Μολονότι τις τελευταίες μέρες σαν να έχει πάει λιγάκι πίσω η δημόσια συζήτηση περί «καθαρής» ή «αρκετά καθαρής» ή «αυτοδύναμης» εξόδου από την εποχή των Μνημονίων, μετά την ολοκλήρωση (και) της τέταρτης αξιολόγησης με τα 88 προαπαιτούμενα κοκ, μετά και την έναρξη-προώθηση-κατάληξη της συζήτησης περί ελάφρυνσης του Ελληνικού χρέους, μετά και την διαμόρφωση της post-programme επιτήρησης, μια βαθύτερη παρεξήγηση υπόσχεται/απειλεί να εγκατασταθεί επί του θέματος.
Η Κυβέρνηση, ποντάροντας στην πολιτική ωφέλεια από την «έξοδο» παραμελεί επιδεξίως το γεγονός ότι το μεγαλύτερο μέρος της συζήτησης – και πάντως η ουσία της συζήτησης για την ελάφρυνση χρέους και τις διαδικασίες και τις ισορροπίες: δηλαδή η κλιμάκωση και η αιρεσιμότητα/conditionality όσων συμφωνηθούν, καθώς και το λεγόμενο «γαλλικό κλειδί» δηλαδή η σύνδεση με την πορεία του ΑΕΠ – γίνεται για εμάς, χωρίς εμάς. Καλά, εντάξει, υπερβάλλουμε! Οι σχέσεις των «εταίρων», ακόμη και του ΔΝΤ, με την σημερινή ομάδα διαπραγμάτευσης της Ελληνικής Δημοκρατίας – Τσακαλώτος, Χουλιαράκης, αλλά και Λιάκος, Κουτεντάκης… – έχουν βαθμιαία γίνει σχέσεις εμπιστοσύνης, οπότε φαινόμενα όπως των προηγούμενων φάσεων (Brussels Group, Washington Group) όπου η ελληνική πλευρά επληροφορείτο τα συζητούμενα και αποφασιζόμενα – ή, χειρότερα, τα μη-αποφασιζόμενα – από ακριτομυθίες φίλων στον διεθνή Τύπο, αποτελούν παρελθόν. Όμως και πάλι, τόσο η ουσία της ελάφρυνσης χρέους όσο και η διασύνδεση με την περαιτέρω επιτήρηση κρίνεται πρώτιστα μεταξύ των «εταίρων».
Με την Γερμανία, δε, να μην έχει ακόμη αποκτήσει ενεργό ΥΠΟΙΚ, οι σχετικές διεργασίες θα χρειαστούν ορμητική επανεκκίνηση/reboot αν είναι να ολοκληρωθούν «έγκαιρα». Γι αυτό και σήκωσε κεφάλι μια συζήτηση περί παρατάσεως του τωρινού Προγράμματος/Μνημονίου-3 «αν χρειαστεί»: διαψεύστηκε, αλλ’ αυτό ακριβώς δημιουργεί σκέψεις!
Στην συζήτηση, πάντως, έχει εμφιλοχωρήσει και άλλη μια παρεξήγηση – δίδυμη, αυτή. Πρώτον, έχοντας συνηθίσει τις συζητήσεις της Τρόικας/Κουαρτέτου για τις εκάστοτε μεταρρυθμίσεις, μέτρα, εφαρμοστικά των αποφάσεων που λαμβάνονται κοκ να έχουν από πλευράς των «εταίρων» συνεχώς αμφισβήτηση, η δική μας δημόσια συζήτηση δεν έχει ενσωματώσει την βασική αλλαγή που έχει πλέον επέλθει: οι ως άνω «εταίροι» θέλουν με κάθε τρόπο να μας σπρώξουν, να μας κλωτσήσουν εν ανάγκη εκτός Προγράμματος. Δεν είναι ευγενικό να το πούμε, αλλά… ισχύει: θέλουν να ξεφορτωθούν από μας!
Δεύτερον, όπως έγινε και με άλλες χώρες όπως η Κύπρος ή η Πορτογαλία , στην τελική ευθεία ό,τι δεν προκάνει να επιλυθεί (όπως θάλεγε κι ο Χαρίλαος) , μπαίνει κάτω από το χαλί. «Θα δούμε».
Καθώς λοιπόν η συζήτηση περί «εξόδου» γίνεται πολιτικά και μόνον, καθώς στην πολιτική μας ατζέντα συνωθούνται – καλά νάναι! – πολύ πιο ζωηρά και ζόρικα ζητήματα (Μακεδονικό, Ελληνοτουρκικά, Ιβάν Σαββίδης επ’ εσχάτων) , δεν είναι να παραξενεύεται κανείς που η παρεξήγηση για την εν λόγω «έξοδο» αφήνεται να ριζώσει. Δεν είναι ιδιαίτερα έξυπνο, αυτό. Κάποια στιγμή θα μας δαγκώσει – όπως παλιότερα συνέβη με τις παρεξηγήσεις περί του τι ήταν διαπραγματεύσιμο και τι όχι (α΄ 6μηνο του 2015, Ασφαλιστικό Κατρούγκαλου), ή και παλιότερα τι θα πει «Προγραμμα διάσωσης/bail-in» ή PSI κοκ.