Στο βιβλίο του «Γερμανικές πολεμικές επανορθώσεις- Η Ελλάδα μπορεί»
Έναν ακόμη σπουδαίο σύμμαχο βρήκε η χώρα μας στην προσπάθεια διεκδίκησης των γερμανικών επανορθώσεων στο πρόσωπο του Ιστορικού Καρλ Χάιντς Ροτ, ο οποίος -αν και Γερμανός- ζητά από την πατρίδα του να αποζημιώσει την Ελλάδα με ράβδους χρυσού για την καταστροφή που μας προκάλεσε την περίοδο της Κατοχής.

Ο διδάκτορας της Ιστορίας και της Ιατρικής στα Πανεπιστήμια Κολονίας , Βόνης, Ντίσελντορφ, Αμβούργου και Βρέμης, κατά τα λεγόμενα του δεν είναι φιλέλληνας αλλά φίλος της ιστορικής αλήθειας, για αυτό επιμένει ότι το ζήτημα των γερμανικών αποζημιώσεων είναι όχι απλώς απαιτητό αλλά επιβεβλημένο να διευθετηθεί άμεσα.
Για να αποδείξει το δίκαιο της ελληνικής πλευράς συνέγραψε ο Καρλ Χάιντς Ροτ συνέγραψε ένα βιβλίο – καταπέλτη για τη Γερμανία με τίτλο «Γερμανικές πολεμικές επανορθώσεις- Η Ελλάδα μπορεί», που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις Λιβάνη, σε μετάφραση Σοφίας Μαριάτου.
Πρόκειται για ένα πόνημα 135 σελίδων που απευθύνεται κατά κύριο λόγο στο γερμανικό κοινό με γεγονότα, τεκμήρια και αριθμούς παρουσιάζοντας τους φριχτούς φόνους αμάχων, τις καταστροφές υποδομών, τις κλοπές αγαθών, τις αρπαγές εγκαταστάσεων στην καθημαγμένη Ελλάδα, με αποκορύφωμα το αναγκαστικό δάνειο που επέβαλε το Γ’ Ράιχ για έξοδα διατροφής των δυνάμεων κατοχής.
Αρχικά αναφέρεται στις προσπάθειες της ελληνικής κυβέρνησης να θέσει το 2015 σε υψηλό επίπεδο το ζήτημα των αποζημιώσεων, που όμως βρήκαν «τείχος» άρνησης παρ’ ότι, όπως τονίζει εμφατικά ο συγγραφέας, λόγω της πολιτικής λιτότητας που όρισαν για την Ελλάδα οι δανειστές με επικεφαλής τη Γερμανία, οι οικονομικοί δείκτες επίδοσης έχουν επιδεινωθεί κατά 28%, το ποσοστό ανεργίας έφθασε στο 265 και πάνω από 340.000 μετανάστευσαν.
Όπως επισημαίνει, οι γερμανικές ελίτ θεωρούν «εξωτική» την απαίτηση των Ελλήνων για αποζημιώσεις, «σαν να μην έχουν συγχωρήσει μέχρι σήμερα τον μικρό Νοτιοευρωπαίο εταίρο των συμμάχων που προέβαλε τόσο σθεναρή αντίσταση στις δυνάμεις κατοχής που κατέστρεψαν οικονομικά την Ελλάδα».
Κάνοντας μετριοπαθείς υπολογισμούς και με βάση τις ισοτιμίες ο κ. Ροτ εκτιμά το συνολικό οφειλόμενο ποσό στα 90 δισ. ευρώ. «Στη Γερμανία το ποσό αυτό θα θεωρηθεί σκανδαλώδες από τη συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών και θα απορριφθεί εν μέσω οργής», σημειώνει και παραθέτει επιχειρήματα που αντικρούουν τους ισχυρισμούς του Βερολίνου.
Ιδού οι αλήθειες του Γερμανού ιστορικού που καταρρίπτουν τις αστείες δικαιολογίες της Γερμανίας στο ζήτημα των πολεμικών αποζημιώσεων:
1ος ισχυρισμός Γερμανίας: Από τη Συμφωνία Ειρήνης των Παρισίων το 1946 έχουν παρέλθει σχεδόν εβδομήντα χρόνια.
Απάντηση: Σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο η συμφωνία ισχύει. ‘Άλλωστε και το γερμανικό εξωτερικό χρέος έναντι ιδιωτών πιστωτών του 1924 εξυπηρετούνταν κανονικά μέχρι την οριστική εξόφληση που έγινε στη δεκαετία του 1980. Επίσης, οι υψηλοί τόκοι που χρωστούσε η Δυτική Γερμανία για επανορθώσεις του Α΄Παγκοσμίου Πολέμου , μπορεί να πάγωσαν για ένα χρονικό διάστημα αλλά καταβλήθηκαν στο ακέραιο με την τελευταία δόση στις 3 Οκτωβρίου του 2010- περίπου έναν αιώνα μετά το τέλος του πολέμου.
2ος ισχυρισμός Γερμανίας: Οι σημερινοί γερμανοί φορολογούμενοι και συνταξιούχοι δεν είναι δίκαιο να πληρώσουν τις αποζημιώσεις του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Απάντηση: Κατ’ αρχάς η σημερινή Γερμανία ως κράτος αποτελεί συνέχεια της κρατικής υπόστασης του Ραϊχ και έχει δεσμευθεί με τη Συνθήκη Ειρήνευσης να προβεί σε αποζημιώσεις όταν θα επέλθει η συνένωση, γεγονός που συνέβη με την ενσωμάτωση της Ανατολικής Γερμανίας. Εκτός αυτού, πέρα από τη Ράϊχσμπανκ, το γερμανικό δημόσιο, τους εμπορικούς συνδέσμους και τα οικονομικά επιτελεία της Βέρμαχτ, εκείνοι που οργάνωσαν τις λεηλασίες στην Ελλάδα και επωφελήθηκαν από αυτές ήταν κυρίως οι μεγάλες επιχειρήσεις που εξακολουθούν και σήμερα να θησαυρίζουν με την ελληνική υπόθεση. Μιλάμε για την πολεμική βιομηχανία Thyssen Krupp , την Siemens, την κατασκευαστική Todt, την Deutshe Bank, την καπνοβιομηχανία Reemsma που το 1941 επίταξε και απέστειλε στη Γερμανία 85.000 τόνους ακατέργαστου καπνού και μόλις το 1967 δέχθηκε να καταβάλει 4, 8 εκατομμύρια μάρκα μόνο για 2.000 τόνους.

Στη συνέχεια ο σπουδαίος μελετητής προχωρεί ακόμη παραπέρα, ζητώντας από την γερμανική κυβέρνηση να εξοφλήσει επιτέλους τα χρέη της μεταβιβάζοντας προς την Τράπεζα Ελλάδας ως πρώτη δόση ράβδους χρυσού αξίας 7 δις ευρώ από τα αποθέματα της Μπούντεσμπανκ η οποία είναι νόμιμός διάδοχος της Ράϊχσμπανκ. Ακολούθως, προτείνει να πληρωθεί μια δεύτερη δόση χρυσού αξίας 28 δις προς τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας ως μερίδιο της Γερμανίας στο νέο πρόγραμμα δανεισμού. Μια τρίτη δόση χρυσού αξίας 25 δις ευρώ θα πρέπει να κατατεθεί στην Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων με τη μορφή άτοκου δανείου σε μια ελληνική τράπεζα ανασυγκρότησης. Επίσης, η Κεντρική Τράπεζα της Γερμανίας να πουλήσει ράβδους χρυσού αξίας 8 δις ευρώ διαθέτοντας το ποσό σε ένα ελληνικό Ταμείο Πολεμικής Αποζημίωσης και Ιστορικής Μνήμης για να αποζημιωθούν οι κληρονόμοι όσων σφαγιάσθηκαν ή κρατήθηκαν αιχμάλωτοι από τους Ναζί.
Τέλος, το εναπομείναν ποσό των 22 δισ.- καταλήγει ο Ροτ- να το καταθέσει η Ελλάδα σε ένα κοινό Ταμείο Επανορθώσεων για θύματα των άλλων κρατών – μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.