Δυο σημεία – που δικαιούνται ναι μην κρατήσουν εξαρχής την προσοχή του μέσου αναγνώστη/πολίτη – χαρακτηρίζουν, ήδη από την πρώτη στιγμή, το εγχείρημα που δρομολογεί η Κυβέρνηση για την εδώ και μήνες εξαγγελόμενη συνταγματική αναθεώρηση. Το πρώτο είναι ότι οι 5 πανεπιστημιακοί (Βερναρδάκης – Δημητρόπουλος – Ζώρας – Νικολόπουλος – Χρυσόγονος) που προσυπογράφουν το Σχέδιο, που πάνω του επιδιώκεται να στηριχθεί ο ιδιότυπος “Διάλογος με την Κοινωνία” (για τον οποίο λειτουργεί ήδη Επιτροπή με συμμετοχές από Νίκο Μουζέλη ή Κωνσταντίνου Μίχαλου μέχρι και … Γιώργο Κιμούλη) εξαρχής ξεκαθαρίζουν ότι δεν ανήκουν σε μια και ενιαία επιστημονική/θεωρητική οικογένεια. Οπότε απλώς έδωσαν ένα σύνολο προτάσεων “σε προοδευτική κατεύθυνση”, εκτιμώντας συνάμα ότι η ανάγκη για συνταγματική αναθεώρηση, και μάλιστα ριζοσπαστική, είναι “επιτακτική”. Το δεύτερο είναι η αναγνώριση ότι “σε μνημονιακούς καιρούς” , δηλαδή υπό το αποτύπωμα της κρίσης, έχει εισαχθεί εκείνο που ονομάζουν “πραγματικό παρασύνταγμα” το οποίου θεωρούν ότι εντείνει την ανάγκη για θεσμικές τομές.
Αν αυτά τα δυο βασικά σημεία αληθινά ληφθούν υπόψη, μαζί και με την συνειδητοποίηση ότι η βαριά (σκοπούμενη ως ασφυκτική, με την Καραμανλική λογική που ήθελε το Σύνταγμα κάτι σαν τις Δέλτους του Μωυσέως, με τον Κ.Κ. στον ρόλο του Θεού φυσικά…) διαδικασία της συνταγματικής αναθεώρησης, με τις δυο διαδοχικές Βουλές να απαιτούνται και με την ενισχυμένη πλειοψηφία ή την πρώτη ή την δεύτερη φορά, αν είναι μια διάταξη να “περάσει”, προκύπτει ότι η αναθεωρητική διαδικασία – πάντως ο,τιδήποτε ακολούθησε την Αναθεώρηση Πεπονή του 1985-86 – αποτελεί κυρίως πολιτικό γύμνασμα. Χαρακτηριστική η άχρηστη προσπάθεια του 2001, ιδίως του 2008. Διαδικασία αναμέτρησης ιδεολογιών, αλλά και δυνάμεων στην Βουλή (ή, κι εδώ έχει μεγαλύτερο ενδιαφέρον, διεκδικούμενων δυνάμεων στην αυριανή Βουλή!). Οπότε, αν δεν είναι να γίνει κι αυτό το αναθεωρητικό εγχείρημα περίπτωση εφαρμογής του θυμοσοφικού “δουλειά δεν είχε ο διάολος…” θα χρειαστεί μια παραπάνω δόση ειλικρίνειας στην συζήτηση. Που υποτίθεται ότι επιδιώκεται να ανοίξει, τώρα.
Εδώ, λοιπόν, στο μέτωπο της ειλικρίνειας, έρχεται μια πρώτη παραδοχή που πρέπει να γίνει δημόσια. Δεν είναι, δεν είναι μόνο, δεν είναι καν κυρίως οι μνημονιακές παραδοχές που εισήγαγαν “παρασύνταγμα” στην Ελληνική έννομη τάξη. Εδώ μια πρόσθετη παρατήρηση: για τους αναθεωρητές καθηγητές: “παρασύνταγμα” φέρεται να αποτελεί ο παραμερισμός της συλλογικής αυτονομίας/των συλλογικών διαπραγματεύσεων, που είδαμε να επιχειρείται να διακηρυχθούν “μέσω Διακήρυξης της Ρώμης γιατί το Μέλλον της Ευρώπης” , ανεπιτυχώς, και τώρα επιχειρείται να θεσμοποιηθούν μέσω αναθεώρησης του Συντάγματος. Όπως άλλωστε και η θέσπιση απαγόρευσης να βγουν τα νερά – εδώ έχει προτρέξει το ΣτΕ – και τα ενεργειακά δίκτυα από την υποψία ιδιωτικοποίησης. Το πρόβλημα είναι ότι π.χ. στα θέματα, ενέργειας, οι δύσπεπτες υποχρεώσεις δεν – ΔΕΝ – προέκυψαν από οποιοδήποτε Μνημόνιο, αλλά ήδη από το κυρίως Κοινοτικό Δίκαιο! Τα Μνημόνια, απλώς πήγαν να ασκήσουν πρόσθετη πίεση. Όπως και με το κυρίως Κοινοτικό Δίκαιο έχει ανατιναχθεί και το άρθρο 14 παρα.9 Σ για τον βασικό μέτοχο (θυμάστε;) και το ακόμη ιερότερο 16 για τα κρατικά/δημόσια ΑΕΙ. Εδώ, λοιπόν, η ειλικρίνεια πρέπει να είναι οδυνηρή: αν θέλουμε, μπορούμε ως λαός να ψηφίσουμε – καλά, εντάξει, να ψηφίσουμε πρόθυμους βουλευτές που να ψηφίσουν… – ασυμβατότητα της Ελληνικής έννομης τάξης προς την Κοινοτική. Μπορούμε, μάλιστα, με το υποτιθέμενο “συμβουλευτικό δημοψήφισμα” να εκφρασθούμε και ευθέως, μέσα από την κάλπη, για την αυριανή ασυμβατότητα Συντάγματος με Κοινοτικό Δίκαιο.
Μόνο, να! Να γίνει αυτό ομολογημένα. επεξηγημένα. διευκρινισμένα.
Όμως το θέμα είναι λιγάκι μπλεγμένο, οπότε θα επανέλθουμε.