος, αναφέρθηκε σχετικά (ΣΚΑΪ) τονίζοντας πως αυτό ήταν κάτι το οποίο ζητούσε η επιστημονική κοινότητα επί μήνες εντούτοις επεσήμανε ενδεχόμενες – παγίδες με τη χρήση των συγκεκριμένων τεστ.
«Πέρα από την χρησιμότητα, που θα πούμε ναι, υπάρχουν δύο ερωτήματα» είπε συγκεκριμένα.
«Είναι αυτά τα τεστ αξιόπιστα;» διερωτήθηκε τονίζοντας πως αυτά θα πρέπει να γνωρίζουμε εάν αυτά έχουν εγκριθεί από τον ΠΟΥ ή τον Οργανισμός Τροφίμων και Φαρμάκων των ΗΠΑ ή άλλων αξιόπιστων οργανισμών.
Ταυτόχρονα σημαντικό ερώτημα για τον κ. Μόσιαλο είναι και η εγκυρότητα τους.
«Γνωρίζουμε ότι αυτά τα τεστ δεν είναι πολύ έγκυρα στους ασυμπτωματικούς, πιθανώς και στους προσυμπτωματικούς» είπε και πρόσθεσε πως «αυτά δεν είναι ιδιαιτέρως έγκυρα όταν το ιικό φορτίο δεν είναι πολύ αυξημένο, όπως επίσης τίθεται θέμα εγκυρότητας για όσους έχουν συμπτώματα και έχουν περάσει 5-7 ημέρες».
Το ECDC (Ευρωπαϊκό Κέντρο Πρόληψης και Ελέγχου Νόσων) έχει εγκαίρως προειδοποιήσει πως «τα τεστ στο σπίτι μπορούν να βελτιώσουν τον έλεγχο της πανδημίας με τη γρήγορη και απομόνωση των κρουσμάτων. Ωστόσο, η μεταφορά της ευθύνης αναφοράς των αποτελεσμάτων των τεστ, από τους επαγγελματίες και τα εργαστήρια στους ιδιώτες, μπορεί να οδηγήσει στη μη αναφορά και καταγραφή τους, με αποτέλεσμα μέτρα, όπως η ιχνηλάτιση και η καραντίνα των επαφών, να αποτελoύν ακόμα μεγαλύτερη πρόκληση… Μπορεί να επηρεαστούν τα τρέχοντα δεδομένα ελέγχου για τη μετάδοση του Covid-19, ενώ μια πρόσθετη πρόκληση είναι ότι τα δείγματα από τα self-test δεν θα είναι διαθέσιμα για την παρακολούθηση των ανησυχητικών παραλλαγών».