Εκλογολογίας το ανάγνωσμα

 

Δεν αντεξε να περάσει (και) αυτό το καλοκαίρι, χωρίς να ανθήσει και πάλι η εκλογολογία μας. Όταν ακούς βέβαια, την Κυβερνητική Εκπρόσωπο Όλγα Γεροβασίλη, ή και τον ίδιο τον Πρωθυπουργό (“δυο φορές ανόητος όποιος ζητά εκλογές”), να σπεύδουν να διαψεύδουν… ψυλλιάζεσαι. Όμως, η αγκιτάτσια περί εκλογών – στην Αξιωματική Αντιπολίτευση που εξαρχής είχε την νευρικότητα των εκλογών η ρίζα (“μόνη λύση οι εκλογές”). στον Τύπο και τις μηντιακές ανάγκες η συνέχεια. ο Β. Λεβέντης λειτούργησε ως κερασάκι – ανεβάζει στο προσκήνιο ένα νέο μέτωπο αντιπαράθεσης. Η, ακόμη περισσότερο δίνει μια ακόμη αφορμή αντιπαραθετικότητας.

Λοιπόν: εκλογές θα έχουμε τότε μονον όταν η Κυβέρνηση το αποφασίσει. Δηλαδή… αποφασίσει ότι πρόωρες εκλογές ταιριάζουν με τον δικό της πολιτικό σχεδιασμό. (Πλην βαριάς πρόσκρουσης, π.χ. στο Προσφυγικό/ Μεταναστευτικό. Όμως αυτά και τέτοια ούτε προβλέπονται, ούτε σχεδιάζονται, ούτε αληθινά αποφεύγονται ή αποκρούονται).

Θαρρούμε, πάντως, πως η τωρινή φάση εκλογολογίας – από την στιγμή που πρόωρες εκλογές δεν προκηρύχθηκαν την άνοιξη του 2016, με το βαρύ φόρτωμα μέτρων του Μνημονίου-3 – εξηγείται απο την αίσθηση ότι η νομοθέτηση της απλούστερης (όχι απλής!) αναλογικής είχε εξαρχής πίσω της μια στρατηγική διπλών εκλογών.

Δηλαδή να δεχτεί η σημερινή πλειοψηφία να χάσει σχετικά σύντομα τις πρώτες εκλογές (που να κέρδιζε, έστω, η ΝΔ ενθυλακώνοντας το “πριμ Παυλόπουλου” των έως και 50 εδρών), με τον σχηματισμό μετεκλογικής Κυβέρνησης να μην προκύπτει όμως εύκολα, ούτε χωρίς κραδασμούς για τους δυνητικους συμμάχους (τι θα λέει, ακριβώς, το ΠΑΣΟΚ/ΔηΣυμπ; ή το Ποτάμι – αν επιπλεύσει; ή η ΚεντροΑριστερά – αν προλάβει να υπάρξει;). Εν πάση περιπτώσει όμως διαφυλάσσοντας κατά πολύ τις δυνάμεις του, τουλάχιστον, ο ΣΥΡΙΖΑ. Να αφήσει εν συνεχεία σε μια Κυβέρνηση δεξιάς/κεντροδεξιάς απόκλισης το δηλητηριασμένο δώρο διακυβέρνησης με  δεμένη στον λαιμό ως πέτρα την συνέχεια του (συμφωνημένου με τους “εταίρους” επί Τσίπρα) Προγράμματος Προσαρμογής/Μνημονίου-3. Μετ’ ου πολύ, να δει την δυσαρέσκεια να την κλονίζει την Κυβέρνηση αυτή (“βραχεία Δεξιά παρένθεση”). Τέλος, στις κοντινές επόμενες/δεύτερες εκλογές, με την απλούτσικη αναλογική, να ξαναβρεθεί ο ΣΥΡΙΖΑ με την πρωτοβουλία  των κινήσεων, έστω και ως δεύτερο κόμμα.

Αυτό το σχήμα, για να περπατήσει, έχει δυο προϋποθέσεις. Η μια είναι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ – διότι οι ΑνΕλληνες δεν ενδιαφέρουν σ’ αυτήν την συζήτηση – βρίσκεται σε τέτοια δημοσκοπικη υποχώρηση, ώστε να κάνει σχεδιασμούς “επόμενης φάσης”, ναυαγοσωστικούς. Όμως… αν είναι αλήθεια ότι τα ποσοστά του ΣΥΡΙΖΑ σημειώνουν υποχώρηση (όχι δε βύθιση, άμα θυμηθεί κανείς τι ψηφίστηκε και τι εφαρμόζεται με το Μνημονιο-3!), είναι το ίδιο αλήθεια ότι τα ποσοστά της ΝΔ δεν λένε να ξεκολλήσουν, πολλώ δε μάλλον να απογειωθούν. Ακόμη και όσοι πιστοί της Μητσοτακικής προσπάθειας υποστηρίζουν ότι – στην πορεία προς τις κάλπες, οψέποτε – ο ΣΥΡΙΖΑ κινδυνεύει να εξαχνωθεί (οπότε “χρειάζεται” νωρίς εκλογές, μην και μείνει άνω του 20%…), δεν σου λένε ότι η ΝΔ θα απογειωθεί. Όμως, ξέρετε, το άθροισμα των ποσοστών όλων των κομμάτων – μετά την αποχή, ασφαλώς! – θα είναι αναγκαστικά 100%.

Η δεύτερη, άμεσα διασυνδεδεμένη, προϋπόθεση θα ήταν η ΝΔ να αποκτήσει εκείνο που λένε “δυναμική νίκης”, άρα αυτό να σκιάξει το Μαξίμου κοκ. Πλην κάτι τέτοιο – που δεν έχει σχέση με τις μετρήσεις στις δημοσκοπήσεις – δεν φαίνεται. Ούτε καν να σιγοβράζει. Με την αποδιαρθρωτική, δε, προσπάθεια ξεπατώματος του Κώστα Καραμανλή, αρχίζει να υπάρχει και ζήτημα “τι/ποιος είναι η ΝΔ”. Αλλά και πάλι: άμα μ’ αυτήν την βάση ξεκινούσε σχεδιασμός εκλογικού αιφνιδιασμού του Μαξίμου, ένα είναι βέβαιο – ότι σημάδι εκλογών θα λειτουργούσε  συσπειρωτικά για την ΝΔ.

Μάλλον, λοιπόν, ο ΣΥΡΙΖΑ – με Συνέδριο μπροστά του, με δεύτερη ανηφορική αξιολόγηση του Μνημονίου-3 επίσης – θα αναγκαστεί να το κουβαλήσει κι άλλο.

Δείτε επίσης

Τελευταία Άρθρα

Τα πιο Δημοφιλή