Η παρατεταμένη ύφεση επιταχύνει την ανοδική τάση του δημοσίου χρέους της Ελλάδας

 Το πραγματικό ΑΕΠ δίδεται από την ακόλουθη απλή μαθηματική σχέση: Υ= P×Q, όπου Υ= Πραγματικό ΑΕΠ, P= Επίπεδο τιμής αγαθών και υπηρεσιών στο έτος βάσης (π.χ. 2010) και Q= Ποσότητα πωλούμενων αγαθών και υπηρεσιών. Από αυτή τη σχέση συνάγεται ότι η αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ (Υ) στο μακροχρόνιο, εξαρτάται από τη διαχρονική άνοδο της παραγόμενης ποσότητας αγαθών και υπηρεσιών. Άρα, η επίτευξη αξιόλογων αναπτυξιακών ρυθμών προϋποθέτει την ανοδική τάση της συνολική ποσότητας των παραγόμενων αγαθών και υπηρεσιών. Μέσοι αναπτυξιακοί και ποσοστά ανεργίας της ελληνικής οικονομίας Χρονική Περίοδος Μέσος Ρυθμός Οικονομικής Ανάπτυξης Μέσο Ποσοστό Ανεργίας Χρονική Περίοδος Μέσος Ρυθμός Οικονομικής Ανάπτυξης Μέσο Ποσοστό Ανεργίας 1950-2015 1950-1980 1980-2015 1950-1960 1960-1970 3,3% 6,1% 0,9% 6,9% 8,5% 6,0% 3,8% 10,5% 5,7% 5,0% 1970-1980 1980-1990 1980-1993 1993-2007 2007-2014 4,6% 0,7% 0,5% 3,7% -4,8% 2,2% 6,4% 6,8% 9,2% 18,1%

Παρατηρήσεις: Τα στατιστικά στοιχεία του πίνακα αφορούν την Ελλάδα. Τα στατιστικά δεδομένα του πίνακα βασίζονται σε επεξεργασία στοιχείων της ΕΛΣΤΑΤ και της Eurostat. Το μέσο ποσοστό ανεργίας της περιόδου 1950-1960, έχει υπολογιστεί λαμβάνοντας υπόψη στοιχεία του ΟΑΕΔ και στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, που προέρχονται από τις Απογραφές του Ελληνικού Πληθυσμού των ετών 1951 και 1961. Ο πίνακας που περιλαμβάνεται στο κείμενο, απεικονίζει τους μέσους ετήσιους αναπτυξιακούς ρυθμούς και τα μέσα ετήσια ποσοστά ανεργίας σε διάφορες χρονικές περιόδους. Αν και την περίοδο 1950-2015, η Ελλάδα αναπτυσσόταν με 3,3% κάθε χρόνο και το μέσο ετήσιο ποσοστό ανεργίας ήταν 6%, εντούτοις στις υποπεριόδους 1950-1980 και 1980-2015 παρατηρούνται αξιοσημείωτες διαφοροποιήσεις. Ενώ την περίοδο 1950-1980 ο μέσος ετήσιος αναπτυξιακός ρυθμός της χώρας ήταν 6,1% και το μέσο ποσοστό ανεργίας μόλις 3,8%, απεναντίας την περίοδο 1980-2015 ο μέσος ετήσιος ρυθμός ανάπτυξης πέφτει μόλις στο 0,9% και το μέσο ετήσιο ποσοστό ανεργίας αυξάνει σε 10,5%. Στην καταβαράθρωση της ανταγωνιστικότητας του οικονομικού μας συστήματος, οφείλεται η καθίζηση της εθνικής μας οικονομίας κατά την περίοδο 1980-2015. Ναι μεν κατά τη διάρκεια της περιόδου 1993-1997, η χώρα αναπτυσσόταν με 3,7% κάθε χρόνο, ωστόσο το υψηλό ποσοστό ανεργίας του 9,2%, υποδήλωνε ότι ο συγκεκριμένος αναπτυξιακός ρυθμός ήταν συγκυριακός και δεν αποδιδόταν στην αναβάθμιση της ανταγωνιστικότητας του οικονομικού μας συστήματος. Κατά την περίοδο 1993-2007, η ασύστολη χορήγηση καταναλωτικών και στεγαστικών δανείων από τις τράπεζες στους πολίτες, συνέβαλε στην ενίσχυση της εγχώριας τελικής ζήτησης αγαθών και υπηρεσιών, πυροδοτώντας μια στρεβλή και άγονη αναπτυξιακή διαδικασία, σε συνθήκες διαρκούς επιδείνωσης των Δημοσίων Οικονομικών της χώρας. Η βιωσιμότητα του δημοσίου χρέους της οποιασδήποτε χώρας του κόσμου, προσδιορίζεται καθοριστικά από την επίτευξη ικανοποιητικών αναπτυξιακών ρυθμών. Σύμφωνα με την εξαμηνιαία έκθεση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (Fiscal Monitor, October 2015), χώρες σαν την Κίνα, την Νότια Κορέα, την Ινδία, την Σιγκαπούρη, την Ρωσία, κ.ά., που αναπτύσσονται με μέσους ετήσιους αναπτυξιακούς ρυθμούς από 4% έως 8%, ο λόγος δημόσιο χρέος προς ΑΕΠ (Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν) κυμαίνεται σε επίπεδα ακόμα και κάτω του 30%. Τα προχθεσινά στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ έδειξαν ότι το 2014 το χρέος της κεντρικής κυβέρνησης διαμορφώθηκε σε 326,3 δις ευρώ ή 183,7% του ΑΕΠ της ελληνικής οικονομίας. Στο προσχέδιο του Γενικού Κρατικού Προϋπολογισμού προβλέπεται, ότι, το 2016 το χρέος της κεντρικής κυβέρνησης θα εκτιναχτεί σε 343,2 δις ευρώ ή 198% του ΑΕΠ της χώρας. Και ο πιο άσχετος με το αντικείμενο της Οικονομικής Επιστήμης, αντιλαμβάνεται πως μετά το 2008 η πατρίδα μας έχει εγκλωβιστεί σε μια τρομακτική κρίση δημοσίου χρέους, η οποία επιταχυνόμενα επιδεινώνεται λόγω της παρατεταμένης ύφεσης που διέρχεται η οικονομία του τόπου.

Δείτε επίσης

Τελευταία Άρθρα

Τα πιο Δημοφιλή