«Μέσα καλό, ἔξω κακό»!
Ο Γ.Α. Μέγας, καθηγητὴς τῆς λαογραφίας στὸ πανεπιστήμιο Ἀθηνῶν στὸ βιβλίο του «Ἑλληνικαὶ ἑορταὶ καὶ ἔθιμα τῆς λαϊκῆς λατρείας», δείχνει τὴ στενὴ σχέση τῶν ἑορτῶν μὲ τὴ διαδικασία παραγωγῆς, ποὺ σὲ παλαιότερη ἐποχὴ ἦταν στενά δεμένη μὲ τὴ γεωργία. Στὴ σελίδα 57 τοῦ προαναφερθέντος βιβλίου γράφει ὅτι κάθε ἄνθρωπος, κατὰ τὴν ἀρχὴ τοῦ νέου ἔτους, ἀνανεώνει τὶς ἐλπίδες του γιὰ ἕνα νέο ξεκίνημα, γιὰ μιὰ νέα ζωὴ, εὐτυχέστερη ἀπὸ αὐτὴ ποὺ ἔκλεισε μὲ τὸν παλιό χρόνο. Περισσότερο τὴν ἀνάγκη αὐτὴ αἰσθάνεται ὁ γεωργὸς καὶ γενικὰ ὁ ἀγρότης, ποὺ ζῆ καὶ ἐργάζεται μέσα στὴ φύση καὶ εἶναι ἀπόλυτα ἐξαρτημένος αὐτὸς καὶ τὰ ζῶα του ἀλλὰ καὶ οἱ καλλιέργειὲς του ἀπὸ τὶς δυνάμεις τῆς φύσης καὶ τὶς καιρικὲς ἀλλαγὲς. Καὶ εἶναι ἀδυναμία γενική τῆς ἀνθρώπινης καρδιᾶς, κάθε φορά ποὺ σημειώνει σταθμό (καὶ τέτοιος σταθμός εἶναι ἡ πρωτοχρονιὰ) νὰ ξεκινᾶ πάλι τό δρόμο καὶ τὸν ἀγῶνα τῆς ζωῆς θέλοντας νὰ ἐξασφαλίσει ἕνα καλύτερο μέλλον. Τοῦτο ἑδράζεται στὴν πεποίθηση ὅτι ἡ καλή ἀρχὴ φέρνει καὶ τὸ καλὸ τέλος. Καὶ γι’ αὐτὸ προσπαθεῖ νὰ ἀρχίσουν ὅλα εὐνοϊκὰ, ὅλα εὐοίωνα. Ἀπὸ αὐτὸ ξεκινοῦν τὰ ἔθιμα γιὰ τὸ καλὸ ποδαρικό, οἱ εὐχὲς, τὰ σύμβολα, τὰ γλυκίσματα, τὰ «καλοπιάσματα». Ἕνα ὡραῖο ἔθιμο «ποδαρικοῦ» γινόταν παλιὰ στὴν Ἀμοργὸ. Καθὼς ἡ οἰκογένεια γύριζε σπίτι ἀπὸ τὴν ἐκκλησία, ἕνα μέλος τοῦ σπιτιοῦ, κρατώντας ἕνα εἰκονισματάκι ἔμπαινε δύο βήματα πρὸς τὰ πίσω καὶ ξαναέλεγε: «Μέσα καλὸ!». Ἔκανε τρία βήματα πρὸς τὰ πίσω καὶ ξαναέλεγε: « Κι ὄξω κακό!». Κι αὐτὸ τὸ ἔκανε τρεῖς φορὲς. Τέλος, λέγοντας «Μέσα καλὸ!», ἔρριχνε ἕνα ρόδι νὰ σπάσει μέσα στὸ σπίτι. Τὸ ρόδι, λόγῳ πολυσπορίας, ἀπὸ τὴν ἀρχαία ἐποχὴ ἦταν σύμβολο πολυκαρπίας καὶ ἀφθονίας.
Μήπως, ἆραγε, τοῦτο τὸ ἔθιμο πρέπει νὰ ξαναζωντανέψει καὶ γιὰ τὰ σπίτια μας καὶ γιὰ τὴ χώρα μας καὶ ἀντὶ γιὰ ρόδι νὰ σπᾶμε τὰ ἄκαρπα κεφάλια μας, ποὺ ἀφήσαμε τὴν ὡραιότερη πατρίδα τῆς γῆς νὰ γίνει «ρημάδι»; Ὅταν ὁ λαὸς ἔμενε πιστὸς στὶς παραδόσεις του, μάθαινε ἀπὸ διάφορους συμβολισμοὺς πολλὰ ὠφέλιμα καὶ διδακτικά. Γιὰ παράδειγμα, στὴν Κορώνη «τ’ Ἁγιοβασιλειοῦ δὲ σφάζουν κόττα, γιατὶ ἡ κόττα, καθὼς σγαρλάει τὸ χῶμα, διώχνει τὰ καλὰ τοῦ σπιτιοῦ κατὰ πίσω της. Σφάζουν γουρούνι, ποὺ τὰ σπρώχνει μπρὸς του, ἤ κατσίκι ποὺ τὰ τρώει οὗλα ὅσα τοῦ ρίχνεις». Οἱ νοικοκυραῖοι τοῦ παλιοῦ καιροῦ ἤξεραν σὲ ὅλες τὶς παραδόσεις τους νὰ δίνουν διάφορους συμβολισμούς. Ἔτσι καὶ τὸ φαγητὸ τους εἶχε ἕνα νόημα. Δὲν ἦταν ἁπλὰ χορτασμός. Τὸν Ἅγιο Βασίλειο δὲν τὸν ἔβλεπαν σὰν τὸν φανταχτερὸ γέρο-μασκαρᾶ, ὅπως τὸν δείχνει σὲ παγκόσμια κλίμακα ἡ θρησκεία τοῦ καταναλωτισμοῦ. Δὲν ἦταν ὁ κάλπικος ἅγιος τῆς καταναλώσεως. Σὲ πολλὲς περιοχὲς τῆς πατρίδας μας ἦταν ὁ ἅγιος-ζευγολάτης. Καὶ σὰν ζευγολάτης τὴ νύκτα τῆς ἑορτῆς του ἐπισκέπτεται τὰ ζῶα τῶν ζευγάδων. Καὶ αὐτοί, γιὰ νὰ μὴν τὰ βρεῖ ὁ Ἅγιος ἀπεριποίητα, τὰ χτενίζουν καὶ τὰ φροντίζουν, ὥστε νὰ μὴ διατυπώσουν κανένα παράπονο. Σύμφωνα μὲ μιὰ καταγραφὴ, «βάζουν τὴ μερίδα τοῦ καθενοῦ στὸ παχνί του. Γιατὶ ἔχουν κι αὐτὰ τὸ καθένα μερίδα ἀπὸ τὴν πίττα. Κι ἀντὶ ρόβι (=καρπὸς σὰν τὸ μπιζέλι) μαζί μὲ τὸ ἄχυρο τοὺς βάζουν σιτάρι. Πρέπει κείνη τὴν ἡμέρα νὰ εἶναι εὐχαριστημένα καὶ τὰ ζῶα».
Σήμερα, τὸ ἔθιμο αὐτὸ προκαλεῖ φυσικὰ εἰρωνικὰ μειδιάματα. Ἦταν, ὅμως, ἕνα ἔθιμο ποὺ περιέχει μιὰ βαθειὰ εὐαισθησία. Ἔχουν καὶ τὰ ζῶα ψυχή. Μέ αὐτὰ ἄλλωστε συνεργαζόμαστε. Αὐτὰ εἶναι οἱ βοηθοὶ μας γιὰ νὰ βγάζουμε τὸ ψωμί μας. Ἡ ἀγάπη πρὸς αὐτὰ –καὶ τοῦτο φαίνεται ἔντονα στὰ Ὁμηρικά Ἔπη– εἶναι βαθμίδα πολιτισμοῦ. Ἑνὸς πολιτισμοῦ ποὺ μᾶς ἔρχεται ἀπὸ τὴ βαθειὰ ἀρχαιότητα. Ἕνας ἀπὸ τοὺς μεγαλύτερους σοφοὺς ποὺ διέπρεψε στὴ Δύση κατὰ τὸν 17ο αἰώνα, ὁ Λέων ὁ Ἀλλάτιος, γράφει ὅτι στὴν Χίο τὴν πρωτοχρονιὰ ὁ νοικοκύρης γύριζε κάθε γωνία τοῦ σπιτιοῦ, κρατώντας κάνιστρο μὲ καρποὺς κι ἔλεγε εὐχὲς γιὰ τὸ καλὸ τῶν ἐνοίκων. Ἕνας ξένος σοφὸς ἑρμηνεύει ὡς ἑξῆς τὸ κομμάτι τῆς πίττας ποὺ κόβουμε ἀκόμη «γιὰ τὸ σπίτι», μετὰ τὸ κομμάτι γιὰ τὸν Ἅγιο Βασίλη. Εἶναι, λέει, προσφορά, στὸ «στοιχειὸ τοῦ σπιτιοῦ», στὸν ἀγαθὸ δαίμονα, ὁ ὁποῖος, κατὰ κοινὴ ἀντίληψη, κατοικεῖ στὸ σπίτι καὶ τὸ προστατεύει, ἐμφανιζόμενος μὲ τὴ μορφὴ φιδιοῦ, ὅπως ὁ «οἰκουρὸς ὄφις» τῶν ἀρχαίων.
Σήμερα, ἀλλὰ καὶ σὲ ἕνα μακρινό χθές, βγάλαμε τὸν ὄφι ἀπὸ τὸ σπίτι καὶ τὸν φιλοξενοῦμε οἱ περισσότεροι στὴν ψυχή μας. Γι’ αὐτὸ τὸ δηλητήριο πλεονάζει στὴ ζωή μας. Γι’ αὐτὸ εὔχομαι μιὰ νέα χρονιὰ μὲ λιγώτερο δηλητήριο.
www.sarantoskargakos.gr
Σχετικά Άρθρα
Δείτε επίσης