Όποιος αποπειραθεί να εξαγάγει ασφαλή συμπεράσματα από την πρώτη συνεδρίαση του Eurogroup με παρόντα τον νέο υπουργό Οικονομικών της Γερμανίας, Κρίστιαν Λίντνερ για το τί μέλλει γενέσθαι με τις ευρωπαϊκές αποφάσεις για την «επόμενη μέρα» μετά την πανδημία, κινδυνεύει να κάνει σοβαρό λάθος.
Εντάξει, σε κάθε τέτοιου είδους σοβαρή συνεδρίαση, οι συμμετέχοντες φροντίζουν να στέλνουν τα δικά τους μηνύματα, να δίνουν το στίγμα των προθέσεών τους, να «μετρούν» τις αντιδράσεις της κάθε φορά «άλλης πλευράς». Ωστόσο, ολόκληρο το ευρωπαϊκό οικοδόμημα είναι μία διαρκής διαπραγμάτευση και ένας μεγάλος και αενάως διαμορφούμενος συμβιβασμός.
Ως εκ τούτου, με δεδομένο ότι έχουμε συνηθίσει στην Ευρώπη τις σχινοτενείς διαπραγματεύσεις, τα παζάρια, τις ανατροπές, την αλλαγή των συσχετισμών και τις «κρίσιμες Συνόδους Κορυφής» που διαδέχονται… η μία την άλλη και όλες μαζί τα «κρίσιμα Eurogroup», είναι αυτονόητο πως αυτή τη στιγμή, ουδείς μπορεί να ιχνογραφήσει ποιο θα είναι το νέο δόγμα της οικονομικής πολιτικής που θα υιοθετηθεί σε επίπεδο Ευρωζώνης για την επόμενη περίοδο μετά τον κορωνοϊό.
Βεβαίως, όπως προαναφέρθηκε, κάθε πλευρά δίνει το στίγμα των προθέσεών της: για παράδειγμα, ο γάλλος υπουργός Οικονομικών, Μπρινό Λεμέρ δεν κουράζεται να χαρακτηρίζει «παρωχημένο» το Σύμφωνο Σταθερότητας και όλους τους κανόνες που ίσχυαν προ πανδημίας για τα όρια του δημόσιου χρέους και των ελλειμμάτων. Άλλωστε, ο κορωνοϊός αφήνει πίσω του στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα –και δη στη ζώνη του ευρώ- την πρώτη, έστω έμμεση και δειλή, αμοιβαιοποίηση χρέους, όπως έγινε για την χρηματοδότηση του Ταμείου Ανάκαμψης.
Ο αντιπρόεδρος της Κομισιόν, από την δική του πλευρά, προχθές έδωσε ένα σήμα για βραδύτερη μείωση των ελλειμμάτων και άφησε να εννοηθεί ότι δε θα πρέπει οι χώρες της Ευρωζώνης να βιαστούν να καταργήσουν τα μέτρα στήριξης των οικονομιών τους, ώστε να διασφαλίσουν ότι η ανάκαμψη από την πανδημία θα είναι ισχυρή και όχι αναιμική. Εξάλλου, ο Ντομπρόβσκις, παρότι στο παρελθόν υπήρξε… «ηχώ του Σόιμπλε», άφησε να εννοηθεί ότι θα πρέπει να είναι βραδύτερη και η αποκλιμάκωση του δημόσιου χρέους, εμφανιζόμενος διαλλακτικός και κατά της άκριτης και αμιγούς δημοσιονομικής ορθοδοξίας.
Ο γερμανός υπουργός Οικονομικών Κρίστιαν Λίντνερ, από την πλευρά του, που ήξερε ότι τα φώτα ήταν στραμμένα στις πρώτες του λέξεις κατά την παρθενική του συμμετοχή στη σύνοδο των υπουργών Οικονομικών της Ευρωζώνης, προσπάθησε να ισορροπήσει μεταξύ του οικονομικού δόγματος του σοσιαλδημοκράτη καγκελαρίου, Όλαφ Σολτς και των διακηρύξεων του δικού του κόμματος, των Φιλελευθέρων.
Υπογράμμισε, δηλαδή, την ανάγκη να μειωθεί το δημόσιο χρέος των χωρών και ζήτησε να επικεντρωθεί σε αυτό το θέμα η συζήτηση στην Ευρωζώνη, ωστόσο ταυτοχρόνως αναφέρθηκε κολακευτικά στον γάλλο ομόλογό του, διαβεβαιώνοντας ότι αμφότεροι είναι «ρεαλιστές πολιτικοί» και πως θα μπορέσουν να βρουν μία λύση.
Με άλλα λόγια, το παιχνίδι ξεκινά και φαίνεται ότι στους κόλπους της Ευρωζώνης διαμορφώνονται δύο μπλοκ: από τη μία οι «Φειδωλοί του Βορρά» που ζητούν το… αίμα τους πίσω και θέλουν να διασφαλίσουν ότι η πανδημία θα αφήσει όσο το δυνατόν λιγότερες «κατακτήσεις» στην Ευρωζώνη ως προς την υπέρβαση του δόγματος Σόιμπλε, ενώ από την άλλη πλευρά οι προοδευτικές δυνάμεις και οι χώρες του Νότου θέλουν αφενός να διατηρήσουν το κεκτημένο της δημοσιονομικής χαλάρωσης, αφετέρου να ενισχύσουν την σχετική συζήτηση και με νέες τέτοιου τύπου παρεμβάσεις.
Κάθε πλευρά έχει τα δεδομένα επιχειρήματά της και τους συγκεκριμένους συσχετισμούς για να «πολεμήσει» υπέρ της άποψής της. Το πρόβλημα, όμως, είναι άλλο: είναι πως παρά τον γενικόλογο αφορισμό που έχει εκφράσει κάποιες φορές ο πρωθυπουργός περί του «παρωχημένου» Συμφώνου Σταθερότητας, επί της ουσίας της διαπραγμάτευσης ακόμη δεν έχουμε δει την συγκεκριμένη και εξειδικευμένη θέση της Ελλάδας. Και, με δεδομένο ότι η συζήτηση και η «μεγάλη διαπραγμάτευση» στην Ευρώπη ξεκίνησε, αυτό είναι πρόβλημα.