Δευτέρα, 4 Αυγούστου 2025

«Καλπάζει» η κατάθλιψη στην Ελλάδα της κρίσης

Πτωτική πορεία και στην υγεία των Ελλήνων λόγω ανέχειας

Το «φάντασμα» της κατάθλιψης, που πλανάται πάνω από τη χώρα μας τα χρόνια της κρίσης, γιγαντώνεται επικίνδυνα, αγγίζοντας όλο και περισσότερα τμήματα του πληθυσμού.

Δραματικά είναι τα αποτελέσματα πρόσφατης έρευνας της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Υγείας (ΕΣΔΥ), σύμφωνα με τα οποία το 44% των Ελλήνων, δηλαδή σχεδόν ένας στους δύο, εκφράζει αρνητικά συναισθήματα λόγω της οικονομική κρίσης, με το μεγαλύτερο ποσοστό να αφορά άτομα με χαμηλό ή μηδαμινό εισόδημα.

Την ίδια ώρα, παρατηρείται ανησυχητική αύξηση της καταθλιπτικής διάθεσης εξαιτίας των οικονομικών δυσκολιών, των αυξανόμενων οφειλών, της αδυναμίας εξασφάλισης βασικών αγαθών και της ανέχειας.

Επιπλέον, η υγεία των Ελλήνων ακολουθεί πτωτική τάση, αφού το 25% αδυνατεί να λάβει τη θεραπεία του λόγω κόστους.

Συγκεκριμένα, όπως προκύπτει από τα στοιχεία που παρουσιάστηκαν κατά τη διάρκεια του 11ου Πανελληνίου Συνεδρίου της ΕΣΔΥ (10-12 Δεκεμβρίου), η υγεία του ελληνικού πληθυσμού καταγράφεται ως σταθερά πτωτική, ενώ διαπιστώνεται άμεση συσχέτιση του επιπέδου υγείας με το εισόδημα. Σύμφωνα με την έρευνα, μεγάλη πτώση του επιπέδου της υγείας παρατηρείται στις νεαρές ηλικίες, ιδιαίτερα το διάστημα μεταξύ 2011 και 2015.

Θλιβερή είναι η διαπίστωση πως το 1/3 των Ελλήνων τον περισσότερο καιρό δυσκολεύεται να ανταπεξέλθει στις οικονομικές τους υποχρεώσεις.

Όταν λοιπόν το σύνολο το των εισοδημάτων κατευθύνεται σε λογαριασμούς και χρέη, αυτό έχει σαν αποτέλεσμα η αυτοεκτίμηση υγείας να βρίσκεται πολύ κάτω από τον μέσο όρο.

Εξάλλου, για λόγους κόστους, το 25% του πληθυσμού, δηλαδή ένας στους τέσσερις, δεν λαμβάνει τη θεραπεία του ή δεν κάνει τις ενδεδειγμένες ιατρικές εξετάσεις.

Οι Έλληνες βαθμολογούν, κατά μέσο όρο, με 74% την κατάσταση της υγείας τους όταν το 100% αναλογεί στην άριστη υγεία. Τα υψηλότερα ποσοστά καλής υγείας, καταγράφονται στην Αττική και στη Θεσσαλονίκη, ενώ τα χειρότερα στα νησιά του Αιγαίου και την Κρήτη, λόγω και της δυσχερούς πρόσβασης στις υπηρεσίες υγείας.

Όσον αφορά τον αυτοχαρακτηρισμό του επιπέδου υγείας ανά εισοδηματική κατηγορία, όπως ήταν αναμενόμενο, εμφανίζεται συγκριτικά καλύτερος αναλογικά με το ύψος του εισοδήματος, με εξαίρεση κάποια άτομα χωρίς «καθόλου εισοδήματα», τα οποία αναφέρουν καλή υγεία. Ειδικά αυτό το «παράδοξο» εύρημα αποδίδεται στη νεαρή ηλικία των ατόμων που ανήκουν σε αυτή την εισοδηματική κατηγορία.

Στις παρήγορες διαπιστώσεις και τα θετικά χαρακτηριστικά της έρευνας, όσον αφορά στις συμπεριφορές εν μέσω κρίσης, συγκαταλέγονται η μείωση στα ποσοστά του καπνίσματος, της κατανάλωσης οινοπνευματωδών ή κόκκινου κρέατος, μια τάση που επιβεβαιώνεται από μελέτες των τελευταίων 13 ετών.

Αξίζει, πάντως, να σημειωθεί ότι το 42% των ατόμων που απάντησαν στη έρευνα έχει διαγνωσθεί με χρόνιο νόσημα, οι περισσότεροι από τους μισούς ήταν γυναίκες, 2 στους 3 ήταν υπέρβαροι και παχύσαρκοι, ενώ 1 στους 5 ασθενείς με χρόνιο πρόβλημα παραμένει καπνιστής – με την αναλογία αυτή να είναι 1 στους 3 για τους ασθενείς με χρόνιο πνευμονολογικό πρόβλημα.

Η μελέτη επιβεβαιώνει, επομένως, την υψηλή νοσηρότητα του μεταβολικού συνδρόμου και καταγράφει ότι το 59% του δείγματος που έκανε χρήση υπηρεσιών υγείας ήταν παχύσαρκοι και υπέρβαροι.

Δείτε επίσης

Τελευταία Άρθρα

Τα πιο Δημοφιλή