Μια ματιά ακόμη στη συζήτηση για αναθεώρηση
Πολλοί στρέφονται αυτές τις μέρες προς το Συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ, ασχέτως διαθέσεων του καθενός απέναντί του. Όμως παράλληλα “τρέχει” και η συζήτηση για την αναθεώρηση του Συντάγματος. Η Κυβέρνηση “εύκολα” την έπαιξε ως πολιτικό χαρτί, η Αντιπολίτευση (και ο Βαγγέλης Βενιζέλος, ως μονοπρόσωπη Αντιπολίτευση) αποκήρυξε τις διαδικασίες διαβούλευσης/διαλόγου. Πάντως, οι συζητήσεις πυκνώνουν. Μια πρώτη έγινε με πρωτοβουλία του Ιδρύματος Θ+Δ Τσάτσου, με αντικείμενο την – πολύκροτη απο την επικαιρότητα – σχέση Συνταγματικής Αναθεώρησης και Δικαιοσύνης, αλλά και της “λαϊκής συμμετοχής” στην συζήτηση για την Αναθεώρηση.
Αρκετοί απο τους συμμετέχοντες διερωτήθηκαν τι έννοια έχει – πρακτικά – η ανακίνηση ζητήματος αναθεώρησης και μάλιστα με αμεσοδημοκρατικές πτυχές όταν μήτε αυτή η Βουλή, μήτε ή όποια επόμενη θα μπορούσε να δώσει συναινέσεις (όπως του 2010) , ούτε όμως και υπάρχει πολιτική κυριαρχία (όπως το 1985/86): το ζήτημα παρουσίασε ο Μπάμπης Ανθόπουλος του Ανοιχτου Πανεπιστημίου. Μιαν ιδιότυπη απάντηση ίσως εισέφερε ο Γιάννης Τασσόπουλος, καθηγητής του ΕΚΠΑ: η σημερινή πρωτοβουλία αναθεώρησης επιχειρεί να λειτουργήσει ως placebo – δεν μπορεί μεν να εμπνεύσει, όμως επιχειρεί να διατηρήσει μιαν αίσθηση κίνησης.
Καθώς είναι γνωστό ότι πίσω απο την πρωτοβουλία όχι μόνο τού να ανακινήσει η Κυβέρνηση θέμα αναθεώρησης αλλά και να ξεκινήσει στην διαδικασία ευρύτερης, “λαϊκής” διαβούλευσης με την Επιτροπή Διαλόγου βρισκόταν εξαρχής ο Γιώργος Κατρούγκαλος (καθηγητής στην Θράκη αλλά και υπουργός), αξίζει να δει κανείς λίγο περισσότερο την δική του προσέγγιση/κατάθεση.
Ευθέως, έθεσε θέμα εισαγωγής όχι απλώς θεσμών άμεσης δημοκρατίας (ενδεχόμενη ανάδειξη του Προέδρου της Δημοκρατίας με λαϊκή ψήφο σε περίπτωση αδιεξόδου στην Βουλή, δημοψήφισμα, νομοθετική πρωτοβουλία) αλλά και διαδικασίες διαβούλευσης καθοδόν προς την αναθεώρηση. Πήγε πίσω, στην Ιστορία για να διακρίνει την λογική ενος Ρουσσώ – που δίδασκε ότι οι λαοί χρειάζονται καθοδήγηση, αλλά εντέλει (πρέπει να) αποφασίζουν οι ίδιοι, και αποφασίζουν το σωστό – απο την προσέγγιση ενός Λοκ – που θεωρούσε ότι η απόφαση χρειάζεται να υπαγορεύεται, στα πλαίσια μιας “Δημοκρατίας των ελίτ” που θυμίζουν περισσότερο τον Πλατωνικό βασιλέα-φιλόσοφο. Υποστήριξε συνεπώς ότι ο αυστηρός κοινοβουλευτισμός χωρίς “διαφυγές” αμεσοδημοκρατικές υπήρξε ικανοποιητικός μόνον όταν το περιβάλλον της δημόσιας ζωής ήταν μονο-ταξικό, κατάσταση που άλλαξε με την βαθμιαία εγκαθίδρυση του κοινωνικού κράτους. Για να φθάσει στην Αμερικανική περίπτωση όπου οι Progressives (με αιχμή τον Herbert Hoover, κυρίως όμως τον Ted Roosevelt) προκειμένου να ξεριζώσουν την τότε επιβολή των robber barons επί της πολιτικής, έφεραν και διαδικασίες ανάκλησης των Κυβερνητών/Governors στις Πολιτείες, αλλά και θεσμούς λαϊκής πρωτοβουλίας και δημοψηφισματικες σε περισσότερες απ’ αυτές.
Ηταν περίεργη η επιχειρηματολόγησή του, όμως διαφανής στην στόχευση. Βρήκε μιαν εξίσου ευθεία αντίθεση στο πρόσωπο του Θανάση Διαμαντόπουλου (της Παντείου, αλλά προσερχόμενου απο την πλευρά της Πολιτικής Επιστήμης) που επιχείρησε να δείξει πώς τα δημοψηφίσματα δυσλειτουργούν: πρώτα-πρώτα φερνουν μανιχαϊστικες νοοτροπίες στον λαό, δεν επιτρέπουν συνθέσεις απόψεων, δεν ανταποκρίνονται στην πολυπλοκότητα των σύγχρονων κοινωνιών, προσκρούουν στην ασάφεια των ερωτημάτων. Κυρίως όμως – και αυτό επισημαίνει για τον ΣΥΡΙΖΑ: ετερογονία των σκοπών! – καθιστούν απίθανη την υλοποίηση προοδευτικών μεταρρυθμίσεων (αρκεί να σκεφθεί κανείς δημοψήφισμα για σχέσεις Εκκλησίας-Κράτους). Ενώ άμα αγγίζουν διεθνοπολιτικές ισορροπίες μπορεί να οδηγήσουν σε σοκ (υπόθεση της συμμετοχής στην ΕΕ ή των Ευρωπαϊκών μεταρρυθμίσεων, ακόμη χειρότερα άμα αφορούν σχέσεις γειτονίας).
Τέθηκε ακόμη το ευαίσθητο/δυσάρεστο ζήτημα των αμοιβών των δικαστών/του Μισθοδικείου. Πέρα απο την ανυπαρξία σε οποιαδήποτε άλλη χώρα ενός παρόμοιου θεσμού, όπου οι δικαστές ορίζουν μόνοι τις αμοιβές τους (Αλιβιζάτος), τέθηκε και το ζήτημα του “αφόρητου λαϊκισμού περί τις αμοιβές των δικαστών” (Κ. Σακελλαροπούλου), που πάντως θύμισε ότι οι Αμερικανοί Ιδρυτές/συνταγματικοί νομοθέτες Madison και Hamilton είχαν πει ότι όποιος εξουσιάζει την μισθοδοσία, εξουσιάζει και την βούληση! Πάντως, ο Μιχ. Σταθόπουλος θύμισε οτι το Ελληνικό σύστημα αμοιβών των δικαστών είναι… και παράνομο, γιατί; Διότι η ΕΣΔΑ (Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου) απαιτεί “αμερόληπτο” δικαστή. Ομως, ποιος είναι αμερόληπτος όταν – δικαστικά – αποφασίζει τον μισθό του;
Σχετικά Άρθρα
Δείτε επίσης