Πολύ καλή και επιβεβλημένη η από κοινού αντιμετώπιση, από το σύνολο των κοινοβουλευτικών-δημοκρατικών δυνάμεων, της τελευταίας πρόκλησης της «Χρυσής Αυγής», με την εξάντληση των περιθωρίων πειθαρχικού ελέγχου, που παρέχει ο Κανονισμός της Βουλής.
Δεν ήταν μόνο η συμπεριφορά του κοινοβουλευτικού εκπροσώπου του εν λόγω σχηματισμού, που ξεπέρασε κάθε όριο ανοχής. Ίσως, ακόμη χειρότερη ήταν προκλητική κάλυψη που του προσφέρθηκε, με την τοποθέτηση του βουλευτή Γιάννη Λαγού, που, όχι μόνο δικαιολόγησε την άσκηση βίας σε βάρος του κοινοβουλευτικού εκπροσώπου της ΝΔ, αλλά και με κυνικό τρόπο ομολόγησε τη μόνιμη στοχοποίηση του τελευταίου, εξαιτίας του ρόλου του, ως αρμόδιου υπουργού, στην άσκηση ποινικής δίωξης, σε βάρος της ηγεσίας και στελεχών της οργάνωσης. Δικαίωσε, έτσι, κατά τον πιο εμφαντικό τρόπο, όσους υποστηρίζουν ότι η άσκηση βίας δεν αποτελεί παρέκβαση, αλλά συστατικό στοιχείο της ιδεολογίας και δράσης της. Δυστυχώς, αυτή η εικόνα ομοψυχίας κράτησε ελάχιστα. Ακολούθησε η ανταλλαγή «πολεμικών» ανακοινώσεων, ανάμεσα στην κυβέρνηση και την αξιωματική αντιπολίτευση, με αλληλοκατηγορίες, για το ποιος «συναλλάσσεται» με την «εγκληματική οργάνωση» ή, στην καλύτερη εκδοχή, ποιος δείχνει ανοχή απέναντι της. Την αρχή, για να είμαστε ακριβείς, έκανε το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, με μια ακατανόητη ανακοίνωση, που άφηνε αόριστους υπαινιγμούς για «εξυπηρέτηση» του επικοινωνιακού σχεδιασμού της κυβερνητικής πλειοψηφίας, από το επεισόδιο! Τον ισχυρισμό αυτό, μάλιστα, είχε προτάξει ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΠΑΣΟΚ. Αν, τώρα, επιχειρήσουμε μια «αποκωδικοποίηση» των σχετικών τοποθετήσεων, όσο τούτο είναι ανθρωπίνως δυνατό, η μόνη λογική εξήγηση είναι ότι ο κ. Δένδιας προκάλεσε το επεισόδιο, για να διευκολύνει την κυβέρνηση!
Δυστυχώς, σε αυτή την άχαρη αντιδικία παρασύρθηκαν και από την πλειοψηφία, επαναφέροντας την «υπόθεση Μπαλτάκου», που, σημειωτέον, ανέδειξε ο αρνητικός πρωταγωνιστής του προχθεσινού επεισοδίου. Αντιλαμβάνονται-και οι μεν και οι δε-πως έτσι, καθιστούν εξ αντικειμένου τη «Χ.Α.» και τα στελέχη της, ρυθμιστικούς παράγοντες του δημόσιου βίου; Ότι, με το να αλληλοκατηγορούνται για το ποιος «κλείνει το μάτι» στη νεοναζιστική οργάνωση, γίνονται «εξ αδιαιρέτου» οι «άτυποι χορηγοί» της; Η μέχρι τώρα εμπειρία, άλλωστε, έχει δείξει πως δεν είναι η έλλειψη πειθαρχικού ή ποινικού χαρακτήρα μέτρων, αλλά το πολιτικό πλαίσιο και η συμπεριφορά των δυνάμεων του , που δημιουργεί «ζωτικό χώρο» για τη νεοναζιστική οργάνωση. Γι` αυτό και δε μειώθηκε η δύναμη της, παρά την ποινική δίωξη.
ΛΕΥΤ. ΚΑΝΑΣ