Του Χρήστου Κυμπιζή από την Κυριακάτικη Kontranews
• Μια ζωή γεμάτη πολιτισμό, αξίες, ιδανικά και αγώνες
• Ένας θρύλος, που για 96 χρόνια είχε ανθρώπινη μορφή
Το ερώτημα είναι ρητορικό. Πώς μπορεί άραγε να πεθαίνουν άνθρωποι σαν τον Μίκη Θεοδωράκη; Πώς γίνεται να λέμε πως ο Μίκης Θεοδωράκης έφυγε, όταν η κληρονομιά που αφήνει πίσω του θα τον κρατά ζωντανό για γενιές και γενιές;
Η απάντηση είναι αυτονόητη. Άνθρωποι σαν τον Μίκη Θεοδωράκη είναι αθάνατοι. Θα αποτελούν για πάντα φάρο πολιτισμού και παράδειγμα προς μίμηση. Απτή ελπίδα πως μπορούν να υπάρξουν άνθρωποι που είναι ικανοί να δημιουργήσουν ένα καλύτερο αύριο.
Στις συνειδήσεις του κόσμου, ο Μίκης θα είναι ταυτισμένος με τους αγώνες του λαού στην αντίσταση και κατά της στρατιωτικής δικτατορίας. Αγώνες που υπηρέτησε με τη μουσική του και που πλήρωσε με διώξεις, φυλακίσεις και εξορίες.
Για πάντα θα είναι ο καλλιτέχνης που μπόρεσε να ενώσει την υψηλή διανόηση με τον κόσμο της εργατιάς. Μέσα από τις μελωδίες του ο ελληνικός λαός γνώρισε και τραγούδησε τον Ελύτη, τον Ρίτσο, τον Σεφέρη, τον Λειβαδίτη, τον Αναγνωστάκη.
Ο Μίκης Θεοδωράκης μελοποίησε τους μεγαλύτερους Έλληνες ποιητές και έβαλε τα σπουδαία τους λόγια μέσα σε κάθε ελληνικό σπίτι. Άξιον Εστί, Μικρές Κυκλάδες, Επιτάφιος, Ρωμιοσύνη, Λιανοτράγουδα, Άρνηση και πολλά άλλα διαμάντια του ελληνικού πολιτισμού μελοποιήθηκαν από τον μεγάλο μουσικοσυνθέτη και έμειναν στις καρδιές όλων. Κατάφερε και μετέτρεψε την ελληνική ψυχή σε νότες και μουσική. Εκτός από στίχους, μελοποίησε τα βάσανα, τις ελπίδες, τη λαχτάρα και την αγωνιστικότητα ενός ολόκληρου λαού.
Η γνωριμία με τον Μπιθικώτση
Ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης δίπλα στον Μίκη Θεοδωράκη θα χαρίσει τη φωνή του στην αιωνιότητα. Ο Επιτάφιος, η Ρωμιοσύνη και το Άξιον Εστί αγαπήθηκαν και παρακίνησαν τον ελληνικό λαό σε δύσκολες εποχές.
Η πρώτη τους γνωριμία γίνεται στη Μακρόνησο το 1945, όταν ο ένας αξιωματικός δίνει εντολή στον τότε στρατιώτη Μπιθικώτση να φτιάξει μια ορχήστρα για να διασκεδάζει τους αξιωματικούς της Λέσχης στη Μακρόνησο.
«Μια μέρα που το κάναμε πρόβα με την ορχήστρα μου ένα τραγούδι και κάπου ήθελε ένα ακόρντο. Τους είπα ‘’εδώ φα’’. Και πετάγεται ένα παιδί που ήταν ξαπλωμένο με ένα βιβλίο στο χέρι και λέει: “το φα πάει καλύτερα”», γράφει στην αυτοβιογραφία του ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης. «Και τον ρωτάω “τι δουλειά κάνεις εσύ ρε φίλε, με τι ασχολείσαι;”. Και μου απαντά “σπουδάζω μουσική”. Αυτό το παιδί ήταν ο Μίκης Θεοδωράκης. Ήταν η πρώτη μας συνάντηση και επαφή στη Μακρόνησο. Πού να φανταζόμουν, εκείνη τη στιγμή, τι ρόλο θα έπαιζε στη ζωή μου, στη μουσική της Ελλάδας, αλλά και στην παγκόσμια μουσική σκηνή αυτό το παλικάρι, που το είδα μ’ ένα βιβλίο στα χέρια, ξαπλωμένο να διαβάζει».
Την περίοδο της δικτατορίας οι σχέσεις τους κλονίστηκαν, όταν ο Μπιθικώτσης τραγούδησε τον ύμνο της 21ης Απριλίου στα «Δειλινά» της Γλυφάδας. Η δικαιολογία του προς τον Θεοδωράκη ήταν ότι δεν μπορούσε να αντέξει την εξορία. Οι δυο τους τα ξαναβρήκαν οριστικά τον Μάρτιο του 2002 στη μεγαλειώδη συναυλία στο ΣΕΦ.
Ανεκτίμητη μουσική κληρονομιά
Εκτός από τα λαϊκά τραγούδια που μιλούν στην ψυχή του κάθε Έλληνα, ο Μίκης Θεοδωράκης απέδειξε πως τα ελληνικά σύνορα ήταν πάρα πολύ στενά για να τον περιορίσουν.
Τα χαρακτηριστικά πρώτα μέτρα του μπουζουκιού που συνέθεσε για τη σκηνή με το συρτάκι στον Ζορμπά του Μιχάλη Κακογιάννη είναι ταυτόσημα με την ελληνική μουσική σε όλον τον κόσμο.
Η Τριλογία του Μαουτχάουζεν ακούστηκε ζωντανά τον Μάιο του 1995 μέσα στο ίδιο το αυστριακό στρατόπεδο συγκέντρωσης της Αυστρίας κατά την επίσημη εκδήλωση για τα 50χρονα από την απελευθέρωσή του από τους Ναζί.
Συνθέσεις του με αγγλικό στίχο έχουν τραγουδηθεί από την Σέρλι Μπάσεϊ και την Εντίθ Πιάφ, έως την Τζόαν Μπαέζ και τους Beatles.
Ο πολιτικός Μίκης
Για λίγους ανθρώπους μπορεί να πει κάποιος πως αφιέρωσαν τη ζωή τους στην κοινωνία και τον λαό. Ο Μίκης αναμφίβολα είναι ένας από αυτούς. Ένας καλλιτέχνης ο οποίος δεν αφήνει ως παρακαταθήκη μόνο το έργο του, αλλά ολόκληρη τη ζωή του. Βασανίστηκε, φυλακίστηκε και εξορίστηκε για τα πιστεύω του, όμως ποτέ δεν έκανε βήμα πίσω. Αφιέρωσε τη ζωή του στην Αριστερά και τους κοινωνικούς αγώνες. Διετέλεσε πρόεδρος της Νεολαίας Λαμπράκη, βουλευτής της ΕΔΑ, συνιδρυτής του Πατριωτικού Αντιδικτατορικού Μετώπου, στέλεχος του ΚΚΕ Εσωτερικού, υποψήφιος δήμαρχος Αθηναίων και βουλευτής του ΚΚΕ.
Η χούντα απαγόρευσε τη μουσική του, γεγονός που είχε τα αντίθετα αποτελέσματα, διότι εκείνη τη μαύρη περίοδο τον κατέστησε θρύλο εν ζωή. Το να τραγουδάς Θεοδωράκη κατά τη διάρκεια της δικτατορίας ήταν πράξη ηρωική και αντιστασιακή. Το καθεστώς τον κυνηγά, τον βασανίζει και τον φυλακίζει, όμως ήδη ο Θεοδωράκης ήταν κάτι το ασύλληπτο. Ένας μύθος που δεν μπορούσε να περιοριστεί σε ένα μικρό κελί στον Ωρωπό. Η μουσική του γίνεται η κινητήριος δύναμη των αγωνιστών της ελευθερίας…
Πρωτοστατεί στην προσέγγιση της ισραηλινής κυβέρνησης με τον Γιασέρ Αραφάτ το 1972, μάχεται για την ειρήνη μέσα από το έργο του, συνεισφέρει ενεργά στην ελληνοτουρκική φιλία σε δύσκολες εποχές, δίνει συναυλίες κατά της ατομικής ενέργειας, υπέρ της Διεθνούς Αμνηστίας, κατά του πολέμου και του διεθνούς ιμπεριαλισμού.
Ένας θνητός αθάνατος
Το 1990, ο Μίκης εξέπληξε τους πάντες όταν κατέβηκε υποψήφιος και έγινε υπουργός στην κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, όντας δυσαρεστημένος με τον Ανδρέα Παπανδρέου.
Το 1998 πήρε το μέρος της κυβέρνησης Σημίτη για την υπόθεση Οτσαλάν, βάζοντας ως πρώτη προτεραιότητα την ελληνοτουρκική φιλία.
Το 2018 πήρε μέρος στο συλλαλητήριο της Αθήνας για το Μακεδονικό, δίπλα σε ακροδεξιούς και λούμπεν εθνικιστές. Πολλοί θυμήθηκαν τα λόγια του την άνοιξη του 1997 και έκαναν τη σύγκριση: «Το θέμα της ονομασίας θα ξεπεραστεί, όταν οι σχέσεις των δυο λαών φθάσουν σε τέτοιο σημείο, που το όνομα δεν θα έχει καμιά σημασία» είχε πει.
Όμως ο Μίκης Θεοδωράκης ποτέ και για κανέναν λόγο δεν θα μπορούσε να απολογηθεί σε κανέναν για τα πιστεύω του και τις πράξεις του. Θα μείνει στην αιωνιότητα γιατί πάντα θα είναι ένας άνθρωπος που με το έργο του και τη ζωή του θα δίνει το παράδειγμα για μια καλύτερη κοινωνία. Μπορεί πλέον να θεωρείται ένας θρύλος, όμως υπήρξε άνθρωπος, με τα πάθη του, με τις ιδέες του, με το ταλέντο του και ίσως και με τα λάθη του. Διότι ό,τι έκανε ο Μίκης, το έκανε με γνώμονα τον λαό και το κοινό καλό και αυτό δεν μπορεί να το αμφισβητήσει κανένας.
Και με την ελπίδα πως ίσως κάποτε θα σημάνουν οι καμπάνες της κοινωνικής δικαιοσύνης, το μόνο που έχουμε να κάνουμε είναι να παραδειγματιστούμε από έναν θνητό, αλλά ταυτόχρονα αθάνατο άνθρωπο. Διότι η λεμονιά θέλει αγώνες για να ανθίσει. Και οι αγώνες για να κερδηθούν χρειάζονται ιδανικά και αξίες. Ιδανικά και αξίες που πάντα θα πρεσβεύει ο Μίκης Θεοδωράκης.
Αθάνατος.-