Η Ελλάδα παγκόσμιο κέντρο ναυτιλίας!

Απάντηση στην κρίση και στα μνημόνια, η ανάπτυξη της ελληνικής ναυτιλίας!
Πώς θα γίνει η Ελλάδα ισχυρό ναυτιλιακό κέντρο – Έρευνα της ΕΥ για τις προοπτικές Πειραιά και Θεσσαλονίκης
Η Ελλάδα έχει τις δυνατότητες να μετατραπεί σε παγκόσμιο ναυτιλιακό κέντρο, μετά την επιτυχή αντιμετώπιση της κρίσης από την ελληνική ναυτιλία σύμφωνα με την μελέτης της ΕΥ, με τίτλο «Επανατοποθετώντας την Ελλάδα ως διεθνές ναυτιλιακό κέντρο»! Αν και υπάρχουν τομείς που χρειάζονται βελτίωση, όπως οι υποδομές και η φορολογία, η μεγάλη δύναμη και επιρροή των Ελλήνων εφοπλιστών, θα μπορούσε να στηρίξει μία τέτοια προσπάθεια! Σύμφωνα με τα στοιχεία, ο ελληνόκτητος στόλος αριθμεί πάνω από 5.270 πλοία, που αξίζουν 86 δις δολάρια, είναι το 50% του Ευρωπαϊκού στόλου και ο μεγαλύτερος στον κόσμο!
Η πραγματική «βαριά βιομηχανία» και η παραδοσιακή δύναμη της Ελλάδας, παραμένει η μεγάλη επιρροή των Ελλήνων εφοπλιστών στην παγκόσμια αγορά και σύμφωνα με την μελέτη, οι εισροές από τις ναυτιλιακές δραστηριότητες αντιπροσωπεύουν περίπου το 6,5% του ελληνικού ΑΕΠ, ενώ έχουν και σημαντική έμμεση πολλαπλασιαστική επίδραση στην ελληνική οικονομία!
Σε μία χώρα που έχει δεχτεί αλλεπάλληλα χτυπήματα μέσα στην κρίση και η ακραία λιτότητα που επέβαλαν οι δανειστές, έχει συρρικνώσει την αγορά, γιγαντώσει την ανεργία και διαλύσει την κοινωνική συνοχή, η αναπτυξιακή προοπτική που ανοίγεται μέσα από την επανατοποθέτηση της Ελλάδας ως διεθνές ναυτιλιακό κέντρο, θα μπορούσε να είναι μία σχέση με μεγάλο κέρδος για χώρα και εφοπλιστές!
Κατά την παρουσίαση της μελέτης, τονίστηκε ότι αυτή τη στιγμή, υπάρχουν 3.391 επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται σε 28 διαφορετικούς τομείς στο πλαίσιο των ναυτιλιακών πλεγμάτων (Πειραιά και Θεσσαλονίκης), από τα οποία το 70,5% δεν διαχειρίζεται πλοία! Οι απειλές για την ελληνική ναυτιλία, δεν έρχονται από την Ευρώπη, αλλά κυρίως από την Ασία (και το Λονδίνο), όπου και υπάρχει «φτηνή» παραγωγή νέων πλοίων.
Σήμερα η Ελλάδα είναι μεταξύ των κέντρων που προσφέρουν ελκυστικό και ολοκληρωμένο ναυτιλιακό περιβάλλον για την εγκατάσταση και λειτουργία των ναυτιλιακών τους γραφείων, αλλά η Ασία αυξάνει την επιρροή της και μαγνητίζει το παγκόσμιο εμπόριο. Σύμφωνα με τα στοιχεία, η Σιγκαπούρη (76%), το Ντουμπάι (56%) και το Λονδίνο (51%) είναι οι μεγαλύτερες απειλές για το ελληνικό ναυτιλιακό κέντρο.
Οι κίνδυνοι αποκτούν δυναμική κυρίως χάρη στον φιλικό φορολογικό περιβάλλον, ενώ στην Ελλάδα (84%) και το ρυθμιστικό πλαίσιο (64%) συγκαταλέγονται μεταξύ των μειονεκτημάτων της ελληνικής σημαίας. Όπως φαίνεται από την μελέτη, οι πιο σημαντικοί ανασταλτικοί παράγοντες για την εγκατάσταση ναυτιλιακών γραφείων και συναφών δραστηριοτήτων στην Ελλάδα είναι η αστάθεια και η αβεβαιότητα στο νομικό, ρυθμιστικό και φορολογικό περιβάλλον.
Το 72% των ερωτηθέντων τόνισε ότι θα συμμετείχε ενεργά σε μια επίσημη εκστρατεία για τη διεθνή προβολή της Ελλάδας και την περαιτέρω ανάπτυξή της ως παγκόσμιου ναυτιλιακού κέντρου και το 88% ότι μια πιθανή ανάπτυξη του ελληνικού ναυτιλιακού κέντρου θα δημιουργούσε ευκαιρίες για την επιχείρησή του.
Κόντρα στην δυναμική που μπορεί να αναπτυχθεί για την ενδυνάμωση της ελληνικής θέσης στην παγκόσμια αγορά, είναι ο εντεινόμενος διεθνής ανταγωνισμός και η μετατόπιση του παγκόσμιου εμπορίου και της οικονομικής ισχύος προς τις ταχέως αναπτυσσόμενες αγορές, ιδιαίτερα της Νοτιοανατολικής Ασίας.
Όπως αναφέρεται στη μελέτη, «λόγω του σημαντικού θετικού πολλαπλασιαστικού αντικτύπου της ναυτιλιακής βιομηχανίας στις εθνικές και περιφερειακές οικονομίες, πληθώρα χωρών και πόλεων ανταγωνίζονται για να προσελκύσουν ναυτιλιακές εταιρείες και να τοποθετηθούν μεταξύ των κορυφαίων ναυτιλιακών κέντρων του κόσμου» .
Οι 4 παράγοντες που προσδιορίζουν σήμερα την ελκυστικότητα ενός ναυτιλιακού κέντρου:
1. Η παρουσία σημαντικής δραστηριότητας τοπικής πλοιοκτησίας ή και διαχείρισης πλοίων
2. Ισχυρές χρηματοοικονομικές, νομικές και άλλες εξειδικευμένες επιχειρηματικές υπηρεσίες
3. Η ύπαρξη σημαντικών λιμενικών υποδομών και υποδομών logistics
4. Μια παράδοση ναυτικής τεχνολογίας, που σχετίζεται με την καινοτομία, την έρευνα και την ανάπτυξη, την εκπαίδευση και τη διαθεσιμότητα ανθρώπινου δυναμικού
Έτοιμοι, φαίνονται οι Έλληνες εφοπλιστές, να στηρίξουν μία τέτοια προσπάθεια και οι εκπρόσωποι της ελληνικής ναυτιλιακής κοινότητας που συμμετείχαν στην έρευνα
τόνισαν ότι παρά το γεγονός ότι η πλειοψηφία των συμμετεχόντων στην έρευνα δε φέρει την ελληνική σημαία στα πλοία της, το 97% εκτελεί ορισμένες τουλάχιστον από τις λειτουργίες διαχείρισης πλοίων του στην Ελλάδα. Από την άλλη πλευρά, σχεδόν οι μισοί (44%) πραγματοποιούν δραστηριότητες και εκτός συνόρων.
Γιατί οι ναυτιλιακές επιχειρήσεις να επιλέξουν την Ελλάδα; Σύμφωνα με τα στοιχεία της Μελέτης της EY, Τα πλεονεκτήματα της Ελλάδας περιλαμβάνουν το προσωπικό ξηράς (87%) και τους ναυτικούς μηχανικούς (67%, όπως και την πρόσβαση σε επαγγελματικές υπηρεσίες (58%), καθώς και τη γεωγραφική θέση της χώρας (56%).
Ωστόσο υπάρχουν και μειονεκτήματα που όπως ανέφεραν τα μέλη της ελληνικής εφοπλιστικής κοινότητας περιλαμβάνουν, το ρυθμιστικό περιβάλλον (49%), τα προβλήματα χρηματοδότησης, την απουσία χρηματοοικονομικών οργανισμών (40%),
την υψηλή φορολογία (33%) και το έλλειμμα υποδομών (31%).
Όπως έχουν τώρα τα πράγματα, περίπου το 56% των ερωτηθέντων δήλωσε ότι θα εξέταζε μετεγκατάσταση των λειτουργιών διαχείρισης πλοίων του εκτός Ελλάδας, ενώ το 36% απέκλεισε αυτό το ενδεχόμενο. Το 88% ανέφερε ότι μια πιθανή ανάπτυξη του ελληνικού ναυτιλιακού κέντρου θα δημιουργούσε ευκαιρίες για την επιχείρησή του.
Υπάρχουν τομείς που μπορούν να βελτιωθούν, με τις απαντήσεις να δείχνουν τη ναυτική εκπαίδευση και κατάρτιση (80%), το φορολογικό πλαίσιο και την πρόσβαση σε χρηματοδότηση (69%) και το ρυθμιστικό περιβάλλον (64%).
Η ΕΥ, αναλύοντας τις απόψεις της ναυτιλιακής κοινότητας, καταλήγει σε 4 πακέτα προτάσεων που θα μπορούσαν να συμβάλουν στην ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της Ελλάδας ως ναυτιλιακό κέντρο. Αυτές είναι:
Ενίσχυση της ναυτικής εκπαίδευσης και κατάρτισης. Το παραδοσιακό αυτό συγκριτικό πλεονέκτημα της χώρας μας έχει ατονήσει τα τελευταία χρόνια. Απαιτείται αναβάθμιση και αύξηση της χρηματοδότησης των ναυτικών ακαδημιών, στενότερη διασύνδεσή τους με τη ναυτιλιακή κοινότητα, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά στα προγράμματα σπουδών και την ενίσχυση της έρευνας και ανάπτυξης.
Καθιέρωση ενός σταθερού ρυθμιστικού, νομικού και φορολογικού πλαισίου, φιλικού προς τις επιχειρήσεις και με διεθνή προσανατολισμό. Σε αυτή την κατεύθυνση, θα πρέπει να περιορισθεί η γραφειοκρατία, να εκσυγχρονιστούν το νηολόγιο και οι φορολογικές υπηρεσίες για τη ναυτιλία και να αξιοποιηθούν οι νέες τεχνολογίες.
Αναβάθμιση των λιμενικών υποδομών όσο και των υποδομών logistics, για να μπορέσει η Ελλάδα να αξιοποιήσει τη γεωγραφική της θέση ως πύλης εισόδου της Νοτιοανατολικής Ευρώπης.
Στενότερος συντονισμός μεταξύ των επιχειρήσεων και φορέων που μετέχουν στα ναυτιλιακά πλέγματα του Πειραιά και, δευτερευόντως, της Θεσσαλονίκης, με στόχο τη βελτίωση της αποτελεσματικότητάς τους και τη διεθνή τους προβολή.
Πιέρρος-Μαύρος(EY): Εθνικός στόχος πρώτης προτεραιότητας!
«Η χώρα μας διαθέτει τον ισχυρότερο εμπορικό στόλο στον κόσμο και μια ισχυρή ναυτική παράδοση» τόνισαν οι Γιάννης Πιέρρος, επικεφαλής Τομέα Μεταφορών της ΕΥ Κεντρικής και Νοτιοανατολικής Ευρώπης, και Θάνος Μαύρος, επικεφαλής του Τμήματος Εφοδιαστικής Αλυσίδας και Λειτουργιών της ΕΥ Κεντρικής και Νοτιοανατολικής Ευρώπης, σχολιάζοντας τα ευρήματα της μελέτης, επισημαίνοντας ότι, «με δεδομένο τον εντεινόμενο διεθνή ανταγωνισμό, ιδιαίτερα από τις αναδυόμενες οικονομίες της Ασίας, τα συγκριτικά αυτά πλεονεκτήματα δεν είναι ικανά από μόνα τους να διασφαλίσουν το ρόλο της Ελλάδας ως παγκόσμιου ναυτιλιακού κέντρου».
Σε κάθε περίπτωση οι ίδιοι επισήμαναν ότι «πρόκειται για έναν εθνικό στόχο πρώτης προτεραιότητας, καθώς τα πολλαπλασιαστικά οφέλη για την ελληνική οικονομία είναι εξαιρετικά σημαντικά. Είναι επείγον να διεξαχθεί ένας εθνικός διάλογος με τη συμμετοχή της ναυτιλιακής κοινότητας, της Πολιτείας και των φορέων των ναυτιλιακών πλεγμάτων του Πειραιά και της Θεσσαλονίκης, με στόχο μία σαφή στρατηγική στήριξης και ανάδειξης του ελληνικού ναυτιλιακού κέντρου. Μόνο έτσι θα κατακτήσει η Ελλάδα τη θέση που της αξίζει μεταξύ των παγκόσμιων ναυτιλιακών πρωτευουσών του αύριο».
Σχετικά Άρθρα
Δείτε επίσης