Ακριβές, άλλωστε δεν το κρύβει ότι στα χρόνια της Προεδρίας ΚΚ έκανε την είσοδό του ο Παυλόπουλος στον κυρίως δημόσιο χώρο, όσο κι αν πρώτη του θέση υπήρξε του γραμματέα του Μιχ. Στασινόπουλου – πάντως ο τρόπος προσέλευσης στην δημόσια ζωή δεν σημαίνει και πολλά: μήπως τον Ανδρέα Παπανδρέου δεν “μπόλιασε” στην Ελλάδα της δεκαετίας του ΄60 ο ίδιος Κωνσταντίνος Καραμανλής, ιδρύοντάς του κι ένα ΚΕΠΕ ας πούμε; Να προσθέσουμε ότι, για την περίοδο Παυλόπουλου προ αναμέτρησής του με την λαϊκή ψήφο, θαρρούμε πως καθοριστικότερο ρόλο έπαιξε η θητεία του στο Προεδρίας/Κυβ. Εκπρόσωπος στην Οικουμενική Ζολώτα – πρώτο καμίνι κρίσης.
Από την “καραμανλική” εκείνη φύτρα προέκυψε μια διαδρομή που τον έφερε εκπρόσωπο-κηδεμόνα στην Ν.Δ. του (επισης ανεπίληπτα Καραμανλικού) Μιλτιάδη Εβερτ, και εν συνεχεία στην ΝΔ του Κώστα Καραμανλή και απ’ εκεί στις Κυβερνήσεις Καραμανλή. Αυτή η διαδρομή – προτού φθάσει στο πιο κοντινό της διάστημα: την ίδια την ανάδειξη στην Προεδρία – έχει και εκείνο που θα λέγαμε θετικό αντίβαρο: ο Παυλόπουλος μετέχει στην συνολική παράδοση του συντηρητικού χώρου, όμως με την “καραμανλική λογική” της (μεταπολιτευτικής, να εννοούμαστε) αναζήτησης του μετριοπαθούς στην Δεξιά, της προς την Κεντροδεξιά συναίνεσης.
Αυτό, έχει και την διάσταση της ένταξης στο κυρίως κατεστημένο: πέρα απο την καθηγεσία στο ΕΚΠΑ και μια πετυχημένη δικηγορική πορεία (το ότι “κερδίζει υποθέσεις” στο ΣτΕ του προσάπτεται και λιγάκι σαν μομφή, ως στοιχείο διαδρομικής επιρροής) ανήκε π.χ. στον “κύκλο της Παρασκευής” στην Αθηναϊκή Λέσχη όπου συνδαιτημόνες προσέρχονται π.χ. ο Πέτρος Μολυβιάτης, άλλος ακραιφνής Καραμανλικός, ο Γιάννης Βαρβιτσιώτης, ομοίως, ο Γιώργος Αλογοσκούφης, ο Γιώργος Κουμουτσάκος, ο Ωνάσειος κυβερνήτης Ιωαννίδης, ο Αντ. Παπαδημητρίου, ο Σταύρος Ψυχάρης (Μεσσήνιος σαν τον Προκόπη, αλλά και ο Σαμαράς Μεσσήνιος δεν είναι;…). Καλό ή κακό, πάντως χρήσιμο.
Πάμε όμως στο κυρίως σώμα των παρατηρήσεων /σχολίων: έχει να κάνει με την θητεία στις Κυβερνήσεις Κώστα Καραμανλή: έπαιξε κι εδώ ρόλο οιονεί κηδεμόνα, ρόλο όχι πάντα ευχάριστο. Φορτώθηκε – μετά τον Μπαϊρακτάρη – την κόντρα με τους “νταβατζήδες και εργολάβους”, περισσότερο εμπνεύσεως Θοδωρή Ρουσόπουλου, και μάλιστα στην διάσταση της νομικής/συνταγματικής/ΕΟΚικής κάλυψης του “βασικού μετόχου”. Που κατέρρευσε με πάταγο! Το ότι επεβίωσε και μόνο εκείνης της μνήμης έχει το ενδιαφέρον του. (Η συμμετοχή του – δίπλα στον έτερο Καππαδόκη της εποχής, τον Βαγγέλη Βενιζέλο – στις άστοχες συνταγματικές αναθεωρήσεις “καλύπτεται” απο τις υπερπρόθυμες ψηφοφορίες στην Βουλή των Ελλήνων επί των αστοχιών).
Τελευταίο μέτωπο, που μας ήρθε πιο έντονα και από τα άλλα: η θητεία του στο υπουργείο Εσωτερικών (και Δημόσιας Τάξης, με υφυπουργό τον ναύαρχο Τάκη Χηνοφώτη) τις υπέρθερμες ημέρες του 2008, μετά την δολοφονία από αστυνομικό του Αλέξη Γρηγορόπουλου. Εδώ, την στάση κατευνασμού του Παυλόπουλου – και την διαχείρισή της απο τον Χηνοφώτη, ο οποίος έκτοτε “έσβησε” από το προσκήνιο – την είχαμε και με θετικό πρόσημο (με την αναφορά μάλιστα το ότι εκείνες τις τρομερές ώρες προέκυψε η πρώτη επαφή εμπιστοσύνης του Προκόπη με την τωρινή ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ) αλλά και με εξαιρετικά αρνητικό (“άφησε να καεί η Αθήνα”). Προσωπική κατάθεση: όποιος είδε, στον δρόμο, αληθινά, τις μέρες εκείνες τα κύματα των εξεγερμένων ανθρώπων – κυρίως παιδιών – να σκάνε πάνω στα ΜΑΤ και να ξεχύνονται στην Αθήνα, γνωρίζει ότι καταστολή τότε θα είχε οδηγήσει σε ακραίες, εντελώς ακραίες καταστάσεις.