Η ιστορική σύνθεση μεταξύ κεμαλισμού και ισλαμισμού, που συστηματικά καλλιεργήθηκε επί πρωθυπουργίας Οζάλ, προσέδωσε νέο αέρα και δυναμική στο κόμμα της Ευημερίας του Νετσμεττίν Ερμπακάν. Στις εκλογές του 1991 το κόμμα Ευημερίας ήλθε τέταρτο με ποσοστό 16,2%. Στις εκλογές της 24ης Δεκεμβρίου 1996, το κόμμα του Ερμπακάν πέτυχε εκκωφαντική νίκη για τα δεδομένα της εποχής εκείνης με ποσοστό 21,8%. Παρότι υπήρξε ο μεγάλος θριαμβευτής των εκλογών, εντούτοις η κυβέρνηση συνασπισμού σχηματίστηκε από τα κόμματα της Μητέρας Πατρίδας του Μεσούτ Γιλμάζ και του Ορθού Δρόμου της Τανσού Τσιλέρ. Με πρωθυπουργό τον Γιλμάζ και αντιπρόεδρο της κυβέρνησης την Τσιλέρ, η κυβέρνηση συνασπισμού παρέμεινε μόνο μερικούς μήνες στην εξουσία, καθότι το κυβερνητικό σχήμα κατέρρευσε υπό το βάρος οικονομικών σκανδάλων, που αποδόθηκαν κυρίως στο κόμμα της Τσιλέρ.
Την 28η Ιουνίου 1996, ο Ερμπακάν ορκίστηκε πρωθυπουργός σε κυβέρνηση συνασπισμού με το κόμμα του Ορθού Δρόμου της Τανσού Τσιλέρ. Υπήρξε ο πρώτος πρωθυπουργός ισλαμικής κυβέρνησης, που με αποφασιστικότητα και σθένος εξέφραζε το πολιτικό Ισλάμ. Η ζωή της κυβέρνησης ήταν βραχύβια. Τα οικονομικά σκάνδαλα που είχαν αποδοθεί στην Τσιλέρ και σε στελέχη του κόμματός της, προκάλεσαν σοβαρά προβλήματα στην λειτουργία του κυβερνητικού σχηματισμού. Από την άλλη μεριά, η προσπάθεια του Ερμπακάν να διευρύνει τα ερείσματα των ισλαμιστών στην τουρκική κοινωνία και τον κρατικό μηχανισμό, προκάλεσε την αντίδραση του κεμαλικού κατεστημένου. Για πολλοστή φορά, ο Ερμπακάν μπήκε στο στόχαστρο του στρατού και της δικαστικής εξουσίας. Στις 28 Φεβρουαρίου 1997, ο στρατός παρενέβη και έκανε αυστηρότατες συστάσεις στην ισλαμική κυβέρνηση. Το πραξικόπημα αυτό συγκριτικά με τα προηγούμενα ήταν αναίμακτο και επιβλήθηκε χωρίς βία. Γι’ αυτό πολλοί ιστορικοί το ονόμασαν “μεταμοντέρνο πραξικόπημα”.
Μετά την παρέμβαση των ενόπλων δυνάμεων ο Ερμπακάν εξωθήθηκε σε παραίτηση. Τον Ιανουάριο του 1998, το Συνταγματικό Δικαστήριο υπό την καθοδήγηση του στρατού κατάργησε το Κόμμα της Ευημερίας. Στον Ερμπακάν επιβλήθηκε πενταετής ποινή για ανάμειξή του στην πολιτική. Μετά από μερικούς μήνες, ο Ερμπακάν απτόητος προχώρησε στην δημιουργία του κόμματος της Αρετής. Και αυτό το κόμμα, όπως και τα προηγούμενα, δέχτηκε λυσσαλέο πόλεμο από τους κεμαλικούς, για να κριθεί αντισυνταγματικό και να τεθεί τελικά εκτός νόμου το 2001. Μετριοπαθή στελέχη του κόμματος της Αρετής με αρχηγό τον Ταγίπ Ερντογάν, ίδρυσαν το Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚP). Ένα νέο Κεφάλαιο άνοιξε στη νεώτερη ιστορία της Τουρκίας. Ένα Κεφάλαιο που άρρηκτα σχετίζεται με την προσωπικότητα του Ερντογάν. Το μορφωτικό υπόβαθρο του Ερντογάν παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Στο βιογραφικό του αναφέρεται ότι είναι οικονομολόγος, με σπουδές στη Σχολή Οικονομικών και Εμπορικών Επιστημών του πανεπιστημίου του Μαρμαρά.
Ωστόσο, το ισλαμικό στοιχείο αποτελεί την βασική πλευρά της κουλτούρας του. Ο Ερντογάν είναι πτυχιούχος μιας ιερατικής σχολής στην οποία σπουδάζουν ιμάμηδες. Ουσιαστικά, ο Ερντογάν είναι ιμάμης και άρα βαθύς γνώστης του θρησκευτικού υπόβαθρου των ισλαμικών κινημάτων ανά την υφήλιο. Δεν θα πρέπει να μας διαφεύγει ότι οι ιμάμηδες είναι ιερουργοί του Ισλάμ και διορίζονται από το κράτος. Δηλαδή, οι ιμάμηδες είναι υπάλληλοι του τουρκικού κράτους και ο αριθμός τους εκτιμάται σε 90 χιλιάδες. Η θητεία του Ερντογάν στο πόστο του δημάρχου Κωνσταντινούπολης την 27η Μαρτίου του 1994, ήταν το κεφαλόσκαλο που μετά το 2002 τον οδήγησε στην πρωθυπουργία. Μετά την εκδήλωση του αναίμακτου πραξικοπήματος της 28ης Φεβρουαρίου 1997, ο Ερντογάν σε μεγάλη συγκέντρωση οπαδών του στην Κωνσταντινούπολη τον Δεκέμβριο του 1997, εξαπέλυσε σφοδρότατη επίθεση κατά των πραξικοπηματιών. Σε κάποιο σημείο του εκρηκτικού του λόγου, απάγγειλε στίχους από ποίημα του φονταμενταλιστή ισλαμιστή ποιητή Ζιγιά Γκιοκάλπ. Το Συνταγματικό Δικαστήριο έκρινε ότι ο Ερντογάν υποθάλπει το φυλετικό μίσος και υποδαυλίζει τα θρησκευτικά πάθη. Ο Ερντογάν εξαναγκάστηκε το 1998 να παραιτηθεί από το αξίωμα του δημάρχου Κωνσταντινούπολης. Το Συνταγματικό Δικαστήριο τον καταδίκασε σε δεκάμηνη φυλάκιση, με παράλληλη αφαίρεση των πολιτικών του δικαιωμάτων.