Παρότι η κυβέρνηση ομνύει στην ανάγκξη «ενότητας» και «εθνικής
ομοψυχίας» για να αντιμετωπιστεί μία τόσο σοβαρή απειλή όσο η
πανδημία που εδώ και δύο χρόνια έχει «καθηλώσει» ολόκληρο τον
πλανήτη, ωστόσο φαίνεται ότι το τελευταίο πράγμα που μπορεί να
διαχειριστεί είναι η συναίνεση.
Στο πρώτο κύμα, όταν ο κορωνοϊός ήταν ακόμη ένας άγνωστος
εχθρός και επικρατούσε το «μούδιασμα» και ο φόβος του
αγνώστου, η συναίνεση που επέδειξαν όλα τα κόμματα της
αντιπολίτευσης ήταν πρωτοφανής. Σε σημείο παρεξηγήσεως,
ορισμένες φορές –τουλάχιστον για τα διαχρονικά μέτρα του
ελληνικού πολιτικού παιχνιδιού. Ωστόσο, την ώρα που όλα τα
κόμματα στήριζαν την κυβερνητική πολιτική προεξαρχούσης της
αξιωματικής αντιπολίτευσης, οι κυβερνώντες έκαναν πονηρές
διαρροές στο Διαδίκτυο του τύπου «φανταστείτε να ήταν υπουργός
Υγείας ο Πολάκης» -ανεξαρτήτως του ότι και ο ίδιος ενίοτε κάνει
ό,τι μπορεί για να «δικαιώσει» αυτές τις διαρροές.
Ο χρόνος προχώρησε, η κυβέρνηση επέλεξε να μην αξιοποιήσει
ούτε μία από τις προτάσεις των κομμάτων, ούτε να δείξει ότι εκτιμά
με κάποιον τρόπο την απλόχερη προσφορά πολιτικής συναίνεσης
για το συγκεκριμένο θέμα. Την ώρα που οι επιστήμονες
προειδοποιούσαν ότι τα χειρότερα έρχονται, η Ελλάδα την Άνοιξη
του 2020 «άνοιγε» πανηγυρικά, ενώ ο Κυριάκος Μητσοτάκης
διαβεβαίωνε ότι θα προχωρήσει κανονικά το πρόγραμμά του για
ένταξη ιδιωτών στη Υγεία κλπ. Δεν αύξησαν τις τάξεις στα σχολεία,
έχουν μειώσει τα κονδύλια στον προϋπολογισμό για την Υγεία, δεν
αξιοποίησαν –ούτε καν «για τα μάτια», μία πρόταση της
αξιωματικής αντιπολίτευσης. Κι αυτό παρά το γεγονός ότι τόσο ο
πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, Αλέξης Τσίπρας, όσο όμως και ο
τομεάρχης Υγείας, Ανδρέας Ξανθός –ειδικά ο τελευταίος-
«βομβάρδιζαν» την κυβέρνηση με προτάσεις και δεν βολεύονταν
στο να κάθονται απέναντι και να «πετροβολούν» εκ του ασφαλούς.
Ταυτοχρόνως, ο πρωθυπουργός απέρριψε χωρίς πολλή σκέψη
και την πρόταση για σύγκληση του συμβουλίου των πολιτικών
αρχηγών, αλλά και την πρόταση Τσίπρα να οριστεί υπουργός
Υγείας κοινής αποδοχής και να υπάρξει ουσιαστική συνεννόηση
στη διαχείριση της πανδημίας.
Μέσα στο περασμένο σαββατοκύριακο και ενώ το τέταρτο κύμα ετοιμάζεται να γίνει
τσουνάμι με το lockdown να αχνοφαίνεται στον ορίζοντα και στον
«βαθύ» χειμώνα, ο Κυριάκος Μητσοτάκης εξίσου «αβασάνιστα»
απέρριψε την πρόταση για τη συγκρότηση μίας επιτροπής
εμπειρογνωμόνων με κοινής αποδοχής επιστήμονες, που θα
αναλάβουν να αρθούν πάνω από το πολιτικό κόστος και να
προτείνουν όλα τα μέτρα που θα χρειάζονται κάθε φορά για την
ουσιαστική αντιμετώπιση της πανδημίας. Αν σκεφτεί κανείς πόσο
«μουδιασμένοι» είναι στην κυβέρνηση όταν ακούνε για επέκταση
του υποχρεωτικού εμβολιασμού, το γεγονός ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα είχε
μπει στο «κάδρο» της συγκρότησης μίας επιτροπής που θα
μπορούσε να «κατεβάσει» μία τέτοια πρόταση, θα αρκούσε από
μόνο του για να πει το Μαξίμου «ναι».
Κι όμως, η απάντηση είναι «όχι». Διαρρήδην και κατηγορηματικά.
Το ενδιαφέρον, μάλιστα, είναι πως εδώ δεν είναι μόνο θέμα
Τσίπρα και Ξανθού, αλλά έχει αρχίσει να μορφοποιείται ένα τόξο
συναίνεσης και συνεννόησης πολιτικών στελεχών και δυνάμεων
που προφανώς μιλούν με ειδικούς επιστήμονες και γνωρίζουν
πάνω-κάτω τα φοβερά και τρομερά που έρχονται.
Πέραν της πρότασης Τσίπρα για «μίνιμουμ συναίνεση ώστε να
αντιμετωπιστεί η πανδημία από επιστήμονες κοινής αποδοχής»,
για «συνεννόηση και κοινή στάση» έκανε λόγο ο Γιώργος
Παπανδρέου, ενώ ο Νίκος Ανδρουλάκης τις τελευταίες ημέρες
εγκαλεί την κυβέρνηση ότι δεν παίρνει «δύσκολες αποφάσεις»
φοβούμενη το κόστος. «Να μη χαϊδεύουμε αφτιά» προέτρεψε και ο
Νίκος Φίλης, διατυπώνοντας, μάλιστα, την προωθημένη πρόταση
να μην ισχύει το πιστοποιητικό εμβολιασμού και οι
συμπαρομαρτούσες μ’ αυτό ελευθερίες αν έχουν περάσει 7 μήνες
και ο κάτοχος δεν έχει υποβληθεί σε τρίτη δόση.
Με άλλα λόγια, το τόξο συναίνεσης που διαμορφώνεται
σηματοδοτεί μία τεράστια ευκαιρία για την κυβέρνηση, που θα ήταν
εγκληματικό να πάει χαμένη. Εκτός, βεβαίως, κι αν στο Μαξίμου
δεν έχουν καταλάβει ή δεν θέλουν να δουν τί έρχεται.