Παρασκευή, 27 Ιουνίου 2025

Η βιωσιμότητα των τραπεζών εξαρτάται από την ανάπτυξη της οικονομίας

Την περIοδο 2008-2016 το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν της Ελλάδας σε τρέχουσες τιμές από 242 εκτιμάται ότι θα μειωθεί σε 174 δις ευρώ (€) και σε σταθερές τιμές από 250 υπολογίζεται ότι θα συρρικνωθεί σε 183 δις €. Δηλαδή, σε χρονική περίοδο οκτώ ετών, το ΑΕΠ της χώρας σε τρέχουσες και πραγματικές τιμές εκτιμάται ότι ελαττώθηκε κατά 68 και 67 δις € αντίστοιχα. Γνωστό είναι ότι οι αναπτυξιακοί ρυθμοί της οποιασδήποτε χώρας του κόσμου, αποτυπώνονται στην ετήσια ποσοστιαία μεταβολή του ΑΕΠ σε σταθερές τιμές (ή πραγματικού ΑΕΠ). Αν υποτεθεί ότι το 2017 η ελληνική οικονομία εισερχόταν σε αναπτυξιακή πορεία, το ερώτημα που προκύπτει είναι: Σε πόσα χρόνια το πραγματικό ΑΕΠ θα επανερχόταν στα επίπεδα του 2008; Η απάντηση σε αυτό το σημαντικό ερώτημα εξαρτάται από το μέσο ετήσιο αναπτυξιακό ρυθμό της ελληνικής οικονομίας. Έστω ότι ο μέσος ετήσιος αναπτυξιακός ρυθμός της χώρας ήταν 2%. Σε αυτή την περίπτωση θα απαιτούντο 15 χρόνια, ώστε το πραγματικό ΑΕΠ να έφτανε τα επίπεδα του 2008, δηλαδή 250 δις €. Αυτό σημαίνει ότι το 2032, δηλαδή μετά από 24 χρόνια, το πραγματικό ΑΕΠ της Ελλάδας θα προσέγγιζε τα επίπεδα του 2008 (2032-2008=24).   

Η ώθηση του σκάφους της ελληνικής οικονομίας σε αναπτυξιακή τροχιά είναι εθνικά επιτακτική και αναγκαία. Από την είσοδο της εθνικής οικονομίας σε σταθερή αναπτυξιακή πορεία εξαρτάται η βιωσιμότητα του δημοσίου χρέους της Ελλάδας. Η αναπτυξιακή διαδικασία συνιστά τη βασική προϋπόθεση, που θα διασφαλίζει στις εκάστοτε κυβερνήσεις τα απαιτούμενα κρατικά έσοδα για τη συνεπή εξυπηρέτηση του δημοσίου χρέους της χώρας.

Αναμφίβολα, η διατηρησιμότητα της αναπτυξιακής διαδικασίας έχει πολλές ευεργετικές συνέπειες για το σύνολο της οικονομίας. Δύο από τις ευεργετικές επιδράσεις σχετίζονται με την αύξηση των καταθετικών πόρων στο εγχώριο τραπεζικό σύστημα και τη μείωση των κόκκινων (μη εξυπηρετούμενων) τραπεζικών δανείων. Λόγω της κρίσης που μετά το 2008 πλήττει την εθνική οικονομία και την τάση φυγής των εγχώριων καταθετικών αποταμιευτικών πόρων σε τράπεζες του εξωτερικού, οι καταθέσεις των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων από 238 δις € τον Δεκέμβριο του 2009 εκτιμάται ότι συρρικνώθηκαν σε 120 δις € το Μάιο του 2016. Ταυτόχρονα την ίδια χρονική περίοδο τα κόκκινα δάνεια από 22 εκτιμάται ότι εκτοξεύτηκαν σε 110 δις €.

Σε συνθήκες εντεινόμενης μείωσης των καταθετικών πόρων και συνεχούς αύξησης των κόκκινων δανείων, οι εγχώριες τράπεζες σε μόνιμη βάση θα είναι μη βιώσιμες και άρα θα χρειάζονται σε περιοδικά διαστήματα νέες ανακεφαλαιοποιήσεις. Σαφές είναι ότι η βιωσιμότητα του εγχώριου τραπεζικού συστήματος εξαρτάται από την άνοδο των καταθετικών του πόρων και τη μείωση των κόκκινων δανείων.

Δεν θα πρέπει να μας διαφεύγει ότι τα χρέη των τραπεζών προς το ευρωσύστημα και άλλους ξένους πιστωτές ξεπερνούν τα 200 δις €, ποσό που αθροίζεται στο εξωτερικό χρέος της Ελλάδας. Για να αντιστραφεί το αρνητικό κλίμα στο εγχώριο τραπεζικό τοπίο, η εθνική οικονομία θα πρέπει να μπει σε φάση ανάπτυξης. Η ανάπτυξη είναι αυτή που θα συντελέσει στην άνοδο των πωλήσεων και την κερδοφορία των επιχειρήσεων, στη μείωση της ανεργίας και στην αύξηση των εισοδημάτων των συνταξιούχων και των εργατοϋπαλλήλων, με συνέπεια την αύξηση των καταθετικών αποταμιευτικών πόρων και την δυνατότητα των τραπεζών να ανταποκριθούν στην αποπληρωμή των υπέρμετρων δανειακών υποχρεώσεών τους.

Δείτε επίσης

Τελευταία Άρθρα

Τα πιο Δημοφιλή