Της Ελένης Τσερεζόλε
Δεν θα ήταν υπερβολή να πει κανείς ότι το φθινόπωρο που έρχεται θα έχει πρωτόγνωρα χαρακτηριστικά: τόσο λόγω των νέων συνθηκών που δημιουργεί η πανδημία του covid-19 όσο και εξαιτίας του τρόπου που διαχειρίζεται την κατάσταση που έχει δημιουργηθεί, σε όλα τα μέτωπα, η επιτελική κυβέρνηση Μητσοτάκη.
Τούτες τις μέρες στο επίκεντρο της δημοσιότητας βρίσκεται η νέα σχολική χρονιά (που ακόμη δεν γνωρίζουμε πότε θα ξεκινήσει), µε την κυβέρνηση να κάνει µπρος – πίσω, επιδεικνύοντας στην καλύτερη περίπτωση, ελαφρότητα, στη χειρότερη, αδιαφορία ενώ είναι κάτι παραπάνω από σαφές ότι πυξίδα της είναι και στον τομέα αυτόν το «βλέποντας και κάνοντας». Το ίδιο κάνει και στα θέματα της εξωτερικής πολιτικής, µε το έλλειμμα εθνικής στρατηγικής να κυριαρχεί, όπως εμπεριστατωμένα τόνισε προχθές στη Βουλή, ο Αλέξης Τσίπρας.
Όμως μόνο σε έναν τομέα δεν ακολουθεί το αγαπημένο της δόγμα του «βλέποντας και κάνοντας»: εκείνον της οικονομίας και της εργασίας. Εδώ οι επιλογές είναι σαφώς ιδεοληπτικές: στα τάρταρα οι «μπαταχτσήδες», «ζόμπι» μικρομεσαίοι επιχειρηματίες, που ανεβαίνουν Γολγοθά, µε ελάχιστη ή καθόλου, κυβερνητική στήριξη. Ενώ την ίδια στιγμή η κυβέρνηση δεν στηρίζει την εργασία – την απαξιώνει, αφήνοντας στο έλεος μιας κρίσης που δεν έχει δείξει ακόμη όλα τα δόντια της, τους εργαζομένους. Χιλιάδες εργαζόμενοι, σε συνθήκες πανδημίας, έχουν να αντιμετωπίσουν συνθήκες εργασιακής ανασφάλειας!
Και δεν είναι σύμπτωση το γεγονός ότι η Πορτογαλία (µε παρεμφερή οικονομία) χρηματοδοτείται από την ΕΕ µε 6 δισ. (πρόγραμμα sure) για να υλοποιήσει δέσμη 17 δράσεων για τη στήριξη της εργασίας και των εργαζομένων, ενώ η σούπερ επιτελική κυβέρνηση µας λαμβάνει 2,7 δισ. Και μάλιστα πανηγυρίζει αν και πρόκειται για… επιβεβαίωση ότι δεν έπραξε όσα μπορούσε και όφειλε για τους πιο αδύναμους κρίκους, εκείνους που θα πληγούν περισσότερο: τους εργαζόμενους…