Ο πραγµατικός εµπρηστής είναι η κυβέρνηση
Ενώ η µισή Ελλάδα φλέγεται, οι κυβερνητικές δηλώσεις περί «πλήρους θωράκισης της χώρας» έχουν αποδειχθεί πιο φαιδρές από κάθε άλλη χρονιά. Οι ευθύνες «θα αποδοθούν» για µια ακόµα φορά στην κλιµατική κρίση, αλλά και στην ατοµική ευθύνη των πολιτών

Tης ΜΑΡΙΑΝΑΣ ΤΣΙΧΛΗ *
Την ώρα που γράφονται αυτές οι γραµµές, οι φλόγες βρίσκονται µέσα στον αστικό ιστό της Πάτρας, ενώ, σε πάρα πολλά σηµεία της χώρας, οι πυρκαγιές µαίνονται ανεξέλεγκτες, έχοντας ήδη προκαλέσει ανυπολόγιστες καταστροφές.
Ενώ η µισή Ελλάδα φλέγεται, οι κυβερνητικές δηλώσεις περί «πλήρους θωράκισης της χώρας» έχουν αποδειχθεί πιο φαιδρές από κάθε άλλη χρονιά. Οι ευθύνες «θα αποδοθούν» για µια ακόµα φορά στην κλιµατική κρίση, αλλά και στην ατοµική ευθύνη των πολιτών, κατά την προσφιλή συνήθεια της κυβέρνησης Μητσοτάκη.
Η έλλειψη στρατηγικής, σχεδιασµού, µέσων για την αντιπυρική προστασία της χώρας είναι ένα ακόµα καταστροφικό σύµπτωµα της ευρύτερης κυβερνητικής στρατηγικής. Μίας πολιτικής στρατηγικής σύµφωνα µε την οποία κάθε αναγκαία και χρήσιµη για την µεγάλη κοινωνική πλειοψηφία υπηρεσία εγκαταλείπεται και απαξιώνεται.
Η αδιαφορία για τη δασοπροστασία, την δασοπυρόσβεση, την πολιτική προστασία, δεν είναι διαφορετική από την εγκατάλειψη και τη σταδιακή ιδιωτικοποίηση του ΕΣΥ, από τη σκανδαλώδη παράδοση της τριτοβάθµιας εκπαίδευσης στο ιδιωτικό κεφάλαιο, από τον κατακερµατισµό, την υποβάθµιση και το ξεπούληµα δηµόσιων υποδοµών, όπως ο σιδηρόδροµος, που οδήγησε στην τραγωδία των Τεµπών.
Ακραία εκµετάλλευση
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη είναι, σε όλα τα επίπεδα, η πιο καταστροφική κυβέρνηση της µεταπολίτευσης. Η στρατηγική της στηρίζεται στην ακραία εκµετάλλευση, στην κατάργηση κάθε θεσµικού µέσου προστασίας των εργαζοµένων και της νεολαίας, στην πλήρη απαξίωση των δηµόσιων υπηρεσιών και στην ιδιωτικοποίησή τους, στο ξεπούληµα του δηµόσιου πλούτου, στην πρωτοφανή περιβαλλοντική υποβάθµιση.
Το υπόδειγµα του συστήµατος Μητσοτάκη βασίζεται στη µετατροπή της χώρας σε έναν αχανή τουριστικό προορισµό, σε παράδεισο του real estate, χωρίς καµία προοπτική για την συντριπτική πλειοψηφία της κοινωνίας και µε την πλήρη εγκατάλειψη του φυσικού και δηµόσιου πλούτου, εκτός αν αυτός µπορεί να «αξιοποιηθεί».
Τόσο το πολιτικό προσωπικό, όσο και τα συµφέροντα που εξυπηρετεί η κυβέρνηση Μητσοτάκη, έχουν αποχαλινωθεί, ενώ, πλέον, κανένα πρόσχηµα δεν τηρείται. Αυτό αποδεικνύουν τα συνεχή σκάνδαλα, αλλά και η πρωτοφανής συγκάλυψη της υπόθεσης του ΟΠΕΚΕΠΕ µε µία ακόµα θεσµική εκτροπή. Την ίδια ώρα, όποιος διαµαρτύρεται για οποιαδήποτε πτυχή της κυβερνητικής πολιτικής, αντιµετωπίζεται µε σκληρή, δυστοπική καταστολή. Από τις διώξεις µε τον αντιρατσιστικό νόµο σε διαδηλωτές που εναντιώνονται στη γενοκτονία του παλαιστινιακού λαού από το κράτος του Ισραήλ, έως τα ιδιώνυµα κακουργήµατα για την αντιµετώπιση της ανύπαρκτης εγκληµατικότητας στα πανεπιστήµια, η κυβέρνηση Μητσοτάκη αποδεικνύει ότι επιχειρεί να διαχειριστεί την πολιτική της κρίση µε φυγή προς τα εµπρός. Ακόµα πιο επιθετική πολιτική, για να αποδείξει στα κέντρα που την υποστηρίζουν ότι παραµένει ο καλύτερος εκφραστής των συµφερόντων τους, αλλά και για να συσπειρώσει τα ακροατήρια που στρέφονται προς την ακροδεξιά µε «νόµο και τάξη».
Έλλειψη αντιπολίτευσης
Ο µόνος παράγοντας που επιτρέπει στο σύστηµα Μητσοτάκη να συνεχίζει κατά αυτό τον τρόπο, είναι η έλλειψη αντιπολίτευσης. Όλα σχεδόν τα κοινοβουλευτικά κόµµατα είναι συντεταγµένα στην ίδια πολιτική κατεύθυνση, ως προς τους βασικούς της άξονες, µε αποτέλεσµα να µην µπορούν να πείσουν κανέναν.
Σήµερα είναι περισσότερο από ποτέ εµφανές ότι αυτή η κυβέρνηση πρέπει να φύγει και η πολιτική της να αµφισβητηθεί συνολικά. Όµως, αυτό δεν µπορεί να γίνει χωρίς ένα πλατύ κοινωνικό µέτωπο που να αντιπαρατίθεται στην κυβερνητική πολιτική και να ενισχύει το κοινωνικό κίνηµα.
Η οργή και η δυσαρέσκεια περισσεύουν, όπως απέδειξαν οι µεγαλειώδεις διαδηλώσεις για το έγκληµα των Τεµπών, αλλά και οι πρόσφατες, συνεχείς κινητοποιήσεις για την Παλαιστίνη.
Αυτό που λείπει είναι η πολιτική βούληση µιας σειράς δυνάµεων της αριστεράς, για µια στρατηγική που, ενωτικά και αποφασιστικά, θα ενισχύει τους αγώνες. Ταυτόχρονα, είναι απαραίτητη η ενίσχυση µίας αριστερής πολιτικής αντιπολίτευσης, µε κατεύθυνση ενωτική και ριζοσπαστική, µε πολιτικά αιτήµατα άµεσα εφαρµόσιµα, µε δέσµευση στις αναγκαίες συγκρούσεις και ρήξεις.
Για να µην επιτρέψουµε την καµένη γη, για να µπορεί να αναπνεύσει ξανά η συντριπτική πλειοψηφία της κοινωνίας.
* Γραµµατέας Λαϊκής Ενότητας – Ανυπότακτη Αριστερά
Σχετικά Άρθρα
Δείτε επίσης