Με θέμα (πάλι) το αναγκαστικό δάνειο και την Κατοχή (συνέχεια)
Βλέπαμε χθες σ’ αυτήν την θέση τα στοιχεία που δίνει το βιβλίο των Γκιούρα – Ψαλιδόπουλου «Κατοχή, Ναζισμός και Ελληνική οικονομία» για την οικονομική συμπεριφορά των Γερμανικών δυνάμεων στην Ελλάδα το 1942-44, με βάση εκθέσεις των ίδιων των Γερμανών.
Δίνουμε σήμερα ένα αυτούσιο απόσπασμα από την καταγραφή του H. Neubacher που έπαιζε κεντρικό ρόλο τα χρόνια εκείνα:
«Το πρώτο πράγμα που συνέβη ήταν ένα σκληρό χτύπημα ενάντια στην κερδοσκοπία με μέσα δημοσιονομικής τεχνικής, καθώς και η ταυτόχρονη εξασφάλιση μεγάλων ποσοτήτων τροφίμων από τη Γερμανία, από το Προτεκτοράτο (Τσεχοσλοβακία) και από τις γερμανικές εμπορικές συμβάσεις με τα αγροτικά κράτη της Νοτιοανατολικής Ευρώπης. […] Από ορισμένους έμπιστους που γνώριζαν τον τόπο, είχα ενημερωθεί ότι στην Αθήνα και στην συνολική Ελλάδα σημαντικές ποσότητες ελαιόλαδου, οσπρίων και ζάχαρης είχαν «κρυφτεί» σε αναρίθμητα κρησφύγετα ενόψει των γελοίων ρυθμίσεων για τις ανώτατες τιμές. Οι έμπιστοί μου είχαν βρεθεί σε τέτοιες τρύπες και σε εντοιχισμένα υπόγεια. Τα ονόματα των ιδιοκτητών και η θέση των αποθεμάτων δεν με ενδιέφεραν. Αλλά τα αυστηρά μέτρα ενάντια στην κερδοσκοπία έφεραν μεμιάς αυτές τις ποσότητες στην ελεύθερη αγορά. Τα δημοσιονομικά μέτρα ήταν κατ’ ουσίαν τα εξής:
Μια αιφνίδια παύση πληρωμών για τους προμηθευτές των δύο στρατευμάτων Κατοχής. […] Η ίδια απαγόρευση πληρωμών επιβλήθηκε και στα δημόσια ταμεία. Η αναστάτωση ήταν τεράστια. Οι προμηθευτές έτρεξαν στις τράπεζες για να λάβουν πιστώσεις· εκεί ήρθαν αντιμέτωποι με την εξής φρίκη:
Πλήρης απαγόρευση τραπεζικών πιστώσεων για εμπορικές επιχειρήσεις και για ιδιώτες. […] Αλλά η ατυχία δεν τελείωνε εδώ:
Οι τράπεζες έλαβαν την οδηγία να προβούν σε μαζικές καταγγελίες πιστώσεων, οι οποίες με δεδομένη την παύση πληρωμών μπορούσαν να καλυφθούν από την κερδοσκοπία μόνο με πώληση των εμπορευματικών αποθεμάτων που είχαν κρατηθεί για κερδοσκοπικούς λόγους. […]
Σε λίγες ημέρες γέμισαν τα ράφια της αγοράς και οι αποθήκες με ανείπωτες ποσότητες εμπορευμάτων. Η λαχαναγορά, η ψαραγορά και η κρεαταγορά ήταν γεμάτες από το βουητό των εμπόρων που διαφήμιζαν την πραμάτειά τους και από τα παζαρέματα των πελατών, οι δε τιμές έπεσαν εντός 14 ημερών κατά 80% – και όλα αυτά ενώ παράλληλα η κυκλοφορία τραπεζογραμματίων αυξάνονταν νυχθημερόν. Στα μέσα Νοεμβρίου έγιναν γνωστές τρεις αυτοκτονίες κατεστραμμένων κερδοσκόπων τροφίμων. […]
Το φθινόπωρο του 1943 η κατάσταση ήταν πολύ άσχημη, και υπήρχε πλέον ένα μόνο εμπόρευμα η μεταφορά του οποίου δεν αποτελούσε πρόβλημα, και το οποίο εκπέμπει την μεγαλύτερη υποβολή από αρχαιοτάτων χρόνων: ο χρυσός. Στις αρχές Νοεμβρίου 1943 πέταξα στο Βερολίνο για να αποκτήσω αυτό το εμπόρευμα. […]. Στα μέσα Νοεμβρίου ξεκίνησα στο Χρηματιστήριο Αθηνών την Επιχείρηση Χρυσού, η οποία λειτούργησε μέχρι την εκκένωση της χώρας ως ύστατο φρένο ενάντια στην ολική διάλυση της δραχμής ως χρήματος.
Η έκπληξη των Ελλήνων ήταν τεράστια. Κανένας άνθρωπος δεν το είχε θεωρήσει δυνατό ότι η Γερμανία θα ρίξει χρυσό στην αγορά. Η πώληση 20.000 χρυσών λιρών ένα πρωινό στο Χρηματιστήριο αρκούσε για να ρίξει την τιμή της χρυσής λίρας από 2 εκατομμύρια σε 900.000. Αμέσως εμφανίστηκε επί τόπου μια ομάδα υποτίμησης, η οποία πρόσφερε επίσης χρυσό.
[…]
Δύο φορές, τον Μάιο και τον Αύγουστο του 1944, για να τονίσω τη σοβαρότητα της απάντησης σε μια εκρηκτική κίνηση υπερτίμησης, εμφανίστηκα αυτοπροσώπως στο Χρηματιστήριο. Η ένταση κορυφώθηκε: καταμεσής στον κύκλο των χρηματιστών στεκόταν ο άνδρας εκείνος, για τον οποίο καθένας θα ήθελε να γνωρίζει πόσο χρυσό έχει ακόμη. Η μάχη μαινόταν.
Σχετικά Άρθρα
Δείτε επίσης
Τα πιο Δημοφιλή