Της Άλκηστης Ζαλοκώστα από την Κυριακάτικη Kontranews
Tα ελληνικά πανεπιστήμια έχουν να διαχειριστούν μια διαρκώς μεταβαλλόμενη κατάσταση, αφενός επειδή τα επιδημιολογικά χαρακτηριστικά αλλάζουν επί τα χείρω μέρα τη μέρα, αφετέρου εάν λειτουργήσουν εξ αποστάσεως στο σύνολό τους, μεγαλώνει το οικονομικό χάσμα ειδικά στις τοπικές κοινωνίες που έχουν ανάγκη το φοιτητικό ρεύμα, ενώ υπάρχουν φοιτητές που έδωσαν προκαταβολές για ενοίκια, επίπλωση και θα πρέπει να επιστρέψουν πίσω. Επιπροσθέτως τίθεται το ερώτημα αν η εξ αποστάσεως εκπαίδευση μπορεί να αναπληρώσει τα κενά της δια ζώσης επαφής, ιδίως σε τομείς όπως ιατρική, ψυχολογία και διδασκαλία, όπου η ανθρώπινη επαφή είναι πρωταρχικής σημασίας.
Το νέο πλαίσιο λειτουργίας των Πανεπιστημίων
Σύμφωνα με τις οδηγίες του Υπουργείου Παιδείας, η χρήση της μάσκας είναι υποχρεωτική σε όλους τους χώρους των ιδρυμάτων, η τήρηση της ελάχιστης απόστασης ενάμιση μέτρου και η απαγόρευση κάθε είδους συνάθροισης πέρα των 9 ατόμων σε οποιοδήποτε χώρο, είναι επίσης υποχρεωτική.
Η διδασκαλία σε μαθήματα, εργαστήρια και κλινικές ασκήσεις θα πραγματοποιείται δια ζώσης, εφόσον ο αριθμός δεν ξεπερνά τους 50 φοιτητές, ενώ στις περιπτώσεις άνω των 50 ατόμων, οι διαλέξεις θα γίνονται υποχρεωτικά εξ αποστάσεως. Αυτή είναι η βασική οδηγία, που προσαρμόζεται ωστόσο ανάλογα με τα προσωπικά χαρακτηριστικά κάθε εκπαιδευτικού ιδρύματος. Για παράδειγμα τα αμφιθέατρα μπορούν να χρησιμοποιηθούν για μαθήματα με εγγεγραμμένους έως 50 μαθητές, αφού η αναλογία είναι πλέον 1 φοιτητής προς 4 καθίσματα, αλλά στην περίπτωση εργαστηρίων η κατάσταση είναι διαφορετική. Εφόσον δεν μπορεί να μετακινηθεί εξοπλισμός, όπως υπολογιστές ή μηχανήματα, ανάλογα με την ειδικότητα, είναι προφανές ότι απαιτούνται μικρότερα τμήματα που απαιτούν όμως επιπλέον ανθρώπινους πόρους (διοικητικό και επιστημονικό προσωπικό). Ζήτημα γεννάται με τις παραδοσιακές φοιτητικές εστίες, που πάσχουν στο σύνολό τους (παλαιότητα, καθαριότητα), αλλά και τους φοιτητές που παρά την οικονομική κρίση είναι υποχρεωμένοι να παραστούν στα εκάστοτε ιδρύματα, γιατί η ειδικότητά τους περιλαμβάνει υποχρεωτικά εργαστήρια.
Υποφέρουν οι τοπικές κοινωνίες από την έλλειψη φοιτητών
Για τα πρακτικά αυτά ζητήματα, αλλά και την τοπική οικονομία που βάλλεται, μας μίλησε ο Πρόεδρος του Τμήματος Διοίκησης Επιχειρήσεων του Πανεπιστημίου Αιγαίου που έχει έδρα την Χίο. Ο κ. Μανώλης Χριστοφάκης τονίζει ότι, ως Περιφερειακό Πανεπιστήμιο, παραδοσιακά δεχόταν μεγάλο όγκο φοιτητών από όλη την Ελλάδα, γεγονός που τόνωνε και την τοπική οικονομία. Τώρα που είναι εξαιρετικά λίγοι οι νεοεισερχόμενοι, η οικονομία έχει πληγεί, αφού το real estate περνά μεγάλη κρίση, και η καταναλωτική δύναμη έχει μειωθεί δραματικά σε supermarkets, καφέ, μπαρ και εστιατόρια, που αποτελούν βασική αρτηρία οικονομικής τόνωσης για το νησί. Το συγκεκριμένο τμήμα δέχεται περί τους 400 φοιτητές κάθε χρόνο, και με τα άλλα τμήματα το Πανεπιστήμιο αγγίζει περίπου τους 1.000 φοιτητές. Αν εξαιρεθεί ένα πολύ μικρό ποσοστό που είναι ντόπιοι, οι υπόλοιποι είναι φοιτητές που έρχονται από όλη την Ελλάδα.
Όσον αφορά στις φοιτητικές εστίες στην Χίο, η λειτουργία τους έχει προσαρμοστεί στα υγειονομικά πρότυπα, οι κοινόχρηστοι χώροι δεν χρησιμοποιούνται, τα δωμάτια είναι ατομικά, ενώ τα εστιατόρια ήδη δίνουν πακέτα τα τρόφιμα και οι φοιτητές προσέρχονται κατά ομάδες για την παραλαβή.
Γιατί καθυστέρησε το Υπουργείο Παιδείας να εκδώσει την ΚΥΑ;
Ενώ λοιπόν το Υπουργείο Παιδείας είχε ένα εξαιρετικό όπλο στην φαρέτρα του, αυτό της επιτυχημένης τηλε –εκπαίδευσης επί καραντίνας, δεν το χρησιμοποίησε από την αρχή, πιθανώς για δύο λόγους. Ο ένας ήταν ότι ήλπιζε ότι η κατάσταση επιδημιολογικά θα αλλάξει προς το καλύτερο και ο άλλος λόγος είναι ότι, εάν συνέβαινε αυτό, θα μπορούσαν οι τοπικές κοινωνίες να αναπνεύσουν οικονομικά, με τον ερχομό νέων φοιτητών, την ενοικίαση σπιτιών, την τόνωση της εστίασης, των καφέ κτλ.
H καθυστέρηση επομένως της ΚΥΑ έφερε ένα πρώτο κύμα επιτυχόντων φοιτητών στα πανεπιστήμια, ψάχνοντας σπίτι και μπαίνοντας προφανώς σε διαδικασία προκαταβολών και ενοικίων. Ένα δεύτερο θέμα που προέκυψε ήταν ότι η ΚΥΑ ανακοινώθηκε περί τα μέσα Σεπτεμβρίου και μόλις αρχές Οκτωβρίου έπρεπε να γίνουν οι ηλεκτρονικές εγγραφές πρωτοετών δευτεροετών κτλ., γεγονός που δημιούργησε κομφούζιο αφού έπρεπε το διοικητικό και επιστημονικό προσωπικό σε πολύ λίγο χρόνο να ανταποκριθεί σε κυκεώνα αιτήσεων, επεξηγήσεων και προσαρμογών. Πάντως εξετάζεται ήδη η αύξηση μετεγγραφών των φοιτητών που θα βοηθήσει στο να γλιτώσουν έξοδα, επιστρέφοντας κοντά στην κατοικία τους, αλλά τα τμήματα που απαιτούν εργαστήρια, ακόμα και εάν είναι ελάχιστα απαιτούν παρουσία, άρα και έξοδα από πλευράς φοιτητών.
Τηλε-εκπαίδευση: Πέτυχε στα Πανεπιστήμια, μήλον της έριδος για τα σχολεία
Κατά γενική ομολογία, το Υπουργείο Παιδείας και η κ. Κεραμέως χειρίστηκαν υποδειγματικά την μετάβαση στην τηλε-εκπαίδευση την περίοδο της καραντίνας στα ελληνικά πανεπιστήμια. Η εναλλακτική διδασκαλία της ύλης αναπτύχθηκε ταχύτατα σε προπτυχιακά και μεταπτυχιακά μαθήματα, πλην των εργαστηριακών μαθημάτων και ασκήσεων. Η ύλη τροποποιήθηκε όπου υπήρχε ανάγκη, ώστε να είναι έγκαιρα και έγκυρα διαθέσιμη ηλεκτρονικά, ενώ οι εξεταστικές έγιναν με επιτυχία χωρίς να κινδυνεύσει η υγεία καθηγητών και φοιτητών.
Στα ελληνικά σχολεία από την άλλη, η εφαρμογή τηλε-εκπαίδευσης δεν ήταν εύκολη υπόθεση και προσέκρουσε σε αντιρρήσεις εκπαιδευτικών, αλλά και θέματα που έχουν να κάνουν με ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα, ιδίως όταν αφορούν σε ανήλικους μαθητές. Μάλιστα η τελευταία συνάντηση της Υπουργού με τους εκπαιδευτικούς δεν απέδωσε καρπούς, με αποτέλεσμα να ενταθούν οι καταλήψεις, με πάγια αιτήματα την καθαριότητα, τον μικρότερο αριθμό μαθητών ανά τάξη, και άλλα ζητήματα μείζονος σημασίας.
Πώς βλέπουν οι φοιτητές την νέα πραγματικότητα στα πανεπιστήμια
Ο γραμματέας της ΔΑΠ-ΝΔΦΚ κ. Κώστας Τσαγκλιώτης υποστηρίζει ότι ουδέν κακό αμιγές καλού, αφού η επιδημία του κορωνοϊού έφερε επιτέλους μια ψηφιακή επανάσταση στη χώρα. «Μετά τις αποτελεσματικές προσπάθειες τόσο της κυβέρνησης, όσο και της ακαδημαϊκής πολιτείας (φοιτητών, καθηγητών και εργαζομένων), μέσα σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα, η εξ αποστάσεως διδασκαλία έγινε καθημερινότητα. Καινοτομίες που η ΔΑΠ-ΝΔΦΚ πρότεινε από τις αρχές της προηγούμενης δεκαετίας (ηλεκτρονικές γραμματείες, εξ αποστάσεως διδασκαλία κοκ) ήρθαν για να μείνουν, με αφορμή την παγκόσμια υγειονομική κρίση. Οι φοιτητές είναι το ζωτικότερο κομμάτι κάθε ιδρύματος, αλλά σήμερα οφείλουμε να «μαθαίνουμε ασφαλείς»και να προσαρμοστούμε στα υγειονομικά πρωτόκολλα. Μέσα στις επόμενες μέρες, η ΔΑΠ-ΝΔΦΚ θα συν-διαμορφώσει μια καμπάνια, θέτοντας τους βασικούς πυλώνες για ένα εκσυγχρονισμένο και ασφαλές πανεπιστήμιο».
Στον αντίποδα η κ. Χρύσα Λεμπέση–Πάκου, μέλος του Δ.Σ του Φοιτητικού Συλλόγου της Φιλοσοφικής ΕΚΠΑ (εκλεγμένη με την Πανσπουδαστική Κ.Σ) επισημαίνει τα εξής : «Το νέο εξάμηνο παρά τα κούφια λόγια της κυβέρνησης για «επιστροφή στα αμφιθέατρα» ξεκίνησε για τους φοιτητές με την πλειοψηφία των Ιδρυμάτων να λειτουργούν εξ αποστάσεως κάτω από το βάρος των ελλείψεων σε καθηγητές, προσωπικό και υποδομές. Οι ελλείψεις σε προσωπικό είναι τεράστιες, υποδομές μένουν αναξιοποίητες, τα ενοίκια από σπίτια που έμειναν κλειστά συσσωρεύονται, οι πρωτοετείς φοιτητές δεν έχουν λύσει το ζήτημα της στέγασής τους και οι εστίες παραμένουν σε άθλια κατάσταση». Συν τοις άλλοις, η φοιτήτρια τονίζει ότι η τηλε-εκπαίδευση αφενός δεν τους καλύπτει, αφετέρου δεν μπορεί να αντικαταστήσει τη δια ζώσης διδασκαλία. «Πως θα βγουν παιδαγωγοί και ψυχολόγοι κάνοντας συνεδρίες από την οθόνη, αλλά και οι φοιτητές σχολών υγείας και υγειονομικοί πως θα μπορέσουν να βγουν ολοκληρωμένοι επιστήμονες για να εξυπηρετήσουν τις ανάγκες του λαού, όταν δεν γίνονται δια ζώσης κλινικές;».
Οι καταλήψεις στα σχολεία συνεχίζονται
Λάδι στη φωτιά έριξε η καταγγελία της ΟΛΜΕ Ξάνθης σύμφωνα με την οποία η αστυνομία κάλεσε στο τμήμα Διευθυντές σχολείων και τους ζήτησε ονόματα μαθητών που συμμετέχουν σε καταλήψεις. Το γεγονός προκάλεσε την αντίδραση του Τομεάρχη Προστασίας του Πολίτη κ. Σπίρτζη, που έκανε λόγο για ασφαλίτικες μεθόδους. Το Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη απάντησε πως ο Εισαγγελέας Ξάνθης διέταξε προκαταρκτική εξέταση για τις καταλήψεις σχολείων και στο πλαίσιο αυτό ζήτησε συγκεκριμένες ενέργειες από την ΕΛ.ΑΣ, οι οποίες υποχρεωτικά εκτελούνται.
Η υπουργός Παιδείας πάντως επιμένει στον αποκλεισμό μαθητών από την τηλε -εκπαίδευση, εφόσον συμμετέχουν στις καταλήψεις, κάνοντας λόγο για ισχνές μειοψηφίες και έκνομες ενέργειες. Η ΟΛΜΕ από την άλλη, αντιπαραθέτει ότι δεν είναι δυνατόν οι εκπαιδευτικοί να γίνονται αστυνόμοι και καταδότες των μαθητών σημειώνοντας και καταγράφοντας τους μαθητές που μετέχουν στις καταλήψεις