Κοινό και σαφή ορισμό της ενεργειακής φτώχειας, ζήτησε από την Ευρώπη, ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Γιώργος Σταθάκης, κατά την τοποθέτησή του, στο Συμβούλιο Υπουργών Ενέργειας, στις Βρυξέλλες.
Με την ελληνική αγορά Ενέργειας, να αλλάζει με ταχύς ρυθμούς, από την κατάργηση του μονοπωλίου της ΔΕΗ, τον σχεδιασμό για την δημιουργία χρηματιστηρίου Ενέργειας, τη δρομολογημένη πλέον απόσχιση του ΑΔΜΗΕ και την πώληση μειοψηφικού ποσοστού σε ιδιώτες και την απαίτηση των δανειστών για ιδιωτικοποίηση του 17% της ΔΕΗ, το αύριο στην ελληνική αγορά, θα είναι πολύ διαφορετικό.
Στο συμβούλιο, με θέμα το νομοθετικό πακέτο καθαρής ενέργειας, ο Έλληνας υπουργός, έθεσε έξι συγκεκριμένα ζητήματα, ζητώντας ειδική μέριμνα για τα νησιά, εξαίρεση των δημόσιων δαπανών για την εξοικονόμηση ενέργειας από τον υπολογισμό του ελλείμματος και του χρέους και την τεχνολογική ουδετερότητα των μηχανισμών που χρηματοδοτούν την επάρκεια ισχύος ηλεκτρικής ενέργειας.
Όπως έγιναν γνωστά από το υπουργείο, ο Γιώργος Σταθάκης ζήτησε από το συμβούλιο των Ευρωπαίων ομολόγων του:
Ο προσδιορισμός των στόχων του πακέτου για το 2030, όπως αυτοί εγγράφονται στο πλαίσιο της Συμφωνίας των Παρισίων για την κλιματική αλλαγή, είναι δεδομένος και όλα τα κράτη οφείλουν να συνεργαστούν στην κατεύθυνση υλοποίησής του.
Όπως ανέφερε ο υπουργός, οι στόχοι κινούνται στη σωστή κατεύθυνση, ωστόσο πρέπει να συναινέσουμε πάνω στη μεθοδολογία της δουλειάς μας, η οποία θα πρέπει να διακρίνεται από δύο γνωρίσματα.
Η κάθε χώρα να διατηρήσει έναν βαθμό ελευθερίας ως προς την προσαρμογή της στο πακέτο που να συνδέεται, με τις ιδιαιτερότητες που έχει το ενεργειακό της μοντέλο, με τις δυνατότητες συγκρότησης περιφερειακών αγορών και με το βαθμό εκπλήρωσης των ενεργειακών στόχων 2020.
Επίσης, η περαιτέρω απεξάρτηση της οικονομίας από τον άνθρακα, μέσω προσαρμογής των μηχανισμών επάρκειας ισχύος και λήψης μέτρων για ενίσχυση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και την ενίσχυση της ενεργειακής εξοικονόμησης, πρέπει να γίνεται με σταθερά και ισόρροπα βήματα, έτσι ώστε να διασφαλίζεται η ασφάλεια και σταθερότητα του ηλεκτρικού συστήματος.
Δεύτερον, η ετερογένεια των ενεργειακών μειγμάτων ανά την Ευρώπη κάνει αναγκαία τη στενότερη συνεργασία σε ευρωπαϊκό επίπεδο, ώστε η διατήρηση των εγχώριων πηγών να καταστεί συμβατή με τους στόχους της κλιματικής αλλαγής.
Ο υπουργός, επεσήμανε ότι οφείλουμε να πετύχουμε μία χρυσή τομή ανάμεσα στην αναγκαιότητα του ευρωπαϊκού πλαισίου και στο δικαίωμα των κρατών-μελών να καθορίζουν το εθνικό τους ενεργειακό μείγμα. Σύμφωνα με αυτό, οι μηχανισμοί επάρκειας ισχύος πρέπει να είναι τεχνολογικά ουδέτεροι κι οι επενδύσεις σε επιμέρους τομείς να καθοδηγούνται από τα εθνικά σχέδια δράσης.
Τρίτον, ως θετικό βήμα κρίνεται η χρήση της ενεργειακής απόδοσης ως εργαλείου μείωσης της ενεργειακής ζήτησης, σε συνδυασμό με την υποστήριξη των ευάλωτων καταναλωτών και την αντιμετώπιση της ενεργειακής φτώχειας.
Ωστόσο, σημαντικό είναι να υπάρξει ένας κοινός και σαφής ορισμός της ενεργειακής φτώχειας, τόσο από την άποψη των κριτηρίων όσο και της μεθοδολογίας, που θα συνεισφέρει στην αξιολόγηση των εφαρμοζόμενων μέτρων και πολιτικών αντιμετώπισής της.
Ο νησιωτικός χαρακτήρας της Ελλάδας, προϋποθέτει μία ενδελεχή μελέτη για το πώς τα νησιωτικά συστήματα της χώρας θα ανταποκριθούν στις απαιτήσεις του προτεινομένου πακέτου. «Πιστεύω ότι θα έχουμε τη δυνατότητα να συζητήσουμε αυτά τα θέματα στο πλαίσιο του Φόρουμ για τα ενεργειακά νησιά, που θα διοργανώσουμε από κοινού με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, τον προσεχή Ιούνιο στα Χανιά», δήλωσε ο υπουργός.
Στη συνέχεια, ο υπουργός τόνισε ότι ο στόχος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την ενεργειακή απόδοση θα πρέπει να λάβει υπόψη τις δυνατότητες που έχουν οι εθνικές οικονομίες να κινητοποιήσουν τον ιδιωτικό τομέα προς την κατεύθυνση υλοποίησης των απαραίτητων δράσεων, καθώς επίσης και τις δημοσιονομικές δυνατότητές τους.
Ένα πρώτο θετικό βήμα θα ήταν οι όποιες δημόσιες δαπάνες προκύψουν, στην προσπάθεια επίτευξης του στόχου, να μην συνυπολογιστούν στο χρέος και στο έλλειμμα του προϋπολογισμού.
Τέλος, ο Γιώργος Σταθάκης, χαρακτήρισε τους στόχους που έχουν τεθεί για τα προηγμένα βιοκαύσιμα, ως εξαιρετικά φιλόδοξους, ενώ επεσήμανε, πως η πολυπλοκότητα του συστήματος, όπως περιγράφεται στη νέα πρόταση Οδηγίας, μειώνει τη δυνατότητα ευελιξίας των κρατών-μελών.
Παράλληλα, τόνισε στους ομολόγους του, ότι θα πρέπει «να σημειώσουμε ότι προκύπτει σοβαρό ζήτημα με την προτεινόμενη μετάβαση από τα συμβατικά στα προηγμένα βιοκαύσιμα, καθώς οι υφιστάμενες επενδύσεις στα συμβατικά βιοκαύσιμα θα απαξιωθούν και θα υπάρξει σχετική απώλεια θέσεων εργασίας, με συνεπακόλουθες κοινωνικές επιπτώσεις».